Ο ιταλός φυσικός και φιλόσοφος Μάσιμο Πιατέλι Παλμαρίνι είναι καθηγητής
γνωστικής επιστήμης στο πανεπιστήμιο της Αριζόνα. Το ακόλουθο άρθρο του
δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Corriere della Sera».
Ελευθεροτυπία 18-10-2004
Πριν από 200 χρόνια, στις 12 Φεβρουαρίου του 1804, πέθανε στο Κένινσμπεργκ ο
Ιμάνουελ Καντ. Είναι εύκολο να πέσουμε στην απεραντολογία μιλώντας γι' αυτόν
και για το έργο του. Ακόμη και τα πιο γνωστά αποφθέγματά του αποτελούν ήδη
το νήμα με το οποίο υφαίνονται οι μύθοι: «Οφείλουμε να καθοδηγούμαστε από
την απαισιοδοξία του λόγου και από την αισιοδοξία της βούλησης». «Οι
μέγιστες βεβαιότητές μας είναι ο έναστρος ουρανός πάνω από μας και ο ηθικός
νόμος μέσα μας». «Ο λόγος είναι καταδικασμένος να θέτει ερωτήματα στα οποία
γνωρίζει ότι δεν μπορεί να απαντήσει». «Ο άνθρωπος είναι για μας πάντοτε και
μόνον ένας σκοπός και ποτέ ένα μέσο».
Έπειτα είναι οι επίμονοι επαναληπτικές και αυστηρά χρονομετρημένες κινήσεις
του, το ότι ανοίχτηκε στον κόσμο χωρίς ποτέ να μετακινηθεί από την πόλη του.
Αλλά θα τον αδικούσαμε αν αφήναμε να μας παρασύρει ο θαυμασμός (έστω και αν
είναι δικαιολογημένος) ή αν στεκόμασταν στα ανέκδοτα (έστω και αν είναι
πολυάριθμα και διασκεδαστικά). Ας μείνουμε μόνο μέσα στο πλαίσιο του λόγου,
όπως πιστεύω και ο ίδιος θα επιθυμούσε.
Πολλοί -μεταξύ των οποίων τοποθετώ και τον εαυτό μου- θεωρούν ότι η ιστορία
της φιλοσοφίας τέμνεται από μια διαχωριστική γραμμή το 1781, τη χρονιά της
δημοσίευσης του πιο σημαντικού έργου του, της «Κριτικής του καθαρού λόγου».
Υπάρχει ένα πριν και ένα μετά. Και μετά τίποτα πλέον δεν ήταν το ίδιο.
Πράγματι, είμαστε όλοι λίγο ως πολύ καντιανοί, ακόμα και αν δεν το
αντιλαμβανόμαστε. Δεν μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερη τιμή για ένα στοχαστή από
το να έχουν επηρεαστεί όλοι από αυτόν χωρίς να το αντιλαμβάνονται.
Ποιος σκέφτεται πλέον σήμερα ότι ο κόσμος είναι μόνον ένας σωρός από
αισθήσεις;
Κανείς, επειδή ο Καντ μας δίδαξε να στηρίζουμε σταθερά τον κόσμο πάνω σε
στέρεες δομές: τον χρόνο, τον χώρο, την αιτιότητα, την κρίση που σταθμίζει
την αλήθεια. Χωρίς αυτά τα στηρίγματα δεν θα μπορούσαμε ούτε να αποκτήσουμε
εμπειρία του κόσμου, ούτε να τον σκεφτούμε, ούτε και να έχουμε συνείδηση του
εαυτού μας.
Ποιος αντιλαμβάνεται πλέον σήμερα την ηθική ως υποχρέωση να υπακούμε σε ένα
κατάλογο -λογικών έστω- εντολών; Κανείς, επειδή ο Καντ μετατόπισε τον άξονα
της ηθικότητας πάνω σε διαφορετικές αρχές, πάνω σε μια μορφή που πρέπει να
είναι και αυτή τέλεια και όχι πλέον μόνον στα περιεχόμενα. Είναι ηθικό αυτό
που πηγάζει από ένα εσωτερικό κριτήριο, το οποίο αναγορεύεται σε οικουμενικό
νομοθέτη. Ο ηθικός κανόνας που ορίζω για τον εαυτό μου πρέπει να είναι
τέτοιος ώστε να μπορεί να γίνει κανόνας για όλους παντού και πάντοτε.
Ποιος σήμερα, είτε είναι πιστός είτε όχι, μπορεί να διανοηθεί μια θρησκεία η
οποία θα απορρίπτει όλους τους κανόνες του λόγου; Θα ήθελα να μπορούσα να πω
κανείς, αλλά ας πούμε σίγουρα κανείς στα δικά μας μέρη. Ο Καντ μάς δίδαξε να
τοποθετούμε και τη θρησκεία μέσα στους κανόνες του λόγου, για να την
υπερβαίνουμε έστω, αν έτσι αποφασίσουμε, αλλά ποτέ για να την αρνούμαστε.
Ποιος πιστεύει πλέον σήμερα ότι εμείς ερχόμαστε στον κόσμο σαν tabula rasa
και ότι όλα αυτά που μαθαίνουμε μας έρχονται παθητικά, επειδή μας τα
προμηθεύει η εμπειρία; Κανείς, επειδή ο Καντ κατέδειξε ότι οι κανονικότητες
του κόσμου, οι νόμοι της φύσης δεν θα μας φαίνονταν ως κανονικότητες, ως
νόμοι, αν ήδη δεν είχαμε μέσα μας την ίδια την ιδέα του νόμου, της
κανονικότητας.
Όλα αυτά εμείς τα προβάλλουμε στην εμπειρία σαν μια δέσμη φωτός και δεν τα
παίρνουμε παθητικά από την εμπειρία. Ακριβώς από τον Καντ μάθαμε να
αναρωτιόμαστε πάντοτε κάτω από ποιες προϋποθέσεις η εμπειρία είναι δυνατή.
Όταν έπειτα μετατοπιζόμαστε σε προβλήματα πολύ κοντινά σε εκείνα που μας
απασχολούν όλους, αγγίζοντας ορισμένα πολύ κεντρικά για την ψυχολογία, τις
φυσικές επιστήμες και προφανώς τη φιλοσοφία, η καντιανή κληρονομιά είναι μια
μέθοδος για να τα θέτουμε και ακόμη περισσότερο για να τα λύνουμε. Ανέκαθεν
οι φιλόσοφοι μελετούσαν τις έννοιες σαν να ήσαν πολύτιμα μαργαριτάρια. Ο
Καντ αποφάσισε να μελετήσει μάλλον τα περιδέραια στα οποία τοποθετούνται από
μας τα μαργαριτάρια, δηλαδή τις κρίσεις. Από αυτόν προέρχεται η επιμέλεια με
την οποία μεγάλο μέρος της σύγχρονης φιλοσοφίας μελετά τις «γλώσσες» (τη
γλώσσα της επιστήμης, τη γλώσσα της τέχνης, τη γλώσσα της εξουσίας και
προφανώς την αληθινή γλώσσα καθεαυτή). Είναι απόγονος του Καντ όποιος θεωρεί
ότι η γλώσσα είναι μια λεπτή συναρμολόγηση μερών και ότι το νόημα μιας
φράσης είναι το προϊόν του νοήματος των μερών της και του τρόπου συνδυασμού
τους (...).
Τέλειο από κάθε άποψη είναι το απόφθεγμα που σηματοδοτεί τη διαφορά ανάμεσα
σε αυτόν και στην αμέσως προηγούμενη φιλοσοφία, τον λεγόμενο εμπειρισμό. Για
τους εμπειριστές τίποτα δεν μπορούσε να υπάρχει στη νόηση, που δεν θα είχε
προηγούμενα περάσει από τις πόρτες της εμπειρίας. Ο Καντ συγκατένευσε. Αλλά
προσέθεσε: «Τίποτα, εκτός από την ίδια τη νόηση». Εδώ και δύο αιώνες
προσπαθούμε να καταλάβουμε αυτό το αστραποβόλο και καταραμένο «εκτός...». |