|
|
Δημοσιεύματα για το γραπτό λόγο των μαθητών Καθημερινή 10 Νοεμβρίου 2007
Οι μαθητές δεν γνωρίζουν τα ελληνικά Έρευνα καταγράφει αδυναμίες, ελλείψεις και γλωσσικά λάθη
Θεμελιώδη ερωτήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης και την ευελιξία της θέτει μεγάλη έρευνα του Κέντρου Εκπαιδευτικής Έρευνας, καταγράφοντας τα γλωσσικά λάθη των μαθητών της Α΄ Λυκείου, ελλείψεις και αδυναμίες, με κυρίαρχη τη διαπίστωση ότι το 73% των δεκαεξάρηδων δεν διαθέτει αλληλουχία στα γραπτά του. Τα ορθογραφικά και συντακτικά λάθη είναι συχνά και πυκνότατα, τα σημεία σχολιαστικής στίξης απουσιάζουν σε ποσοστό 92,3%, αλλά αυτές οι αδυναμίες θεωρούνται ήσσονος σημασίας μπροστά στις αντιφάσεις και τα λογικά άλματα που κάνουν οι μαθητές, όπως π.χ. αυτό που κατέγραψαν στην έρευνά τους οι φιλόλογοι: «Η τηλεόραση έχει περισσότερα αρνητικά, παρά θετικά και πολλοί άνθρωποι ζούνε με σοβαρά εγκεφαλικά προβλήματα λόγω αυτού», γράφει ένας μαθητής. Η ευθύνη δεν βαρύνει βέβαια μόνον τα παιδιά, αποφαίνονται, μιλώντας στην «Κ», γλωσσολόγοι και φιλόλογοι αλλά το σύνολο του σχολικού συστήματος, από τα εγχειρίδια και τη διδακτική προσέγγιση των καθηγητών έως το ίδιο το πρόγραμμα του σχολείου. Μήπως απαιτούμε από τα παιδιά περισσότερα από όσα προσφέρουμε, ρωτούν. Το σίγουρο είναι ότι οι μαθητές καλούνται να ανταποκριθούν σε απαιτητική μορφή κειμένου χωρίς να έχουν προετοιμαστεί, έτσι εκτίθενται πολλές φορές άδικα, προκαλώντας την εύκολη χλεύη των μεγαλυτέρων...
Τα «λογικά άλματα» των 16άρηδων Έρευνα αναδεικνύει σοβαρά κενά και ελλείψεις στον γραπτό λόγο, όμως «ευθύνεται στο σύνολο το εκπαιδευτικό σύστημα» Της Έλενας Καρανατση
Οι μαθητές του λυκείου δυσκολεύονται να επιχειρηματολογήσουν και επομένως να πείσουν, όταν διατυπώνουν γραπτώς τις σκέψεις τους σε μορφή δοκιμιακού κειμένου. Σύμφωνα με έρευνα του Κέντρου Εκπαιδευτικής Έρευνας, οι σχολικές εκθέσεις εμφανίζουν κενά και αδυναμίες, λογικά άλματα, ατεκμηρίωτα συμπεράσματα, αντιφάσεις. Ωστόσο, «δεν φταίνε τα παιδιά», αποφαίνονται οι ερευνητές και αποδίδουν ευθύνες στη λειτουργία ενός συστήματος (καθηγητές, δομή σχολικού προγράμματος, εγχειρίδια) που απαιτεί από τους 16άρηδες περισσότερα απ' όσα προσφέρει. Η ασθένεια των κειμένων «Η τηλεόραση έχει περισσότερα αρνητικά παρά θετικά και πολλοί άνθρωποι ζουν με σοβαρά εγκεφαλικά προβλήματα λόγω αυτού», γράφει ένας μαθητής της Α΄ λυκείου στην έκθεσή του. Πρόκειται για κενό αιτιολόγησης, είναι η παρατήρηση του γλωσσολόγου. Κοινώς, ο μαθητής με ένα λογικό άλμα παραλείπει κάποια συλλογιστικά στάδια. Σύμφωνα με έρευνα του Κέντρου Εκπαιδευτικής Έρευνας για τα γλωσσικά λάθη των μαθητών της Α΄ λυκείου, το 73% των γραπτών εμφανίζει έλλειψη λογικής αλληλουχίας. Αυτή είναι η κυριότερη ασθένεια των κειμένων, την οποία καλούνται να θεραπεύσουν οι φιλόλογοι. Η έρευνα, η οποία διεξήχθη σε δείγμα 884 μαθητών της Α΄ λυκείου σε 30 λύκεια όλης της χώρας ανέδειξε ότι όταν οι 16άρηδες καλούνται να αναπτύξουν γραπτώς τις απόψεις τους «πάσχουν» κυρίως στην επιχειρηματολογία. Δείχνουν ότι δεν έχουν κατακτήσει ακόμα τις επικοινωνιακές δεξιότητες, ώστε να συντάξουν ένα κείμενο με νοηματική συνάφεια. Δεν είναι τυχαίο ότι το 93% των μαθητών δεν κατάφερε να πείσει... Άστοχο λεξιλόγιο Συντακτικά και ορθογραφικά λάθη εμφανίζονται στα γραπτά δοκίμια των μαθητών, όπως επίσης και άστοχη επιλογή λεξιλογίου. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αντιφάσεις, στις οποίες συχνά πέφτουν οι μαθητές. Για παράδειγμα, ενώ ο μαθητής επιχειρεί να τεκμηριώσει μία άποψη, στον επίλογο ανατρέπει όλο το σκεπτικό του και καταλήγει σε άλλο συμπέρασμα π.χ. «Για την αντιμετώπιση αυτού του χάσματος πρέπει να έρθουν κοντά οι γονείς με τα παιδιά. Δηλαδή πρέπει να μπορέσουν οι γονείς να καταλαβαίνουν τα παιδιά τους», γράφει στην αρχή της έκθεσης. Και στον επίλογο καταλήγει: «Τέλος, για να μην υπάρχουν όλες αυτές οι διαφορές ανάμεσα στους νέους και στους γέρους, δηλαδή στη νέα γενιά και στην παλιά γενιά, πρέπει κάποιος από τους δύο να κάνει αυτό που θέλει». Συχνά, τα παιδιά υποκύπτουν στον πειρασμό να χρησιμοποιήσουν εκφράσεις του προφορικού λόγου. Για παράδειγμα, «Το θέμα στο βιβλίο είναι να κάτσεις και να διαβάσεις 2 - 3 σελίδες αλλά πολλοί άνθρωποι, δεν προθυμοποιούνται από τη βαρεμάρα ούτε να δουν το εξώφυλλο του βιβλίου και προτιμούν να καθηλωθούν μπροστά στο κουτί»... Χωρίς συνοχή Ένα άλλο σημείο παθογένειας είναι η συνοχή, που έγκειται στον τρόπο χρήσης κειμενικών δεικτών. Οι κειμενικοί δείκτες είναι οι λέξεις που ρυθμίζουν τις λογικές σχέσεις όπως είναι η αιτία, το αποτέλεσμα, η αντίθεση. Οι φιλόλογοι (η ομάδα του ΚΕΕ για τη γλώσσα Κεχαγιά Ερμιόνη, Μπάνου Αιμιλία, Πατεράκη Όλγα και Ρούλια Παρασκευή) που διενήργησαν την έρευνα επισημαίνουν ως τρωτά την υπερβολική χρήση προσωπικού τόνου και προσωπικών βιωμάτων, όπως στο κείμενο ενός μαθητή που γράφει «ο πατέρας μου δουλεύει σ' ένα ξενοδοχείο και θέλω από του χρόνου να δουλεύω κι εγώ εκεί και χωρίς έστω μια γλώσσα (αγγλικά) δεν θα τα καταφέρω»... Αξίζει ακόμα να σημειωθεί ότι το 74% των μαθητών δεν χρησιμοποιεί καθόλου τα εισαγωγικά, ενώ το 14,5% τα χρησιμοποιεί λανθασμένα. Από τα γραπτά των παιδιών απουσιάζουν θαυμαστικό, ερωτηματικό, αποσιωπητικά, καθώς στο 92,4% των κειμένων δεν υπήρχε κανένα σημείο σχολιαστικής στίξης! Έλλειψη χρόνου διδασκαλίας «Σίγουρα, δεν φταίνε τα παιδιά», αποφαίνεται στην «Κ» η κ. Ερμιόνη Κεχαγιά, γλωσσολόγος που συμμετείχε στην έρευνα. «Αρκεί μόνο να σας πω ότι τα 2/3 της ύλης του βιβλίου της νεοελληνικής γλώσσας αναλύουν την τέχνη της αφήγησης και της περιγραφής. Ωστόσο, από τους μαθητές δεν ζητείται να γράψουν μία έκθεση αφηγηματικού χαρακτήρα αλλά να επιχειρηματολογήσουν, κάτι στο οποίο δεν έχουν εκπαιδευτεί». Ένα άλλο πρόβλημα, που θίγει η φιλόλογος είναι η έλλειψη χρόνου διδασκαλίας. Ένα δίωρο την εβδομάδα δεν είναι αρκετό, για να προλάβουν οι καθηγητές και να διδάξουν τη γλωσσολογική θεωρία και να βάλουν τους μαθητές στη διαδικασία να σκεφτούν και να γράψουν. «Ίσως δεν θα έπρεπε να δίνεται τόση έμφαση στην εκμάθηση μιας θεωρίας που τελικά δεν είναι και τόσο χρήσιμη. Να σκεφτείτε ότι υπάρχουν ορισμοί της γλωσσολογίας στην Α΄ λυκείου, που εγώ τους έμαθα στο πανεπιστήμιο», επισημαίνει η κ. Κεχαγιά. Επιπλέον, η διατύπωση των θεμάτων της έκθεσης ενίοτε είναι προβληματική, ενώ χρειάζεται μεγαλύτερη ευρηματικότητα στην επιλογή τους, ώστε να κεντρίζεται περισσότερο το ενδιαφέρον των μαθητών. Σύμφωνα με την ίδια, οι επικοινωνιακές τεχνικές, όπως και η σύγχρονη ρητορική προσέγγιση μπορούν να διδαχθούν. Στο ερώτημα αν ο μαθητής οφείλει να υποστηρίξει την κοινώς αποδεκτή άποψη ή να παρουσιάσει τη δική του, η οποία μπορεί να είναι ακραία ή και αντισυμβατική, η κ. Κεχαγιά κρίνει ότι «αν το κείμενο έχει τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία, πρέπει να θεωρείται καλό. Ωστόσο, δεν έχουν όλοι οι εκπαιδευτικοί το ίδιο ανοιχτό μυαλό, ώστε να δεχτούν μια διαφορετική άποψη».
Τι φταίει Της Άννας Ιορδανιδου (Αναπληρώτρια καθηγήτρια Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών.)
«Κανένα κείμενο δεν μπορεί να κριθεί ανεξάρτητα από τις συνθήκες παραγωγής του. Συνήθως, η παραγωγή γραπτού λόγου στο σχολείο είναι αποκομμένη από το πλαίσιο της περίστασης κι αυτό είναι αρνητικό. Αν περιμένουμε από ένα παιδί να συγκεντρώσει όλη τη θεωρητική σκέψη και να γράψει μία έκθεση εκτός συγκεκριμένης περίστασης επικοινωνίας, είναι σαν να ζητούμε ένα δοκίμιο από έναν έτοιμο επιστήμονα. Δυστυχώς, μέχρι σήμερα, το σχολείο δεν τους έχει δώσει επαρκή εφόδια, ώστε να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις ενός επιχειρηματολογικού κειμένου. Στο νοηματικό σκέλος της έκθεσης εντοπίζονται ελλείψεις, οι οποίες οφείλονται κυρίως στις προβληματικές συνθήκες εκμάθησης. Στο γλωσσικό σκέλος (ορθογραφία, σύνταξη, στίξη), τα λάθη τα αποδίδω σε λανθασμένη διδακτική προσέγγιση. Πάντως, στα νέα σχολικά βιβλία έχει εισαχθεί το επιχείρημα και ευελπιστώ ότι σε μερικά χρόνια θα διαπιστώσουμε σαφή βελτίωση.
Καθημερινή, 10-11-07
|
|