|
|
Ανδρέας Εμπειρίκος, Προσεχώρησα εις τον κομμουνισμόν, αλλά... Του Φίλιππα Φιλίππου, Ελευθεροτυπία, 13/8/1995
Η έκδοση ταυ πρώτου τόμου του ερωτογραφήματος «Ο Μέγας Ανατολικός» πριν από λίγα χρόνια (Άγρα, 1990) δημιούργησε την απατηλή εντύπωση πως ο Ανδρέας Εμπειρίκος (Βραΐλα Ρουμανίας, 2 Σεπτεμβρίου 1901-Κηφισιά, 3 Αυγούστου 1975) υπήρξε αδιάφορος ως προς την ιδεολογία. Το ότι ήταν γόνος γνωστής εφοπλιστικής οικογένειας ενίσχυσε αυτή την εντύπωση. Είναι ο Οδυσσέας Ελύτης που υποστηρίζει ότι ο Μέγας Ανατολικός» «ναυπηγήθηκεμε τα υλικά τον ψυχαναλυτή στις δεξαμενές ενός οραματιστή και προφήτη». Πρόκειται για τον ίδιο προφήτη ο οποίος οραματίζεται τη «Νέα Πόλη» που θα οικοδομηθεί ως πρωτεύουσα του «Νέου Κόσμου», Η ουτοπική «Οκτάνα» του θα είναι μια «Παγκόσμιος Πολιτεία (πιθανώς Ομοσπονδία) με ανέπαφες τις πνευματικές και εθνικές ιδιομορφίες εκάστης εθνικής ολότητος εις μίαν πλήρη και αρραγή αδελφοσύνην εθνών, λαών και ανθρώπων». Η προσεκτική ανάγνωση των γραπτών του Εμπειρίκου, αρχίζοντας από την «Υψικάμινο», η οποία εκδόθηκε το 1935, θα δείξει την πολιτικοποίηση του ποιητή, την αγωνία του για την πορεία του κόσμου, τη βαθύτατη αγάπη του για την ελευθερία και. παρά την απογοήτευση του για τα πολιτικά φαινόμενα εκείνης της εποχής (άνοδος φασισμού και ναζισμού, νίκη του Στάλιν επί των εσωκομματικών του αντιπάλων), θα εκφράσει την πίστη του στο φωτεινό μέλλον της ανθρωπότητας. Με ρώσικο αίμα στις φλέβες του, συγκινημένος, κατά δήλωση του, από τη ρωσική επανάσταση, γοητευμένος από μαρξιστές και αναρχικούς επαναστάτες, μοιχούς απ’ τους οποίους μνημονεύει στο ποίημα «Οι Μπεατοί...», γραμμένο το 1963, «...Ο Μαρξ/ Ο Λένιν/ Ο Κροπότκιν/ Ο Μπακοννιν...», προσχώρησε στον κομμουνισμό, τον οποίο αποκήρυξε αργότερα, απειδή «ο μαρξισμός, από τότε που έγινε κράτος, αποφάσισε να περιφράξει το πνεύμα εις στενά πολιτικά κριτήρια και συμφέροντα». Σημαντική επίδραση στις πολιτικές του επιλογές άσκησε η γνωριμία του στο Παρίσι το 1929 με τον κύκλο των υπερρεαλιστών, Α. Μπρετόν, Λ. Αραγκόν, Π. Ελιάρ, Μπ. Περέ, ιδιαίτερα με τον πρώτο, ο οποίος το 1924 είχε εκδώσει το πρώτο «Μανιφέστο του Υπερρεαλισμού» και το περιοδικό «Υπερρεαλιστική Επανάσταση». Οι υπερρεαλιστές είχαν ενταχθεί στο Κ.Κ. της Γαλλίας, απ’ όπου αποχώρησαν επειδή διαφώνησαν με την πολιτική του Στάλιν. Για την ιδεολογία του, την ποίηση και τον υπερρεαλισμό μιλάει ο Εμπειρίκος στη συνέντευξη που παραχώρησε στον αστό διανοούμενο Κωστή Μπαστιά και δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» της 30 Μαρτίου 1936. (Υπάρχει στη «Βιβλιογραφία Ανδρέα Εμπειρίκου...» που γράφτηκε από τον Ιάκωβο Μ. Βούρτση και εκδόθηκε από το Ε.Λ.Ι.Α. το 1984). ...Όταν προ μηνός είδε το φως ένας μικρός τόμος τιτλοφορούμενος «Υψικάμινος» οι λίγοι αναγνώσται που επρομηθεύθησαν το βιβλίον στην αρχή κατεπλάγησαν, έτριβαν τα μάτια τους και ύστερα διεσκέδασαν. Τι ήτο αυτό το βιβλίο με τα αλλόκοτα κείμενα; Διότι όχι μόνον δεν ενθύμιζον καμμία από τις γνωστές, τις παραδεδεγμένες μορφές της τέχνης, αλλά δεν ήρχοντο σε κανένα λογαριασμό με τη λογική. Έδιδαν την εντύπωση ελληνικών λέξεων που δεν είχαν καμμία μεταξύ τους λογική συνάρτηση. Εδιάβαζε ο αναγνώστης έναν τίτλο και από κάτω ένα κείμενο που δεν είχε καμμιά σχέση με τον τίτλο και από το οποίο ο αναγνώστης δεν έβγαζε κανένα ίχνος νοήματος. Ωστόσο όσοι τα εδιάβαζαν και συνέβαινε να τα διαβάζουν σε συντροφιές, σαν κάτι παράξενο, ομολογούσαν μοναδικό λεκτικό πλούτο και κάποια φραστική μυστικότητα.(...) (...) Ο κ. Ανδ. Εμπειρίκος είναι ένας νέος τριάντα πέντε χρόνων, μετρίου αναστήματος, με ένα μαύρο υπογένειο, λεπτός και μάλλον ωχρός. Θυμίζει πολύ τύπους Ρώσων επαναστατών ή αναρχικών που εζούσαν εις το εξωτερικό διωγμένοι από την πατρίδα τους. Μιλά σιγά και είναι εξαιρετικά λεπτός εις τους τρόπους του. Τα μάτια του είναι μεγάλα και όταν εκθέτη τα θεωρητικά ερείσματα του σουρρεαλισμου παίρνουν μια έκφραση και ζωηρότητα. Έζησε πολύ στο εξωτερικό και ιδίως στο Λονδίνο όπου έκαμε σπουδές στο Κιγκς Κόλλετζ. Πολύ νέος, από τον καιρό που ενεγράφη στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου, μας έδειξε μια κλίση στις φιλοσοφικές σπουδές και] ιδιαίτατα στη φιλολογία. Και πριν γίνη σουρρεαλιστής έγραφε ποιήματα του γνωστού τύπου και διηγήματα. Από τον καιρό όμως που προσεχώρησε στο σουρρεαλιστικό κίνημα και έγινε ο επίσημος εκπρόσωπος του στην Ελλάδα, εθυσίασε στον βωμό της νέας του πίστεως τα παληά του χειρόγραφα. Όσες απορίες, όση κατάπληξη μου εγέννησεν η «Υψικάμινος» τα εξέθεσα στο συγγραφέα της και τον άφησα να εξηγηθή μεμυημένος αυτός προς τον υποφαινόμενον βέβηλον, τι είναι ο σουρρεαλισμός, τι λογής προϊόντα είναι αυτά που παρουσιάζει και διατί τα παρουσιάζει. Τον αφήνω λοιπόν μέσα στο μικρό γραφείο του, τριγυρισμένον από τα βιβλία του να ομιλήση αυτός. Όπου ο σουρρεαλισμός θα με κρημνίζη πάλιν εις τας σφαίρας του ασύλληπτου θα τον διακόπτω διά να ξεδιαλύνω τα μυστήρια.
Ομιλεί λοιπόν ο κ. Εμπειρίκος: — Εις τα 1916 εις την Ζυρίχην της Ελβετίας, μου λέγει, ένας νέος Ρουμάνος ζωγράφος, ονόματι Τριστάν Τζαρά, ηγήθη ενός κινήματος επαναστατικού εις την τέχνην. Ηρνήθη όλες τις παληές μορφές και ιδίως τον τρόπον εργασίας. Η κίνησις εκείνη, που ωνομάσθη «Ντανταϊσμός» και μετεφέρθη σχεδόν αμέσως στο Παρίσι, εξεθύμανεν ευθύς μετά τον πόλεμον. Υπήρξεν όμως μία σοβαρά αφορμή επιδράσεως και ένας πρόδρομος ή ένας συγγενής του Σουρρεαλισμού. Πατέρας του σουρρεαλισμού μπορεί να λογαριασθή ο Γάλλος συγγραφεύς Αντρέ Μπρετόν. Αυτός λοιπόν διηγείται τα εξής: Ένα βράδυ καθώς έπεσε να κοιμηθή -θα είχαν περάσει τα μεσάνυχτα- και ενώ είχε πέσει στην κατάσταση που οι επιστήμονες τοποθετούν μεταξύ ύπνου και εγρηγόρσεως ησθάνθη ν' ανεβαίνη στα χείλη του αυθόρμητα και εξωλογικά η ακόλουθη φράση: «Ένας άνθρωπος χωρισμένος στα δύο καθέτως σκύβει από το παράθυρο». Και ταυτοχρόνως με τη φράση αυτή είδε ως είδος οράματος έναν άνθρωπο να χωρίζεται καθέτως στα δύο από ένα παράθυρο. — Με συγχωρείτε... αλλά το παράθυρο τον εχώριζε; — Ετσι το είδε ο Αντρέ Μπρετόν.(...) (...) — Δεν νομίζετε όμως ότι κατά τον ίδιον τρόπον, με την ίδιαν συνταγήν ημπορώ κι εγώ ο αμύητος να κάμω ολίγον σουρρεαλισμόν, λ.χ. «Θριαμβεύουν τα κορόμηλα. Η λάμψις των ταλλήρων καλπάζει» κ.ο.κ. (...) (...) — Η προσπάθεια μας, μου εξηγεί ο κ. Εμπειρίκος, έχει την ακρότητα της πρώτης αντιδράσεως. Την ακρότητα και τον φανατισμόντης πρώτης επαναστατικής περιόδου. Αι άλλαι μορφαί τέχνης έχουν μακροτάτην ζωήν. Ο σουρρεαλισμός έχει ελαχίστην. Μετά έτη δεν γνωρίζω τι θα έχη παράγει. Τώρα ψάχνει, αναζητεί. Και διά να είναι συνεπής προς εαυτόν προσεχώρησε και εις πολιτικήν επαναστατικήν θεωρίαν, τον ιστορικόν ματεριαλισμόν, τον διαλεκτικόν υλισμόν. — Εν τούτοις, αν ο κομμουνισμός είναι άρνησις της υφισταμένης κοινωνικής τάξεως είναι ταυτοχρόνως και εξάγγελος μιας άλλης τάξεως πραγμάτων. Πάντως όμως τάξεως. Σεις όμως συγγενεύετε περισσότερον με αναρχικάς θεωρίας και όχι με τον Μαρξισμόν. — Υπάρχει βεβαίως το αναρχικόν στοίχείον εις την θεωρίαν μας χωρίς όμως ν’ ανήκωμεν ούτε εις τον ρωσικόν αναρχισμόντου Μιχαήλ Μπακούνιν, ούτε εις τον τύπον του ισπανικού αναρχισμού, ούτε στου ιταλικού. Κατ’ αρχήν προσεχωρήσαμεν εις το κομμουνιοτικόν κομμα αλλ’ απεχωρήσαμεν. — Σας απεκήρυξεν αν δεν κάμνω λάθος εις το τελευταίον της συνέδριον η Γ' Διεθνής καθώς επίσης και την Φροϋδιανήν Σχολήν ως θεωρίας αντεπαναστατικάς. — Αυτά είναι συνέπεια της συντηρητικής στροφής της Γ' Διεθνούς. Και ο συγγραφεύς της «Υψικαμίνου», αφού μου εδιάβασε μερικά νέα του κείμενα, είχε την καλωσύνη να μου επιδείξη μερικούς σουρρεαλιστικούς πίνακας γάλλων ζωγράφων. Δεν είναι χωρίς ενδιαφέρον. Αλλά εγώ και αν σέβωμαι κάθε θεωρίαν δεν ημπορώ να την υιοθετήσω. Θα ήμουν ευτυχής αν ήμουν ένας καλός ρεαλιστής και ας έλειπεν ο σουρεαλισμός.
|
|