|
|
ΜΕΣΣΙΑΝΙΣΜΟΣ
Δεν ήξερα πως υπάρχει κάπου κάπου κ' εδώ το πνεύμα του "Μεσσιανισμού", η ευλαβητική αναμονή του Υπεράνθρωπου, που θα μας σώση από τα δεινά μας. Κι ωστόσο, ένας τελειόφοιτος της Νομικής, νέος με αξιόλογη διανόηση, όπως φαίνεται από το γράμμα που στέλνει, σχολιάζοντας την επιφυλλίδα μου για τις "Προσωπικότητες", μου γράφει μεταξύ άλλων και τούτα:" Άμορφη μάζα ο σημερινός κόσμος, νεφέλωμα πραγματικό, από το οποίον είναι απίθανο να πρόκυψη ένα ηλιακό σύστημα ωραιότερο. Πρέπει μια υπερκόσμια δύναμη ν' απόσπαση τον πρώτο δακτύλιο και να δημιουργηθή ένας κεντρικός ήλιος". (...) "Ο κόσμος λοιπόν ο σημερινός δε θα σωθή από τις "προσωπικότητες", από άτομα που εμφανίζονται, περισσότερα από ένα, μέσα σ' ένα λαό, αλλά από τη μοναδική προσωπικότητα, που γεννιέται κάθε δυο χιλιάδες χρόνια, στη μεγάλη στιγμή... Θα σωθή λοιπόν, όταν φανή στον ορίζοντα το φωτεινό μετέωρο, ο μεγάλος προφήτης και παιδαγωγός, για να αναδημιουργήση τον άνθρωπο". (...) Μεσσιανισμός ολοκάθαρος. Κατάσταση αντίθετη εντελώς προς το ελληνικό πνεύμα. Δεν αρνούμαι, πως η διατύπωση τέτοιων σκέψεων από ένα νέον άνθρωπο προδίδει λαχτάρες μέσα του αληθινές, ορθή κριτική της σημερινής ζωής κι αγνή τάση για λύτρωση. Δεν είναι όμως καθόλου ευχάριστο οι ευσεβείς πόθοι να παίρνουν τέτοια μορφή. Ο μεσσιανισμός είναι καθαρό δημιούργημα της Ανατολής, μια συνολική λαχτάρα που βγαίνει μέσα από την ψυχή ανθρώπων, που "μάζα" υπήρξαν πάντοτε και "μάζα" ποθούν ν' απομείνουν. Κανένας αρχαίος δεν ανέμεινε ποτέ Μεσσία. Η αναμονή του ατομικού λυτρωμού από μιαν υπεράνθρωπη ή υπερκόσμια δύναμη είναι δείγμα υποκειμενικής ανανδρίας, που μπορεί να υπερνικηθή αργότερα. Καυχιόμαστε να θεωρούμε τους εαυτούς μας απογόνους των αρχαίων Ελλήνων, και δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία, πως έχουμε, πραγματικά, περισσότερο από κάθε άλλο λαό, όχι μόνο φυλετική μ' εκείνους συγγένεια, αλλά και συγγένεια εκλεκτική, συγγένεια στη διανόηση, στον τρόπο που αντικρύζουμε, σαν άτομα, τη ζωή. Κι ωστόσο δεν τους ξέρουμε τους προγόνους μας, δεν πασχίζουμε να τους νιώσουμε βαθιά. Αγνοούμε τέλεια την υπεροχή των ανδρών εκείνων, που δεν εφρόντισαν να στήσουν κανέναν Παράδεισον υπερκόσμιο, εκείθε από τη ζωή αλλά και τους σεπτούς ακόμη ίσκιους, που γέμιζαν τα Ηλύσια πεδία, τους περιγράφουν να λαχταρούν τον ήλιο. "Κάτω κόσμος" είναι και για τον 'Ελληνα του δημοτικού μας τραγουδιού η μετά θάνατον πολιτεία, κι "απάνω κόσμος" η πλάση που μας κρατεί. Τέτοιες αντιλήψεις, ριζωμένες βαθιά στις ψυχές, δείχνουν πως για τον 'Έλληνα, όποιας εποχής, το Αγαθό, το Αληθινό, το Ωραίο, έχουν αξία καθ' εαυτά, κ' έχουν αξία για τον εαυτό τους. Επιβιώσεις παλιότερης, οχλοκρατικής και θεοκρατικής λατρείας υπάρχουν, βέβαια, και στην αρχαία Ελλάδα, οι Σίσυφοι κ' οι Τάνταλοι κ' οι Δαναΐδες, όμως όλα αυτά είναι πια, στον πέμπτον αιώνα, ιστορίες αφελείς του παλιού καιρού. Ο Έλληνας της χρυσής εποχής δεν κανονίζει τη ζωή του με την αναμονή μεταθανάτιου κρίσεως. Γι' αυτόν ο "Ζεύς έστιν αιθήρ, Ζεύς δέ γη, Ζεύς δ' ουρανός, Ζεύς δέ τά πάντα χώτι τώνδ' υπέρτερον", μ' άλλα λόγια η θεότης, η λύτρωση υπάρχει σ' ό,τι βλέπεις και σ' ό,τι μπορείς να νοήσης. Ούτε Όλυμπος, ούτε Άδης. Αυτά είναι "παραδόσεις", υπολείμματα παλαιάς λατρείας, που παίρνουν συμβολική καθαρώς έκφραση. Σε τέτοια πλέρια γεύση της ζωής φτάνει μονάχα το ελεύθερο άτομο, ο άνθρωπος που ξέρει, που οφείλει από μέσα του να βρη τους νόμους και τους κανόνες της υπάρξεως του. Μπορεί να υπάρχουν εδώ κ' εκεί "κρίσιμες στιγμές" για τους λαούς, όταν τους αντικρίζουμε σα σύνολα, για τον κόσμο, όταν τον βλέπουμε σαν άβουλη μάζα. Κρίσιμες στιγμές, επειδή η μάζα αυτή αναταράζεται τότε σαν αγέλη δαρμένη από σιφούνι, σαν κοπάδι, πούχασε σκυλιά και τσομπάνηδες. Για το ελεύθερο όμως άτομο, "κρίσιμη στιγμή" είναι κάθε ώρα της^ ελεύθερης ζωής του. Δεν έχει το άτομο αυτό την ήρεμη ζωή των κοπαδιών, που βόσκουν, ώρες γαληνές, σε λιπαρά λιβάδια. Η ύπαρξη του είναι αδιάκοπος δαρμός, γιατί με αγώνα βρίσκει την εκλεκτή τροφή του. Ας μην παίρνουμε τα μεγάλα κηρύγματα ζωής μέσα απ' τη θαλπωρή της Εκκλησίας, ας πασχίζουμε να τα νιώθουμε μέσα από τη σκληρή ψυχή του ελευθέρου ατόμου που τα κήρυξε.(...) Γι' αυτόν, για το ελεύθερο άτομο, δεν υπάρχει δουλική αναμονή λυτρωμού, έξωθεν σωτηρίας. Δεν υπάρχει Μεσσιανισμός. Κάθε στιγμή της ζωής του είναι αναζήτηση του Ωραίου, του Αγαθού, του Αληθινού. Εκείνου, που αυτός, στην ωρισμένη εκείνη στιγμή, νιώθει σαν Αγαθό ή Αληθινό ή Ωραίο, και που η αδιάκοπα πλουτιζόμενη πείρα του το τελειώνει, το μεστώνει με του αγώνος του τα λάφυρα. Κ' έξωθε αν έρθη ένα κήρυγμα ηθικής υγείας και πληθωρικής ζωής, ποιος άλλος θα το νιώση πρώτος, αν όχι αυτός, που χαίρεται για τον εαυτό του το Αληθινό, τ' Ωραίο και τ' Αγαθό; Ο Μεσσίας, κι' αν έρθη, έρχεται πρώτα σ' εκείνους, που δεν τον αποζήτησαν: στους σκληρούς βιοπαλαιστάς, στους συμβολικούς "αλιείς", που δεν ερμηνεύουν γραφές και προφήτες, αλλά έξω από τα πλαίσια της κοινωνίας, μόνοι μέσα στα στοιχεία της φύσεως, "αγράμματοι" και "αμόρφωτοι" για τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, ακούν στην τρίσβαθη ψυχή τους την πρωτόπλαστη, την παιδική κραυγή του θαυμασμού. Μεσσίας είναι ο Λόγος, είναι η έκφραση που παίρνει η άναρθρη εκείνη κραυγή μιας πρωτόγονης, ελεύθερης ψυχής. Στενέψετε τον κύκλο και θα το νιώσετε καλύτερα: αποζητούν σήμερα οι φίλοι του θεάτρου, παντού, τους δυνατούς, τους μεγάλους δραματουργούς. Μα πώς θα εμφανισθούν οι ποιητές αυτοί, όταν κάθε άτομο, μέσα στο θεατρικό κοινό, δε χαίρεται τον ατομισμό του και δεν αποζητά να ιδή εκφρασμένη τη λαχτάρα του για λεύτερη, ατομική ζωή; Δραματική ουσία, τραγική στιγμή υπάρχει μόνο στη σύγκρουση ελευθέρων ατόμων, που καθένα τους το νόμο έχει βρη μέσα του και τον πιστεύει, και δεν αποδέχεται για τούτο συμβιβασμούς, ούτε λυγίζει. Με ό,τι πιστεύει πως είναι η ίδια η ουσία της ζωής του αντιμάχεται την ανάλογη, αλλ' αντίθετη πίστη άλλου ατόμου, κ' η μοιραία σύγκρουση οδηγεί σε κάποια οριστική καταστροφή, που είναι λύση - λυτρωμός. Όταν όμως από το σημερινό θεατρικό κοινό δεν υψώνεται η λαχτάρα αυτή της ατομικής ζωής, όταν οι άνθρωποι σήμερα ζητούν να γίνουν μάζα, να γίνουν "πιστοί", "υπήκοοι", "αγέλη", τότε και το ισχυρό ταλέντο, αν εμφανισθή, άλλους τρόπους εκφράσεως θ' αναζήτηση, κι όχι τον θεατρικόν, που προϋποθέτει κοινό με λυτρωμένη ατομική ζωή, κοινό, που ν' ανταποκρίνεται άμεσα στο δικό του λόγο. Οι απλοϊκοί φίλοι της θεατρικής γοητείας, που χαυνωμένοι αναμένουν το θεατρικό Μεσσία με μοιρολατρικήν κουφότητα, μοιάζουν τις μωρές παρθένες, που λησμόνησαν ν' ανάψουν τον ιδιόκτητο λύχνο τους για να ρίξουν φως ολόγυρα. Μα ο Νυμφίος θα περάση δίπλα τους σιγαλά, αγνώριστος μες στο σκότος, και θα πάρη άλλους δρόμους, απρόβλεπτους. Για τον άνθρωπο, που θέλει στ' αλήθεια να κερδίση τη ζωή του, δεν υπάρχει αναμονή εξωτερικής σωτηρίας, μεσσιανισμός. Αυτό μας δίδαξαν οι αρχαίοι, κι' ο Μεσσίας, όταν ήρθε, δεν αναγνωρίστηκε από τους Εβραίους, που τον περίμεναν, αλλά από τον ελληνισμό, που δεν τον ελαχτάρησε ποτέ. Γιατί μονάχα το ελεύθερο, το λυτρωμένο άτομο ξέρει τι είναι κέρδος για τη ζωή του, μ' όποιαν έκφραση κι' αν έρχεται το Αληθινό, το Αγαθό, το Ωραίο. (Φ. Πολίτης, Πρωία, 15 Σεπτεμβρίου 1933)
► Παρουσίασε βάσει σχεδίου σε γραπτό κείμενο 150 περίπου λέξεων το περιεχόμενο της επιφυλλίδας έτσι ώστε να πάρει το μήνυμα της κάποιος ο οποίος δεν την έχει διαβάσει. Αν δεν έχεις δικό σου σχέδιο, μπορείς να ακολουθήσεις το παρακάτω: ■ Τι είναι ο μεσσιανισμός: ποια η θέση των λαών της Ανατολής απέναντι του και ποια η θέση των Ελλήνων. Τι πιστεύει για τον μεσσιανισμό ο συγγραφέας του κειμένου και με ποια επιχειρήματα υποστηρίζει αυτή του την πίστη. ► Συγκέντρωσε για τον Μεσσία και τον μεσσιανισμό όσο μπορείς περισσότερες πληροφορίες από τα σχολικά σου εγχειρίδια και από τις διάφορες μελέτες σου.
σχολικό βιβλίο, Έκθεση - έκφραση γ΄ τεύχος, σ. 250-252
Γράφει ο Φώτος Πολίτης Γράφει και ο Ιωάννης Κακριδής Γράφει ο Ιω. Κακριδής Γράφει και ο Δημοσθένης Δανιηλίδης
► Δεν έχουμε καμιά αμφιβολία ότι ο μεσσιανισμός έχει να κάνει με τη θεοκρατία και τη φεουδαρχία της Ανατολής, η οποία, ωστόσο, δεν επηρέασε το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, το οποίο παρέμεινε αλώβητο από τέτοιες επιδράσεις. Μπορείς να ερμηνεύσεις αυτό το φαινόμενο; Ποια είναι η δύναμη (ελληνική κατάκτηση), την οποία ο Ελληνισμός αντιτάσσει στον μεσσιανισμό, στον θεοκρατισμό και στον σατραπισμό της Ανατολής. Τα κείμενα (I και II) που ακολουθούν θα σε βοηθήσουν.
I Γράφει ο Φώτος Πολίτης: ■ «... Δεν υπάρχει αμφιβολία, πως τότε φτάνει κανείς σε μια γενικότερη ελευθερία και σε μια διαρκέστερην αλήθεια, όταν πασχίζει καθημερινά να είναι πραγματικά ελεύθερος και αληθινός... Οι αφιλοσόφητοι, οι βάρβαροι λαοί καταρτίζουν ένα δεκάλογο εντολών και μαντρώνουν χώρια τα πρόβατα από τα ερίφια: "ου φονεύσεις", "ου κλέψεις", "ου ψευδομαρτυρήσεις", "τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου"... Εγεννήθη αυτοίς εις φιλόσοφος και εκατομμύρια αφιλόσοφων, άβουλων κοπαδιών. Τέτοιες εντολές δεν υπάρχουν στην αρχαία Ελλάδα, ή, ορθότερα, μερικές από αυτές ξεκαθαρίζουν τη συνείδηση του δικαίου, που είναι το ελάχιστον της ηθικής. Τα αρχαία ελληνικά ηθικά ρητά, που χαράσσονται σε μαρμαρένιες πλάκες και στήνονται στα τρίστρατα, για να τα βλέπουν καθημερινά οι πολίτες, έχουν άλλο περιεχόμενο: "Γνώθι σαυτόν", "Μηδέν άγαν"... Ιδού η διαφορά από τους βαρβάρους, η διαφορά ενός λαού που ζει για να φιλοσοφεί, για να γνωρίζει. Το "γνώριζε τον εαυτό σου" είναι εντολή χίλιες φορές ευρύτερη και βαθύτερη από τον μωσαϊκό Δεκάλογο. Τούτος έγινε για να συνενώσει κάτω από σκληρούς νόμους ένα λαό της Ανατολής, που ποθούσε την αποκάλυψη και απάντεχε πάντα το Μεσσία. Ο Έλληνας περιφρονεί την ιδέα του μεσσιανισμού, γιατί έχει πίστη στον άνθρωπο και γιατί ξέρει να σκέπτεται». (Άσκηση ψυχής, Πρωία, 28 Ιουλίου 1934)
II ■ Γράφει και ο Ιωάννης Κακριδής στον πανηγυρικό του λόγο "Το νόημα της ελληνικής ελευθερίας", που εκφωνήθηκε την 26η Οκτωβρίου 1960 στη μεγάλη αίθουσα τελετών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης: "Η εθνική ελευθερία είναι η αναγκαία προϋπόθεση για τη ζωή ενός λαού. Να δεχτούμε όμως πως το νόημα της ελευθερίας εξαντλείται από την ώρα που ένα έθνος πετάει από πάνω του τα δεσμά της δουλείας και οργανώνεται σε κράτος αυτόνομο; Αν ναι, τότε δεν θα είχαμε τίποτε να προσθέσουμε στο κεφάλαιο της ελευθερίας μας, έξω βέβαια από την ευθύνη να την κρατήσουμε αλώβητη. Με άλλα λόγια, δεν θα ήμαστε παρά απλοί θεματοφύλακες ενός αγαθού που μας εχάρισαν οι θυσίες των πατέρων μας. Ποιος όμως είπε πως το ελληνικό ιδανικό της ελευθερίας δεν υψώνει στον άνθρωπο και άλλες απαιτήσεις, και πολύ βαριές μάλιστα; Μιλώ για το ελληνικό ιδανικό της ελευθερίας- γιατί όπως κάθε υψηλή έννοια, το ίδιο και η έννοια της ελευθερίας ούτε αυτονόητη είναι ούτε μονοσήμαντη. Ελεύθερος άνθρωπος: στον όρο αυτό δίνει κάθε λαός ανάλογα με την πνευματική του προετοιμασία και την ψυχική του ωριμότητα διαφορετικό περιεχόμενο. Στον αρχαίο κόσμο ελεύθερος, εθνικά ελεύθερος, ήταν και ο Αθηναίος και ο Σπαρτιάτης και ο Πέρσης και ο Αιγύπτιος. Ο Αιγύπτιος όμως και ο Πέρσης, αν τους μετρούσαμε πάνω στο κλασικό ελληνικό ιδανικό, δύσκολα θα μπορούσαν να χαραχτηριστούν πολίτες ελεύθεροι-γιατί τους λαούς αυτούς τους βλέπουμε να σκύβουν το κεφάλι μπροστά σε μιαν επιταγή που τους επιβαλλόταν απέξω: στην επιταγή μιας πολιτείας, που απαιτούσε να κανονίζει και την ιδιωτική ζωή του πολίτη της ως την τελευταία λεπτομέρεια- ή στην επιταγή ενός βασιλιά, συχνά θεοποιημένου, που όριζε τους υπηκόους του σε ζωή και σε θάνατο- σε άλλες χώρες οι λαοί έπρεπε να υπακούν τυφλά στην επιταγή μιας θρησκείας σκοτεινής και αδιάλλαχτης, που τα μυστικά της τα γνώριζε μόνο το ιερατείο της, παντοδύναμο και ανεξέλεγκτο. Αντίθετα το κλασικό ελληνικό ιδανικό ζητούσε από τον άνθρωπο να μεταστρέψει τον εξωτερικό εξαναγκασμό σε πειθαρχία εσωτερική: Να σεβαστείς και ν' αγαπήσεις το θεό σου' να υπακούσεις στους νόμους της πατρίδας σου- να πειθαρχήσεις στους άρχοντες σου - ναι! Όχι όμως γιατί σε υποχρεώνουν εκείνοι, όχι γιατί φοβάσαι την τιμωρία τους, όχι γιατί θέλεις να κολακέψεις την εύνοια τους. Μια μάζα ανθρώπων αξεχώριστων, που δουλεύει τυφλά και άβουλα στο θεό, στην πολιτεία και στους άρχοντες, ας είναι και για το καλό, αυτό για τον κλασικό Έλληνα δεν ήταν οργάνωση ανθρώπων ελεύθερων. Για τον κλασικό Έλλη-να η ελεύθερη πολιτεία προϋπόθετε και τον πολίτη ελεύθερο. Το κάθε άτομο χρωστούσε να υψωθεί σε ακεραιωμένη, υπεύθυνη προσωπικότητα, και με το φρόνημα αδούλωτο να κάνει τις επιταγές του θεού, της πολιτείας και των αρχόντων επιταγές της ψυχής του της ίδιας. Όλες οι μεγάλες ανθρώπινες αξίες, για να μείνουν αξίες, έπρεπε να πάψουν να είναι ετεροκίνητες και να δικαιωθούν μέσα στην ψυχή του κάθε πολίτη." Για να φτάσει, όμως, ο Έλληνας, λέει ο Κακριδής, σ' αυτήν τη "φωτισμένη σύλληψη του ελεύθερου ανθρώπου", χρειάστηκε να κάμει μεγάλη και κουραστική διαδρομή, και υπενθυμίζει τον ερχομό των Ελλήνων στην Ελλάδα το 2000 π.Χ., την επιμειξία τους με τους Προέλληνες, τους οποίους αφομοίωσαν, καθώς και τις επικοινωνιακές επαφές τους με τους λαούς της Ανατολής (Κρήτες, Αιγυπτίους, Βαβυλώνιους και άλλους), από τους μεγάλους πολιτισμούς των οποίων δανείστηκαν πολλά πολιτιστικά στοιχεία, τα οποία τα χρησιμοποίησαν ως υλικό που το δούλεψαν μέσα τους και το σφράγισαν με πνεύμα καθαρά ελληνικό. Δεν πρόκειται "για άγονη μίμηση, αλλά για ελεύθερη αναδημιουργία". Και για να το δείξει αυτό, αναφέρει δύο παραδείγματα: το αλφάβητο και τους θεούς. Το αλφάβητο, λέει, οι Έλληνες το πήραν από τους Φοίνικες και το τελειοποίησαν. Οι Φοίνικες είχαν μόνο σύμφωνα, οι' Ελληνες πρόσθεσαν και τα φωνήεντα- έτσι κάθε φθόγγος έχει και το σύμβολο του. "Αυτή τη νέα γραφή μπορεί τώρα να τη χρησιμοποιήσει και ο πιο απλός άνθρωπος του λαού." Η γνώση περνάει από τους βασιλείς και τα ιερατεία στα πλήθη, κάτι που αποτελεί ταυτόχρονα πορεία προς τον πολιτισμό και προς τη δημοκρατία. Αλλά και τους θεούς οι Έλληνες τους πήραν από τους ανατολικούς λαούς. Και τους πήραν χθόνιους και σκοτεινούς, για να τους υψώσουν με τον καιρό στον Όλυμπο και να τους κάμουν φως, μουσική, έρωτα, δημιουργία. "Σ' αυτά τα χρόνια οι Έλληνες ανακάλυψαν το φως, και αυτή η ανακάλυψη στάθηκε ένας από τους πιο βασικούς σταθμούς στην πορεία προς την ελευθερία ... Στις ψυχές των Ελλήνων πρωτάστραψε το φως, το μέσα φως. Στους αιώνες τους σκοτεινούς οι Έλληνες κοίταξαν και γύρω τους βέβαια, και μέσα τους όμως, μέσα τους πιο πολύ. Το σκοτάδι έφυγε από την ψυχή των Ελλήνων, γι' αυτό ανέβασαν τους θεούς των από τα σκοτάδια της γης στον διάφανο Όλυμπο. Κάτι ακόμα: ύψωσαν το φως σε σύμβολο ελευθερίας." Και τα παραδείγματα του Κακριδή συνεχίζονται: Το φως ζητάει ο Αίας από τον Δία την ώρα που σκοτεινιάζει η μάχη γύρω από το κορμί του Πάτροκλου. Το φως και όχι τη σωτηρία. Να πεθάνουν εύχεται μέσα στο φως, αντικρίζοντας κατάματα το θάνατο, σαν ελεύθερες ψυχές που είναι. Αλλά και στη ναυμαχία της Σαλαμίνας οι Έλληνες κινούνται, παρατηρεί ο Κακριδής, αναλύοντας τους "Πέρσες" του Αισχύλου, μέσα στο φως της ημέρας, ενώ στα σκότη σχεδιάζουν και κινούνται οι Πέρσες. Στην ελληνική παράταξη όλα είναι φως, ακόμη και η σάλπιγγα βγάζει φλόγες, όλα είναι κίνηση φανερή, αντρίκια, ελεύθερη. Και καμιά απειλή του αρχηγού, για να μπουν στον πόλεμο, όπως συνέβαινε με τους Πέρσες. Οι Έλληνες αγωνιστές ξέρουν από τον πρώτο ως τον τελευταίο ότι πολεμούν για την ελευθερία τους. Γράφει ο Κακριδής: "Σε ολόκληρο το έργο τίποτε δε δείχνει πως ο ποιητής περιφρονεί τον αντίμαχο. Έτσι και το περσικό σκοτάδι αντίκρυ στο ελληνικό φως συμβολίζει, νομίζω, πιο πολύ έναν διαφορετικό παρά έναν κατώτερο κατά τη γνώμη του Αισχύλου πολιτισμό. Είναι ο κόσμος του κρυφού και του σκοτεινού- ο κόσμος, όπου οι άνθρωποι άβουλοι και αμίλητοι, άχρωμοι και αδιαφοροποίητοι, υπηρετούν μηχανικά και δουλικά στους σκοπούς του κράτους, που τη θέληση του την ενσαρκώνει ένας και μόνο. Απέναντι στο ασιατικό αυτό ιδανικό η Ελλάδα αντιτάζει το δικό της: το κάθε άτομο ακεραιωμένο και ελεύθερο, υπεύθυνο απέναντι στον εαυτό του και στην πολιτεία του και στους θεούς του.- Και ο Έλληνας το ξέρει πως σαν άνθρωπος που είναι στέκει αδύναμος μπροστά στις βουλές των θεών των αθανάτων ακόμα ξέρει πως για να υπάρξει κράτος, είναι ανάγκη ο πολίτης να υπακούει στους νόμους και στους άρχοντες. Και όμως κοιτάζει τους θεούς του στα μάτια, δεν τους προσκυνάει, γιατί η αίσθηση της αξιοπρέπειας του ως ανθρώπου δεν του επιτρέπει την ταπείνωση αυτή. Νιώθει ακόμη πως και για τους θεούς τους ίδιους θα ήταν ταπεινωτικό να βλέπουν μπροστά τους δούλους να τους λατρεύουν. Στα μάτια κοιτάζει ο Έλληνας και τους άρχοντες του, την ώρα που στην Ασία έπρεπε να κυλιστούν στο χώμα μπροστά στο βασιλέα τους- γιατί στην Ελλάδα η πολιτεία τους πολίτες της τους θέλει συνειδητούς, ελεύθερους συνεργάτες στους σκοπούς της και όχι άβουλα όργανα της. Ιδανικό της δεν είναι η προκοπή της μέσα από την υποδούλωση των ατόμων είναι η τελείωση της μέσα από των ατόμων την τελείωση. Μια πολιτεία φιλάνθρωπη, που τιμάει και σέβεται τον πολίτη της, καθώς τον βοηθεί να ολοκληρωθεί με δικό του περίγραμμα, δικιά του προσωπικότητα. Αυτό το ιδανικό του ελεύθερου ανθρώπου, που θεμελιώνεται στους σκοτεινούς αιώνες και ολοκληρώνεται στην κλασική Αθήνα του 5ου αιώνα, προσδιορίζει ένα πλήθος φανερώματα του ελληνικού κόσμου, που αλλιώς μας φαίνονται παράξενα και άσχετα μεταξύ τους. Ας μελετήσουμε μερικά, παίρνοντας τα από ποικίλες περιοχές της ζωής". Για να μας δείξει αυτά τα φανερώματα ο Κακριδής φέρνει παραδείγματα από τη μυθολογία, από την καθημερινή ζωή των Ελλήνων και από την τέχνη τους: Στη μυθολογία, λέει, κάθε λαού ζουν πλήθος μικροδαίμονες (νάνοι, γίγαντες, νεράιδες, Χάριτες, θεότητες ποικίλες της φύσης) ανώνυμοι όλοι τους. Χάνονται μέσα στην ανωνυμία. Μόνο στην Αρχαία Ελλάδα έχουν ονόματα- ο καθένας το δικό του. Όχι δίχως λόγο! Γιατί με τ' όνομα της η κάθε θεότητα διακρίνεται από την ανώνυμη μάζα, αποκτά δικό της περίγραμμα και προσωπικότητα: ελευθερώνεται. ■ Έτσι και οι πολίτες- ο καθένας με τ' όνομα του και μόνο μ' αυτό. Οι τίτλοι λείπουν. Αν βρίσκαμε σήμερα την επιτύμβια στήλη του Περικλή, είναι βέβαιο ότι θα έγραφε, όπως και τόσων άλλων Αθηναίων: Περικλής Ξανθίππου Χολαργεύς τ' όνομα του, το όνομα του πατέρα του και του δήμου του. Όλα τα λοιπά (τίτλοι: στρατηγός, πολιτικός κτλ.) είναι απλές συνέπειες της προσωπικότητας του. Δεν προσθέτουν, θολώνουν. Δεν προβάλλουν, σκοτίζουν: Δεν ελευθερώνουν. ■ Έτσι και στην τέχνη- το κάθε άγαλμα ζει τη δική του ζωή μέσα στο φως χωρίς εξαρτήσεις και αντιστύλια. Γι' αυτό το καθένα τους δουλεύεται από όλα τα μέρη του, ακόμη και από το πίσω μέρος που δεν πρόκειται να φανεί. Ακεραιωμένα τα αγάλματα, όρθια και γυμνά: ελεύθερα από το καθετί" πόθος ελευθερίας. Γράφει: Ίσως κανένα άλλο μνημείο δε φανερώνει το ιδανικό της ελληνικής ελευθερίας ωραιότερα από τη ζωφόρο του Παρθενώνα. Εκατό κάπου μορφές αποτελούν την πομπή, η καθεμιά με τα δικά της γνωρίσματα. Στα ανατολικά πρότυπα όλες οι μορφές είναι ίδιες, γίνονται ανώνυμη μάζα. Στον Παρθενώνα κάθε μορφή κρατάει την προσωπικότητα της". "Ο πόθος της ακεραίωσης κυβερνάει ακόμη και τα άψυχα: η κάθε κολόνα στον αρχαίο ναό κρατιέται σε απόσταση από την άλλη, ζει τη δικής της ζωή και πειθαρχεί στο γενικό ρυθμό. Αντίθετα στους ρωμαϊκούς ναούς οι πυκνές κιονοστοιχίες δίνουν την εντύπωση της μάζας και θυμίζουν πυκνές ρωμαϊκές φάλαγγες, μέσα στις οποίες το άτομο χάνεται." "Ο ελεύθερος άνθρωπος μέσα στην ελεύθερη πολιτεία, αυτό είναι το ελληνικό ιδανικό. Το άτομο λυτρωμένο από την αμάθεια και την πρόληψη και το φόβο, φωτισμένο, περήφανο, με τη δύναμη ό,τι παίρνει απ' έξω να το δουλεύει βαθιά μέσα του- το άτομο που συμμετέχει ενεργά και υπεύθυνα στη διακυβέρνηση της πολιτείας- που τον εξωτερικό καταναγκασμό τον αλλάζει σε εσωτερική ελευθερία, που το όχι των θεών, των νόμων και των αρχόντων μπορεί και το μεταστρέφει σε ναι της ίδιας του της ψυχής." (Ι.Θ. Κακριδής. Ελληνικό φως)
► Διαπιστώνεις σήμερα την ύπαρξη του μεσσιανισμού ή τάσεων μεσσιανικών σε λαούς της Ανατολής; Χρήσιμη σημείωση: Ο μεσσιανισμός δεν περιορίζεται στη θρησκεία. Διαποτίζει ως αντίληψη και ως προσδοκία την πολιτική και την κοινωνική ζωή κάποιων λαών. Υπάρχουν λαοί που και στην πολιτική και στην κοινωνική τους ζωή περιμένουν Μεσσίες, για να τους σώσουν. Τραγική και πολιτιστικά υποδεέστερη παρουσιάζεται η ζωή αυτών των λαών. Θα το διαπιστώσεις, αν κρίνεις τη σημερινή τους κατάσταση, η οποία παρουσιάζει γνωρίσματα έντονα μοιρολατρικά. Από αυτήν ακριβώς τη μεσσιανική νοοτροπία τους επωφελούνται τόσο εσωτερικές θρησκευτικές και κυβερνητικές μειοψηφίες όσο και οι λεγόμενοι ισχυροί της γης - επωφελούνται και συνεργούν στη διατήρηση της σημερινής πνευματικής τους κατάστασης, ώστε να αποτελούν εύκολη λεία και αντικείμενο εκμετάλλευσης. Και όμως από την Ανατολή έρχεται ο λόγος του μεγάλου Ινδού ποιητή Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ: "Κανένας δεν μπορεί να χτίσει για λογαριασμό σου το γεφύρι, απ' όπου χρωστάς να περάσεις το ρεύμα της ζωής - Κανένας εκτός από σένα τον ίδιο. Υπάρχουν βέβαια μονοπάτια άπειρα και γεφύρια και ημίθεοι πρόθυμοι να σε περάσουν μα θα ζητήσουν πληρωμή τον ίδιο σου τον εαυτό. Στον κόσμο ένας μόνο δρόμος υπάρχει, κι αυτόν κανένας άλλος δεν μπορεί να τον βαδίσει παρά εσύ".
► Τι συμβαίνει, λοιπόν, με την Ανατολή και την ανατολίτικη νοοτροπία σήμερα και τι συνέβαινε κατά την αρχαιότητα; Συζητήστε το. Στη συζήτηση σας θα σας είναι χρήσιμος τόσο ο Ηρόδοτος και η Βυζαντινή Ιστορία όσο τα Θρησκευτικά σας και ο καθημερινός Τύπος. Δείτε από τα λεξικά σας, αν το κρίνετε σκόπιμο, τις λέξεις Μεσσίας, μεσσίας, Ανατολή, ανατολίτης, ανατολίτικος, ανατολικός.
■ Στον ελληνισμό της αρχαιότητας ο μεσσιανισμός δεν είχε θέση- το είπαμε. Ισχύει, όμως, αυτό για το σημερινό Έλληνα; Μπορείτε να το συζητήσετε. Στη συζήτηση σας λάβετε υπόψη τα κείμενα (I και II) που ακολουθούν. Από αυτά το πρώτο (I) αποτελεί τη συνέχεια και το τέλος του πανηγυρικού του Ιω. Κακριδή "Το νόημα της ελληνικής ελευθερίας", του κειμένου δηλαδή που λίγο πριν συζητήσατε1 το δεύτερο (II) είναι ένα απόσπασμα από το έργο του Δημοσθένη Δανιηλίδη "Νεοελληνική Κοινωνία και Οικονομία". Γράφει ο Ιω. Κακριδής προς το τέλος περίπου του πανηγυρικού του: "Οι αιώνες κυλούν το ελληνικό έθνος γνωρίζει δόξες και καταστροφές μεγάλες. Υποδουλώνεται στους Ρωμαίους και κατορθώνει σιγά σιγά να μεταμορφώσει το ρωμαϊκό κράτος σε ελληνικό - και αυτό μια πράξη ελευθερίας από τις πιο μεγάλες. Αργότερα υποδουλώνεται στους Τούρκους- ύστερα από τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς ξανακερδίζει με βαριές θυσίες την ελευθερία του. Είναι βέβαιο ότι μαζί με την ελευθερία του καταθέτει στα θεμέλια του νέου κράτους την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό που κατεβαίνουν από τους αιώνες: μύθοι, θρύλοι, δημοτικό τραγούδι, παραμύθια, παραδόσεις, μουσική, πείρα κοινωνικής διοίκησης, κοινοτικά σχολεία κτλ. Όμως η ξαναγεννημένη Ελλάδα τα περιφρονεί όλα αυτά και στρέφεται αλλού. Η πνευματική και η πολιτική της ηγεσία στρέφονται προς τους ξένους. Ο νεοελληνικός πολιτισμός περνάει σε δεύτερη μοίρα. Κάθε ξένο θαυμάζεται, κάθε ελληνικό εγκαταλείπεται. "Το αίσθημα της κατωτερότητας απέναντι σε λαούς με περισσότερη καλλιέργεια και η πρόχειρη ικανοποίηση του με την αδέξια μίμηση παρέσυρε τους απελευθερωμένους Έλληνες και σε δεύτερο παραστράτημα: ο νεοελληνικός λόγος περιφρονήθηκε βαθύτατα. Έξω από τη Δύση είχαν στρέψει τα μάτια και προς την αρχαία Ελλάδα, και πολύ σωστά, σαν Έλληνες που ήταν. Μα δεν είχαν τη δύναμη ν' ακολουθήσουν το ελεύθερο πνεύμα της, κι έτσι βρέθηκαν ν' ακολουθούν δουλικά τους τύπους της γλώσσας της", χωρίς να συνειδητοποιούν ότι η νεοελληνική αποτελεί συνέχεια της αρχαίας ελληνικής. Διχασμός, λοιπόν, στον πολιτισμό και στη γλώσσα.(...) Με το διχασμό αυτό και με την άρνηση του εαυτού μας καθυστέρησε η ουσιαστική παιδεία του ελληνικού λαού- και η καθυστέρηση αυτή είχε τη μοιραία επίπτωση της στην πολιτική σφαίρα. Πώς να πραγματωθεί το ιδανικό του ελεύθερου πολίτη σ' έναν λαό, που δεν του δόθηκε να μορφωθεί και να φωτιστεί; σ' έναν λαό που παλέψαμε να του κόψουμε τις βαθιές, ζωογόνες ρίζες της ύπαρξης του; που του πληγώσαμε την περηφάνια με την περιφρόνηση που δείξαμε στο λόγο του, στο τραγούδι του, στο χορό του - σε κάθε τι που του φτέρωνε την ψυχή; Με αυτό το συναίσθημα της κατωτερότητας πώς να υψώσει τα μάτια στον άρχοντα του και να νιώσει τον εαυτό του συναθλητή σ' έναν κοινό αγώνα, με όλη την επίγνωση και της δικής του ευθύνης για την προκοπή του τόπου του; Πώς να φτάσει να πράττει το καλό κινημένος από τον έρωτα του αγαθού και όχι από το φόβο της τιμωρίας; Εκατόν τριάντα χρόνια έχουν περάσει από τότε που λειτουργεί το νέο ελληνικό κράτος. Λίγες δε στάθηκαν οι δοκιμασίες του ούτε μικρά τα κατορθώματα του στο μεταξύ σε κάθε τομέα. Μπορούμε όμως να περηφανευτούμε πως ολοκληρώσαμε το ιδανικό της ελληνικής ελευθερίας; Στο ερώτημα τούτο δε θα ήταν εύκολο ν' αποκριθούμε μ' ένα απλό ναι ή μ' ένα απλό όχι. Ας μην ξεχνούμε πρώτα απ' όλα πως μιλούμε για ιδανικό της ελευθερίας, και οι άνθρωποι, σαν άνθρωποι που είναι, δεν αντέχουν ποτέ να ολοκληρώσουν τα ιδανικά τους. Μεγάλο πράγμα είναι και μόνο να οδεύουν προς το ιδανικό τέρμα. Μέσα στα χρόνια που κύλησαν δεν έλειψαν οι προσπάθειες φωτισμένων ανθρώπων για μια ουσιαστικότερη μόρφωση του ελληνικού λαού μέσα από τις δικές του αξίες" δεν έλειψαν οι προσπάθειες φωτισμένων πολιτικών να υψώσουν τον Έλληνα πολίτη σε συνυπεύθυνο συνεργάτη του κράτους- ούτε και οι ποιητές έλειψαν που κατόρθωσαν ν' αφομοιώσουν τα ξένα πνευματικά ρεύματα και μαζί να συναιρέσουν μέσα τους όλη την ελληνική παράδοση, από τα πανάρχαια χρόνια ως σήμερα, και να δώσουν έπειτα ένα έργο βαθύτατα ελληνικό, ακριβώς γιατί δε μιμείται, αλλά αναπλάθει το ελληνικό πνεύμα. Ας μη γελιόμαστε όμως- βρισκόμαστε πολύ μακριά ακόμα από το τέρμα, και η ευθύνη πέφτει βαριά πάνω στους πνευματικούς και πολιτικούς ηγέτες. Χρειάζεται τεράστια ακόμα προσπάθεια, για να πούμε μια μέρα πως έχουμε πραγματικά εθνική παιδεία και πως επλάσαμε έναν Έλληνα πολίτη αληθινά ελεύθερο. Και οι καιροί δεν περιμένουν γιατί σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη περίσταση το κράτος έχει ανάγκη από τη θετική συνεργασία του πολίτη- ακόμα γιατί οι συνθήκες της σημερινής ζωή ευνοούν τη μεταφορά των εκπολιτιστικών αγαθών από την μιαν άκρη της γης ως την άλλη με μια γρηγοράδα, που η αφομοίωση τους, έτσι κι αλλιώς όχι εύκολο πράγμα, να γίνεται σχεδόν αδύνατη. Πολλοί άνεμοι φυσούν σήμερα πάνω από το κεφάλι μας και πάνε να σβήσουν το ιδιαίτερο άρωμα που βγάζουν τα χώματα της γης μας".
■ Γράφει και ο Δημοσθένης Δανιηλίδης (1889-1972), ένας από τους πιο εμβριθείς μελετητές του νεοελληνικού πολιτισμού: "Οι φόρμες της βυζαντινής παράδοσης διατηρούν πάντα κάτι από το πνεύμα της ανατολικής θεοκρατίας και φεουδαρχίας. Μα και άδειες κι αν ήταν από κάθε περιεχόμενο, πάλι παραμένουν ως τύποι ικανοί να φορμάρουν ανάλογα την εύπλαστη κι ασχημάτιστη ακόμα ύλη της νεοελληνικής πραγματικότητας... Όπως η ουσία της ζωντανής γλώσσας μέσα στους παλιούς τύπους νεκρής γραμματικής και νεκρού συντακτικού, έτσι και η νεαρή πνευματική ζωή του έθνους, αναπτύσσεται και διαμορφώνεται μέσα στις βυζαντινές κι ανατολίτικες θεοκρατικές και σχολαστικές φόρμες, που άδικα είχε αγωνιστεί να σπάσει η γενεά του Γεμιστού... Ο δημοτικισμός ουσιαστικά δεν είναι παρά η καθυστερημένη και γι' αυτό πολύ ιδιόρρυθμη εκδήλωση μιας επανάστασης, που η Δύση την είχε κάνει μεταξύ του ΙΑ' και του ΙΔ' αιώνα... ...Η εξέλιξη των δύο τελευταίων αιώνων δείχνει πως η βυζαντινή παράδοση, όσο και αν αδυνατίζει ολοένα, δεν παύει να ζει σαν ένα καθεστώς πνευματικό. Η νεοελληνική παράδοση απεναντίας, όσο και αν δυναμώνει αδιάκοπα, δεν μπορεί, έτσι που την περισφίγγουν οι τύποι της πρώτης, να κινείται και ν' αναπτύσσεται λεύθερα, χάνει συχνά τον οικείο φυσικό της ρυθμό και παραμορφώνεται... ...Η αντίληψη του δικαίου, της ισονομίας, της ισοπολιτείας, της ισηγορίας, της παρρησίας, που πρώτη φορά οι Έλληνες κατάκτησαν για λογαριασμό όλων των ανθρώπων και όλων των εποχών, υποχώρησε, χωρίς να σβήσει, μπροστά στη σαρωτική βία του ανερχόμενου βυζαντινού ολοκληρωτισμού και της υφέρπουσας θεοκρατούμενης Ανατολής... Το ελληνικό πνεύμα έκλεισε, και παραμένει ίσαμε σήμερα κλειστό, στην επέλαση των βαρβάρων σαν κάποια θαλασσινά όστρακα στη θύελλα. Εκλεκτικές συμμαχίες κάθε είδους θρησκευτικών και κοσμικών εξουσιών το επιβουλεύονται. Η ανθρώπινη σκέψη εγκλωβίστηκε στις πανάρχαιες φόρμες της δεισιδαιμονίας και της πρόληψης. Έχασε τη λάμψη και την ωραιότητα που της έδωσε ο ελληνισμός". (Νεοελληνική Κοινωνία και Οικονομία)
■ Στο βάθος βάθος των δύο κειμένων, του Ιω. Κακριδή και του Δ. Δανιηλίδη, φαίνεται να υπάρχει συμφωνία, φαίνεται - θα το διαπιστώσατε κι εσείς - να δέχονται και οι δύο ότι καθυστέρησε (και καθυστερεί;) η παιδεία του ελληνικού λαού και ότι η νεοελληνική πραγματικότητα δε διαμορφώθηκε ακόμη έτσι όπως υπόσχεται η δυναμική του ελληνικού πνεύματος: δεν "πραγματώθηκε ακόμη το ιδανικό του ελεύθερου πολίτη", σημειώνει ο Κακριδής "Η νεοελληνική παράδοση, όσο και αν δυναμώνει αδιάκοπα, δεν μπορεί, έτσι που την περισφίγγουν οι τύποι της βυζαντινής παράδοσης, να κινείται και να αναπτύσσεται ελεύθερα, χάνει συχνά τον οικείο φυσικό της ρυθμό και παραμορφώνεται", παρατηρεί ο Δανιηλίδης. Ποια είναι η δική σας άποψη; Συζητήστε το θέμα. Παρουσιάζει το ενδιαφέρον που έχει κάθε θέμα το οποίο αναφέρεται στην αυτογνωσία ενός λαού. Αναζητήστε προπάντων μαζί με τον Κακριδή και το Δανιηλίδη τις αιτίες αυτής της κατάστασης. Ποιες είναι αυτές κατά τον πρώτο και ποιες κατά το δεύτερο συγγραφέα; Ποιες είναι για σας. ■ Από κάποιους κύκλους προβληματιζόμενων Ελλήνων υποστηρίζεται ότι, επειδή καθυστέρησε η ουσιαστική παιδεία του ελληνικού λαού, η νεοελληνική πραγματικότητα (πνευματική, κοινωνική κτλ.) παρουσιάζεται κάπως ρευστή, με αποτέλεσμα να δέχεται επιδράσεις ακόμη και μεσσιανικές. Έτσι: α) κάποιοι περιμένουν ηγεμονικού τύπου μεσσίες, όπως ο νέος της επιστολής στην επιφυλλίδα "Μεσσιανισμός" (σ. 252), και όταν δημιουργούνται οι κατάλληλες συνθήκες, εκδηλώνουν τις προθέσεις τους. Κουβαλούν δηλαδή μέσα τους τον μεσσία και, όταν παρουσιαστεί ο κατάλληλος άνθρωπος με τα μεσσιανικά του χαρακτηριστικά, τον πιστεύουν και τον ακολουθούν, β) Κάποιοι άλλοι, υποστηρίζουν οι ίδιοι κύκλοι, έχουν αναγάγει σε μεσσία την Ενωμένη Ευρώπη και πιστεύουν ότι αυτή θα λύσει τα προβλήματα του ελληνισμού. Και οι δύο αυτές κατηγορίες των Ελλήνων, υποστηρίζουν οι ίδιοι κύκλοι, χαρακτηρίζονται από μεσσιανικό και μεσαιωνικό πνεύμα, και επιρρίπτουν (οι κύκλοι) ευθύνες στην πολιτική και στην πνευματική ηγεσία της χώρας, διότι δεν προσφέρουν στο ελληνικό σχολείο τα αγαθά της παιδείας, δηλαδή της καλλιέργειας και της μόρφωσης, τα μόνα ικανά να ελευθερώσουν τον άνθρωπο από τέτοιες (μεσσιανικές και μεσαιωνικές) αντιλήψεις. Κι ακόμη επιρρίπτουν στην πνευματική και την πολιτική ηγεσία ευθύνες, διότι (υποστηρίζουν) δεν εμπνέουν στον Έλληνα πίστη στον εαυτό του και στις αξίες του δικού του πατρογονικού πολιτισμού, αλλά του καλλιεργούν την εντύπωση ότι μια δύναμη έξω από αυτόν θα του λύσει τα προβλήματα του. Αδυνατίζει, έτσι, μέσα του η πίστη στις δικές του τις δυνάμεις, οι οποίες υπονομεύονται ως κατώτερες και ανεπαρκείς.
► Συζητήστε αυτές τις απόψεις και διατυπώστε τις δικές σας θέσεις. σχολικό βιβλίο, Έκθεση - έκφραση γ΄ τεύχος, σ. 252-259
|
|