ιστορικό δημοσιεύσεων

Καλώς ήρθατε! στον προσωπικό δικτυακό τόπο του Βασίλη Συμεωνίδη

αρχική

   

φιλολογικά

   

διάλειμμα

   

ταυτότητα

   

επικοινωνία

   

σύνδεσμοι

   

stava

 

Βασίλης Συμεωνίδης

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

τεχνική υποστήριξη

Σταυρούλα Φώλια

 

4551 χαρακτήρες για το βιβλίο Γλώσσα και Πολιτική του Δημήτρη Χατζή

 
Σύντομο βιβλίο ενενήντα πέντε σελίδων γραμμένο το 1975. Στον άτιτλο πρόλογο του ο συγγραφέας εστιάζει στη γλώσσα του νέου Συντάγματος και επισημαίνει τη σημασία της και την ευκαιρία που είχε η ελληνική πολιτεία να καθιερώσει με τον πιο επίσημο τρόπο τη χρήση της δημοτικής γλώσσας. Λίγοι ήταν εκείνοι οι πολιτικοί που στάθηκαν στη σημασία που έχει η γλώσσα στην οποία συντάσσεται το θεμέλιο κείμενο ενός κράτους.
Ακολούθως το πρώτο μέρος του βιβλίου τιτλοφορείται «το χάος που είναι γύρω μας: αποτέλεσμα της διγλωσσίας». Αυτό στάθηκε και το πιο ενδιαφέρον μέρος του βιβλίου. Ο συγγραφέας προχωρά σε εύστοχες γλωσσικές παρατηρήσεις που δείχνουν τις επιπτώσεις και τη σύγχυση που προκαλείται εξαιτίας της διγλωσσίας, της διάστασης ανάμεσα στην ομιλούμενη δημοτική γλώσσα και την επίσημη γραπτή καθαρεύουσα. Οι δυο γλώσσες είναι δύο διαφορετικά γραμματικά συστήματα. Η καθαρεύουσα ως τεχνητή γλώσσα μιμείται τους τρόπους του αττικισμού και την αρχαία αττική διάλεκτο. Η κοινή που διαμορφώνεται κατά τη διάρκεια των αλεξανδρινών χρόνων είναι η γλώσσα σταθμός που ξεχωρίζει τις αρχαίες διαλέκτους από την κατοπινή εξέλιξη της ελληνικής ως τις μέρες μας. Τότε διαμορφώνονται οι διαφορετικές δομές της σημερινής δημοτικής γλώσσας. Η συνύπαρξη καθαρεύουσας και δημοτικής σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας του ελληνικού κράτους προκαλέι το χάος, τη σύγχυση. Έτσι το κλονισμένο γλωσσικό αίσθημα οδηγεί στο υβριδικό αποτέλεσμα που ο συγγραφέας ονομάζει «καθομιλούμενη».
Ακολουθεί σύντομη αναδρομή στην ιστορία της διγλωσσίας. Επισημαίνεται η ύπαρξη ιδιωμάτων και η δημιουργία μίας προφορικής κοινής που γίνεται αντιληπτή από όλους. Στο σημείο αυτό της ασυνεννοησίας, πριν από την προφορική κοινή, της «Βαβυλωνίας», παρουσιάστηκε ως λύση η υιοθέτηση μιας άλλης γλώσσας ως εθνικής, που θα είναι και η γραπτή γλώσσα. Έτσι, απέναντι στην προφορική κοινή έχουμε τη γραπτή «φιλολογική» γλώσσα. Κατά το συγγραφέα αυτή η διάσταση καθορίζει και την ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας που αποτυπώνει την πορεία, ώστε να γίνει η προφορική κοινή αποδεκτό όργανο γραπτής έκφρασης.
Το τρίτο μέρος του βιβλίου αναφέρεται στις ψευτολύσεις και την πραγματική λύση. Το πρόβλημα σαφώς τοποθετείται στην ύπαρξη της καθαρεύουσας. Η άποψη που τη θέλει ισότιμη δεν είναι λύση γιατί οδηγεί στη διατήρησή της και στη διαιώνιση της διγλωσσίας. Λύση είναι μόνο η οριστική αποβολή της καθαρεύουσας και η αναγνώριση και αναγωγή της δημοτικής σε μοναδικό εκφραστικό όργανο. Και εδώ χρειάζεται η πολιτική απόφαση. Ζήτημα απώλειας της παράδοσης δεν τίθεται γιατί το παρελθόν θα συνεχίσει να είναι αντικείμενο ενδιαφέροντος, αλλά ακριβώς ως παρελθόν. Η ιστορία της γλώσσας, αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι – κοινή ελληνική – μεσαιωνική – νεοελληνική, δείχνει τη συνέχεια της γλώσσας.
Το γλωσσικό ζήτημα είναι ένα και είναι πολιτικό ζήτημα και με πολιτικό τρόπο μπορεί να λυθεί. Τα γλωσσικά ζητήματα που είναι σχετικά με την καλή χρήση της δημοτικής θα βρουν και αυτά τη λύση τους. Εδώ απαιτείται η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση.
Το βιβλίο που με έμφαση επισημαίνει τον πολιτικό χαρακτήρα του γλωσσικού ζητήματος απηχεί τη δυναμική απαίτηση για οριστική λύση. Η μεταρρύθμιση που συνδέθηκε με το όνομα του Γεωργίου Ράλλη και του Εμμανουήλ Κριαρά θα είναι η πολιτική και εκπαιδευτική έκφραση αυτού του αιτήματος.
Όλα αυτά είναι γνωστά. Γιατί επιμένω ξανά και ξανά και γράφω για διάφορα βιβλία που όλα συγκλίνουν στο ίδιο θέμα; Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο. Ενώ δηλαδή είναι γνωστά, οικεία, αυτονόητα, λογικά έχει επιβληθεί τις δύο τελευταίες δεκαετίες μια αντίθετη μυθολογία που τα «σκεπάζει». Σαφώς η καθαρεύουσα έπαψε να έχει τους υποστηρικτές της. Όμως ένα νέο ιδεολόγημα ήρθε να επιβάλει την κυριαρχία των νεκρών γραμματικών τύπων. Η ταύτιση της γλώσσας με τη γραμματεία, της αρχαίας ελληνικής γλώσσας με την αρχαία ελληνική γραμματεία. Η επαναφορά της διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στο γυμνάσιο είναι αστήρικτη και αιτιολογείται μόνο με τέτοια ιδεολογήματα. Η αρχαιοελληνική γραμματεία παρουσιάζεται ως δημιούργημα της αρχαίας γλώσσας. Άρα καθαγιάζεται ως κορυφαία γλωσσική μορφή η αττική διάλεκτος. Πώς γίνονται αποδεικτά αυτά τα αστήρικτα ιδεολογήματα; Πώς διεμβόλισαν κάθε πτυχή της κοινής γνώμης και έγιναν κυρίαρχη ιδεολογία; Πώς φτάσαμε πάλι στο σημείο να μαστιγώνουμε τους μαθητές – ευτυχώς όχι του δημοτικού – με περισπωμένες και ευκτικές, με απαρεμφατικές και αττικές συντάξεις;
Αν λοιπόν όλα αυτά είναι γνωστά – και είναι – γιατί δε βλέπουμε μέσα από αυτό το κριτικό πρίσμα την επιστροφή της καθαρευουσιάνικης λογικής πίσω από το ιδεολογικό άλλοθι της διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής γλώσσας;

Και ένα κείμενο του Παναγιώτη Νούτσου για το Δημήτρη Χατζή, στο Βήμα

 

Βασίλης Συμεωνίδης

Ερασιτεχνική δημιουργία τον Οκτώβριο του 2004.  Τελευταία ενημέρωση:  Κυριακή, 05 Φεβρουαρίου 2012.