|
|
Δεν γελά ο μωρός διασκευασμένο άρθρο του Δημήτρη Kαστριωτη
Ιστορείται ότι, όταν ο Αμερικανός ποινικολόγος Kλάρενς Nτάροου είχε –στη «δίκη των πιθήκων» για τη νομιμότητα της διδασκαλίας του Δαρβίνου– σατιρίσει ένα χωρίο της Παλαιάς Διαθήκης, με αποτέλεσμα να οργιστεί ο εισαγγελέας και να τον παρατηρήσει ο δικαστής, ο μεγάλος δικηγόρος είχε απαντήσει: «Κύριε πρόεδρε, αν χάσει κανείς τη δύναμη να γελάει, χάνει τη δύναμη να βλέπει καθαρά τα πράγματα». Το γέλιο είναι αναγκαία προϋπόθεση για να μπορεί να δει κανείς τα πράγματα με κάποια καθαρότητα... Δεν είναι παράδοξο. Το χιούμορ βασίζεται πάντοτε στον σαρκασμό –και σαρκασμός δεν υπάρχει, αν δεν κρύβει κάποιον αυτοσαρκασμό. Οι πνευματώδεις βρετανικές ατάκες, ορισμένες των οποίων οδηγούν την «τέχνη» σε επίπεδο αριστουργήματος, είναι ίσως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα, ίχνη αυτοσαρκασμού βρίσκονται όμως σε κάθε χιούμορ. Δεν είναι παράξενη η σύνδεση. Ο σαρκασμός είναι «γελοιοποίηση» ιδιοτήτων και πραγμάτων που προβάλλονται ως σοβαρά. Η διαβρωτική του διάσταση για το προβαλλόμενο ως σοβαρό είναι σχεδόν πάντα εντονότερη από τη μομφή προς κάποιο άλλο πρόσωπο. Και όποιος αποκαθηλώνει τα «σοβαρά» για τους άλλους, συνήθως έχει αρχίσει τη διαδικασία από τον εαυτό του. Όσοι πιστεύουν πολύ στη σοβαρότητά τους, σπάνια σαρκάζουν τους άλλους· συνήθως απλώς τους... βρίζουν. Έλλειψη γέλιου, έλλειψη ευθυκρισίας. Βρετανή φοιτήτρια, διαβάσαμε στην «Κ», συνελήφθη στο αεροδρόμιο του Mαϊάμι, γιατί την ώρα που η χειραποσκευή της περνούσε από τον ανιχνευτή είπε στον υπάλληλο «προσέξτε, έχω τρεις βόμβες εκεί μέσα». Ο υπάλληλος δεν απάντησε «μην ανησυχείτε μαντάμ, θα τις έβρισκα ούτως ή άλλως». Δεν απάντησε καν «αυτό δεν είναι αστείο στη χώρα που έγινε η 11η Σεπτεμβρίου» ή κάτι τέτοιο. Σήμανε συναγερμό, έγινε χάος, η φοιτήτρια βρέθηκε με χειροπέδες και προσήχθη σε δικαστή. Ξέρω ότι μπορεί να διαφωνήσετε, προσωπικά όμως πιστεύω ότι μόνον η συστηματική επιβολή ενός δημοσίου ύφους στερημένου από χιούμορ μας κάνει να βλέπουμε αυτό το περιστατικό ως εύλογο. Σε μία αληθινά σοβαρή –και αληθινά φιλελεύθερη– κοινωνία, θα είχε απολυθεί λόγω βλακείας ο υπάλληλος του αεροδρομίου –και ενδεχομένως λόγω αυταρχισμού ο εισαγγελέας που άσκησε δίωξη για τέτοια οφθαλμοφανή περίπτωση (άλλο θέμα η τηλεφωνική φάρσα, που εύλογα προκαλεί πανικό και αναστάτωση). Σε μια αληθινά σοβαρή κοινωνία, η οποία δεν θα εξαιρούσε κανένα ζήτημα από την απογυμνωτική κριτική ματιά που προσφέρει ο σαρκασμός, θα ήταν δυσκολότερο να χαθεί η αίσθηση του μέτρου. Η σοβαροφάνεια μας εμποδίζει να βλέπουμε καθαρά τα πράγματα. Τόσο που, αν εφαρμόσει κανείς τα... ρωμαϊκά διδάγματα (ένοχος είναι αυτός που ωφελείται), μπαίνει στον πειρασμό να σκεφθεί μήπως η σοβαροφάνεια δεν είναι τυχαία· μήπως η επιβολή της επιδιώκεται, ακριβώς για να εμποδίζεται η κριτική ματιά.
(Απαντάτε στις ερωτήσεις 1, 2, 3, 6 και επιλέγετε μια από τις 4 ή 5)
|
|