ιστορικό δημοσιεύσεων

Καλώς ήρθατε! στον προσωπικό δικτυακό τόπο του Βασίλη Συμεωνίδη

αρχική

 

φιλολογικά

 
έκθεση α΄ λυκείου
 
έκθεση β΄ λυκείου
 
έκθεση γ΄ λυκείου
 

λογοτεχνία

 

αρχαία

 

ιστορία σχολική

 

ιστορία

 

φιλοσοφία
 
εκτός ύλης
 
συζητώντας
 
εργασίες συναδέρφων
 
ιδέες διδασκαλίας
 
επικοινωνία

.................................

Βασίλης Συμεωνίδης

δικτυακός τόπος

με εκπαιδευτικό και διδακτικό σκοπό

 

 

η αντιγραφή είναι ελεύθερη με την υπενθύμιση ότι η αναφορά στην πηγή τιμά αυτόν που την κάνει

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

 

 
 
 

τεχνική υποστήριξη

Σταυρούλα Φώλια

Ιστορική ορθογραφία· μύθος για το απαραβίαστο

Ελένη Καραντζόλα, ερευνήτρια στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Δέκα μύθοι για τη γλώσσα. Πρόσωπα 21ος αιώνας. Τα Νέα 16 Σεπτεμβρίου 2000
 

Οι έννοιες του «ορθογραφικού λάθους» και της «ορθογραφικής αλλαγής» έχουν, τουλάχιστον στον ευρωπαϊκό χώρο, μακρά ιστορία. Υπάρχουν βέβαια γλώσσες όπως τα φινλανδικά, τα τουρκικά  ή τα σερβοκροατικά για τις οποίες οι έννοιες αυτές στερούνται περιεχομένου. Κι αυτό γιατί στις  συγκεκριμένες γλώσσες, που διαθέτουν φωνητική ­όπως λέγεται­ γραφή, ισχύει σε γενικές γραμμές η αρχή της αμφιμονοσημαντότητας: για κάθε φώνημα υπάρχει ένα και μόνο γραφικό σύμβολο και, αντίστροφα, κάθε γραφικό σύμβολο δηλώνει ένα και μόνο ένα φώνημα.

Όμως οι περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και η ελληνική, έχουν ιστορική ορθογραφία, γράφουν δηλαδή όχι σύμφωνα με το πώς προφέρονται σήμερα οι λέξεις αλλά σύμφωνα με το πώς προφέρονταν σε παλαιότερες περιόδους, με αποτέλεσμα τα ορθογραφικά αυτά συστήματα να παρουσιάζουν πολλές ατέλειες και «ανωμαλίες». Στα νέα ελληνικά είναι, σε γενικές γραμμές, πάρα πολύ δύσκολο να γράψει κανείς σωστά κάποια λέξη που ακούει ή προφέρει, καθώς οι πολλοί και περίπλοκοι κανόνες δεν αρκούν για την αντιστοίχιση προφοράς-γραφής. Για παράδειγμα η διάκριση ανάμεσα σε ρηματική και ονοματική κατάληξη μικρή μόνο βοήθεια προσφέρει για να αντιστοιχίσουμε, εκτός συμφραζομένων, την προφορά [lipi] με τις λέξεις λείπει, λύπη ή λίπη. Επιπλέον, πώς να προβλέψει κανείς τον εμφανή (;) παραλογισμό να σημειώνεται τονικό σημάδι πάνω από το σύμβολο του συμφώνου [v] της λέξης π.χ. αύριο [avrio];

Τα προβλήματα που συναντούν οι ομιλητές/τριες των φυσικών γλωσσών λόγω της διάστασης ανάμεσα στον προφορικό και στον γραπτό λόγο (: η διαρκώς εξελισσόμενη φύση της ομιλίας αντιπαρατίθεται στη σταθερή και αμετάβλητη φύση της γραφής) οδηγούν συχνά σε προτάσεις μεταρρύθμισης της ορθογραφίας. Τα αιτήματα που συνήθως διατυπώνονται, κινούνται στην κατεύθυνση της απλοποίησης και του εξορθολογισμού του γραπτού οργάνου. Όμως η προοπτική ορθογραφικών αλλαγών, όσο περιορισμένης κλίμακας και αν είναι, βιώνεται από μεγάλη μερίδα του πληθυσμού σαν απώλεια. Η δημόσια συζήτηση για την ορθογραφία χαρακτηρίζεται από την εξίσωση γλώσσα = γραφή, τη συνεχή σύγχυση μεταξύ προφορικού και γραπτού λόγου, την κρυφή γοητεία των κάθε είδους παραλογισμών, την αυταπάτη ότι οι κλασσικοί έγραφαν όπως εμείς, τη βαθύτατη πίστη ότι γράφουμε σύμφωνα με την ετυμολογία, την προσήλωση στην αιώνια και απαρασάλευτη ιστορική ορθογραφία.

Η ιστορία των γλωσσών έχει δείξει ότι όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά: η ορθογραφία μιας γλώσσας μπορεί να μην αλλάξει καθόλου (στα μεσοδιαστήματα των ορθογραφικών μεταρρυθμίσεων), να αλλάξει ριζικά ή και εξ ολοκλήρου (π.χ. η αλλαγή αλφαβήτου στα ρουμανικά, στα τουρκικά και τα αλβανικά), να αλλάξει μόνο εν μέρει. Οι επιμέρους αλλαγές είναι ο κανόνας σε γλώσσες με σημαντικό σώμα γραμματείας, όπως η γαλλική, η αγγλική ή η ελληνική, οπότε το επίμαχο ερώτημα δεν είναι πλέον εάν η ιστορική ορθογραφία μπορεί να αλλάξει, αλλά ως προς τι κρίνεται απαραίτητο να αλλάξει. Με άλλα λόγια, η ιστορικότητα της ορθογραφίας είναι σχετική, και, από αυτή την άποψη, διαπραγματεύσιμη και παραβιάσιμη.

Σημαντικός διαπραγματευτής της ιστορικότητας της ορθογραφίας, ο Γεώργιος Χατζιδάκις υπογράμμιζε, στα τέλη του 19ου αιώνα, τη σημασία της δήλωσης του αρχαίου τύπου, του ετύμου, στην ορθογράφηση νεοελληνικών τύπων. Για την ονομαστική πληθυντικού i γυναίκες, εισηγείται τη γραφή με ο, κατ’ αναλογία με την ονομαστική του αρσενικού, καταρρίπτοντας τον αρκετά διαδεδομένο ισχυρισμό ότι υπήρξε φωνητική τροπή του αρχαιοελληνικού α σε και αδιαφορώντας, φυσικά, για το ευφυολόγημα ότι «διά της ορθογραφίας ταύτης αι γυναίκες μεταβάλλονται εις άνδρας».

Χρησιμοποιώντας το ίδιο κριτήριο, το κριτήριο του ετύμου, υποστηρίζει για την κοινολεκτούμενη στην εποχή του αιτιατική πληθυντικού τeς (τιμeς), τη γραφή τές ­και όχι τη χρησιμοποιούμενη επί αιώνες ταίς (τιμαίς)­ ενώ για τον τύπο τiς (γυναίκες), τη γραφή τος (γυναίκες) ­ κατ’ αναλογία με τη «νέα» ονομαστική πληθ. ο (γυναίκες). Απορρίπτει δηλαδή τόσο τη γραφή τος, που υπαινίσσεται την παρουσία δοτικής, όσο και τη γραφή τς (γυναίκες), που είχε εισηγηθεί ο «αιρεσιάρχης» Ψυχάρης, και η οποία τελικά, σε πείσμα του επιχειρήματος του ετύμου, επικράτησε στη νέα ελληνική. Κατά τον ίδιο τρόπο, επικράτησε η γραφή των παλαιών δευτερόκλιτων ονομάτων με -ης, Αντώνης, Βασίλης κ.ο.κ., και όχι φυσικά η γραφή Αντώνις (<Αντώνιος), Βασίλεις (<Βασίλειος), που διασώζει το έτυμο.

Για να περάσουμε σε πιο πρόσφατες αλλαγές, η αποδοχή του συγκρητισμού μεταξύ οριστικής και υποτακτικής και στο επίπεδο της ορθογραφίας, με την κατάργηση των γραφών      -η(ς) και -ωμεν/-ωνται, και την υιοθέτηση των τύπων να γράφει(ς), να γράφονται, στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης του 1976/1981, φαίνεται σήμερα απολύτως αποδεκτή· κανείς δεν θεωρεί ότι θίγει την ιστορικότητα της γλώσσας. Την ίδια αποδοχή συναντά και η ιστορικά αυθαίρετη επέκταση της γραφής με -ει(ς) στους μεσοπαθητικούς τύπους: θα λυθεί, να φανεί κ.ο.κ., κι ας μην είχε ποτέ το απαρεμφατικό λείψανο καμία σχέση με τη γραφή που επιβλήθηκε (λυθναι, φανναι κ.ο.κ.).

Από την άλλη, ενώ η φύση του τόνου στα νέα ελληνικά διαφέρει από εκείνη των αρχαίων (δυναμικός τόνος έναντι μελωδικού), το πέρασμα από την πολυτονική γραφή στη μονοτονική και απνευμάτιστη συναντά πολλές αντιστάσεις. Μισόν αιώνα πριν, το 1943, η κατάργηση των πνευμάτων και ο περιορισμός των τονικών σημείων σε πανεπιστημιακά συγγράμματα του καθηγητή Ι. Θ. Κακριδή είχε οδηγήσει στην πειθαρχική δίωξή του από τη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, γνωστή ως Δίκη των Τόνων. Σήμερα, 20 περίπου χρόνια μετά την επίσημη καθιέρωση του μονοτονικού, είναι κοινό μυστικό ότι εξακολουθεί να μην έχει την καθολική αποδοχή του πνευματικού ιδιαίτερα κόσμου, κι αυτό πέραν της παραδοσιακής διάκρισης μεταξύ δημοτικιστών - καθαρολόγων και ανεξαρτήτως ιδεολογικοπολιτικών τοποθετήσεων. Στην Ελλάδα της ΟΝΕ και των εκκλησιαστικών συλλαλητηρίων υπάρχουν άνθρωποι που θεωρούν το μονοτονικό τον σύγχρονο Δούρειο ίππο για τον αφελληνισμό του ανάδελφου έθνους μας, και την «επιβολή» του υποκινούμενη άλλοτε από το Βατικανό, άλλοτε από σιωνιστικά κέντρα, άλλοτε από το πολυεθνικό κεφάλαιο, ενίοτε δε και από τα τρία μαζί!

Γεγονός πάντως είναι ότι μεγάλη μερίδα των πνευματικών ανθρώπων, ποιητών, συγγραφέων, εκδοτών, επιμελητών εκδόσεων, επιμένουν στην ιστορική ορθογραφία. Ενώ όμως σε γενικές γραμμές υποστηρίζεται το απαραβίαστο της ιστορικότητας του πολυτονικού, στην πράξη χρησιμοποιείται ένα πολυτονικό σύστημα «κολοβωμένο», στο οποίο έχει απαλειφθεί το τονικό σημείο της βαρείας (με διακριτό ρόλο στο τονικό σύστημα που επινόησαν οι Αλεξανδρινοί γραμματικοί). Έχει επίσης απαλειφθεί σ' αυτό η άλλοτε μακρά και άλλοτε βραχεία φύση των δίχρονων φωνηέντων (λ.χ. στο θέμα των λέξεων θεωρούνται πάντα βραχέα), εφόσον δεν υπάρχει καμία παράσταση στον ομιλητή της ελληνικής για το πώς προφερόταν στην κλασσική εποχή το βραχύ ι στη λέξη πατρίδα σε αντιδιαστολή με το μακρό ι στη σφραγδα· από την άλλη πλευρά, η διάκριση αυτή είναι αδύνατον να επεκταθεί στις λέξεις που σχηματίστηκαν σε νεότερες εποχές, δεν υπάρχει δηλαδή τρόπος να απαντηθεί το ερώτημα εάν το ι του κρετίνος είναι βραχύ ή μακρό, για να πάρει οξεία ή περισπωμένη αντίστοιχα. Γεγονός αδιαμφισβήτητο είναι πως η κατάργηση της μακρότητας και της βραχύτητας, και η εξέλιξη της ελληνικής από γλώσσα με «μουσικό» τόνο σε γλώσσα με «δυναμικό» τόνο, είχε ήδη συντελεστεί κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες ­ κι ας προσπαθούν ακόμη και σήμερα ορισμένοι να καταγράψουν με εργαλεία μέτρησης μακρές και βραχείες συλλαβές στη νέα ελληνική!

Η εμμονή διατήρησης ενός κάποιου πολυτονικού συστήματος, προκειμένου να μη διασπαστεί τουλάχιστον η εικόνα της γλωσσικής μας συνέχειας, γεννά με τη σειρά της νέα μυθεύματα, που συσκοτίζουν αδιαμφισβήτητα πορίσματα της επιστήμης. Ίσως η διατύπωση ενός μη ρηξικέλευθου δημοτικιστή, του ακαδημαϊκού Πέτρου Χάρη, πως γύρω από τη μονοτονική γραφή κονταροχτυπιούνται δύο κόσμοι ξένοι μεταξύ τους, οι Έλληνες που θέλουν να φαίνονται Έλληνες και οι Έλληνες που θέλουν να είναι Έλληνες, να αναδεικνύει το γεγονός ότι αυτό που εμφανίζεται ως κρίση της ορθογραφίας είναι στην πραγματικότητα κρίση της κοινωνίας.

Ερασιτεχνική δημιουργία τον Οκτώβριο του 2004.  Τελευταία ενημέρωση:  Κυριακή, 08 Μαρτίου 2015.