|
|
Το στοίχημα του Πασκάλ ΣΚΕΨΕΙΣ, τμήμα 233, του Blaise Pascal
Άπειρο—τίποτα.—Η ψυχή μας ρίχνεται σε ένα σώμα, όπου βρίσκει αριθμούς, χρόνο, διαστάσεις. Βάσει αυτών σκέφτεται και το ονομάζει φύση, αναγκαιότητα, και δεν μπορεί να πιστέψει τίποτε άλλο. Η ενότητα όταν προστίθεται στο άπειρο, δεν του προσθέτει τίποτα, όπως [το να προσθέσεις] ένα πόδι στο άπειρο. Το πεπερασμένο καταστρέφεται στην παρουσία του απείρου και γίνεται στην ουσία τίποτα. Ομοίως το πνεύμα μας σε σχέση με το Θεό, το ίδιο και η δικαιοσύνη μας σε σχέση με τη Θεία Δικαιοσύνη. Υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ της δικής μας δικαιοσύνης και του Θεού, και μεταξύ της ενότητας και του απείρου. [1] Η δικαιοσύνη του Θεού πρέπει να είναι τεράστια, όπως και η καλοσύνη Του. Τώρα, η δικαιοσύνη για τον έκπτωτο είναι λιγότερο τεράστια και θα έπρεπε να προσβάλει λιγότερο τα συναισθήματά μας, απ’ ότι το έλεος για τους εκλεκτούς. [2] Γνωρίζουμε ότι υπάρχει ένα άπειρο και αγνοούμε τη φύση του. Όπως ξέρουμε πως είναι λάθος ότι οι αριθμοί είναι πεπερασμένοι, είναι συνεπώς ορθό ότι υπάρχει απειρία αριθμών. Αλλά δεν ξέρουμε τι είναι. Είναι λάθος ότι είναι ζυγός αριθμός, είναι λάθος ότι είναι μονός αριθμός, γιατί η προσθήκη μιας μονάδας μπορεί να αλλάξει τη φύση του. Ωστόσο είναι αριθμός και κάθε αριθμός είναι μονός ή ζυγός (σίγουρα αυτό ισχύει για κάθε πεπερασμένο αριθμό). Άρα μπορούμε να ξέρουμε ότι υπάρχει Θεός, χωρίς να ξέρουμε τι ακριβώς είναι. [3] Δεν υπάρχει μια ουσιαστική αλήθεια, δεδομένου πώς υπάρχουν τόσα πράγματα που δεν είναι τα ίδια αλήθεια; Γνωρίζουμε, λοιπόν, την ύπαρξη και φύση του πεπερασμένου, γιατί είμαστε κι εμείς πεπερασμένοι και έχουμε έκταση [καταλαμβάνουμε χώρο]. Γνωρίζουμε την ύπαρξη του απείρου και αγνοούμε τη φύση του, επειδή έχει έκταση όπως και εμείς, αλλά δεν έχει όρια σαν εμάς. Αλλά δε γνωρίζουμε ούτε την ύπαρξη, ούτε τη φύση του Θεού, γιατί δεν έχει ούτε έκταση, ούτε όρια. [4] Αλλά μέσω της πίστης γνωρίζουμε την ύπαρξή Του, εν δόξη θα γνωρίσουμε τη φύση Του. [5] Τώρα, έχω ήδη δείξει πως μπορούμε να γνωρίζουμε την ύπαρξη ενός πράγματος χωρίς να γνωρίζουμε τη φύση του. Ας μιλήσουμε τώρα βάσει του φωτός της φύσης [της λογικής]. Αν υπάρχει Θεός, μας είναι άπειρα αδιανόητος, αφού δεν έχει ούτε μέρη, ούτε όρια, οπότε δεν έχει κάποια συνάφεια με εμάς. Είναι λοιπόν αδύνατον να γνωρίσουμε είτε τι είναι [ο Θεός] είτε αν υπάρχει [Θεός]. [6] Αφού ισχύει αυτό, ποιος θα αναλάβει να διευθετήσει το ερώτημα; [Σίγουρα] όχι εμείς που δεν έχουμε καμία συνάφεια με Εκείνον. Ποιος, λοιπόν, θα κατηγορήσει τους Χριστιανούς επειδή δεν μπορούν να δώσουν λόγους για την πίστη τους, αφού ομολογούν μια θρησκεία την οποία δεν μπορούν να αιτιολογήσουν; Δηλώνουν, εξηγώντας στον κόσμο, πως είναι ανοησία, stultitiam. Και μετά παραπονιέστε πως δεν το αποδεικνύουν! Αν το αποδείκνυαν, δε θα κρατούσαν το λόγο τους. Με το να μην έχουν αποδείξεις, δείχνουν ότι δεν τους λείπει η λογική.[7] “Ναι, αλλά αν και αυτό δικαιολογεί αυτούς που το παρουσιάζουν και αφαιρεί το φταίξιμο εκείνων που το παρουσιάζουν χωρίς αποδείξεις, δε δικαιολογεί εκείνους που το δέχονται”.[8] Ας εξετάσουμε αυτό το σημείο και ας πούμε “Ο Θεός υπάρχει ή δεν υπάρχει”. Αλλά προς τα που να κλίνουμε; Δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τη λογική εδώ. Μας χωρίζει ένα άπειρο χάος. Ένα παιχνίδι παίζεται στα άκρα αυτής της άπειρης απόστασης, όπου το αποτέλεσμα θα είναι είτε κορώνα, είτε γράμματα. Τι θα στοιχηματήσετε; Σύμφωνα με τη λογική, δεν μπορείτε να επιλέξετε ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Σύμφωνα με τη λογική, δεν μπορείτε να υπερασπιστείτε καμία πρόταση.[9] Μην κατηγορείτε για λάθος τότε εκείνους που επέλεξαν, γιατί δεν ξέρετε τίποτα για την επιλογή τους. “Όχι, αλλά δεν τους κατηγορώ επειδή επέλεξαν κάτι, αλλά απλά επειδή επέλεξαν. Γιατί και εκείνος που επιλέγει κορώνα και εκείνος που επιλέγει γράμματα κάνουν εξ ίσου λάθος. Η σωστή επιλογή είναι να μη στοιχηματίσεις καθόλου”.[10]
Ναι, αλλά πρέπει να επιλέξεις. Δεν είναι προαιρετικό.[11] Βρίσκεσαι ήδη στην θάλασσα. Τι θα διαλέξεις λοιπόν; Ας το δούμε. Αφού πρέπει να επιλέξεις, ας δούμε ποιο σε ενδιαφέρει λιγότερο. Έχεις δύο πράγματα να χάσεις. Το αληθινό και το καλό. Και δύο πράγματα να ρισκάρεις. Τη λογική και τη θέλησή σου, τη γνώση και την ευτυχία σου. Και η φύση σου έχει δύο πράγματα να χάσει. Το σφάλμα και τη θλίψη. [12] Η λογική σου δεν προβληματίζεται να επιλέξει είτε το ένα, είτε το άλλο, αφού πρέπει να επιλέξει. Αυτό το σημείο διευθετήθηκε. Αλλά η ευτυχία σου; Ας ζυγίσουμε το κέρδος και το κόστος όταν στοιχηματίσεις ότι ο Θεός υπάρχει. Ας μελετήσουμε αυτές τις δύο δυνατότητες. Αν κερδίσεις, τα κερδίζεις όλα. Αν χάσεις, δε χάνεις τίποτα. Άρα στοιχημάτισε χωρίς δισταγμό ότι ο Θεός υπάρχει. —”Ωραία και καλά αυτά. Ναι, πρέπει να στοιχηματίσω, αλλά μπορεί να στοιχηματίσω πολλά.”[13] —Ας το δούμε αυτό. Αφού υπάρχει ίσο ρίσκο κέρδους και χασούρας, αν είχες να κερδίσεις δύο ζωές αντί για μία, μπορεί να επέλεγες να στοιχηματίσεις. Αλλά αν είχες να κερδίσεις τρεις ζωές, θα έπρεπε να παίξεις (αφού πρέπει να παίξεις) και θα ήσουν εκνευρισμένος, αφού είσαι υποχρεωμένος να παίξεις [σε ένα παιχνίδι] όπου πρέπει να ρισκάρεις τη ζωή σου για να κερδίσεις τρεις σε ένα παιχνίδι που οι πιθανότητες να χάσεις και να κερδίσεις είναι οι ίδιες. Αλλά υπάρχει μια αιωνιότητα ζωής και ευτυχίας. Συνεπώς, αν υπήρχαν άπειρες πιθανότητες, από τις οποίες μόνο μια θα ταίριαζε σε σένα, δε θα έκανες λάθος να στοιχηματίσεις μία για να κερδίσεις δύο και θα ήταν βλακεία, όντας υποχρεωμένος να παίξεις, να αρνηθείς να στοιχηματίσεις μία ζωή για να κερδίσεις τρεις σε ένα παιχνίδι όπου από μια απειρία πιθανοτήτων, υπάρχει μία για σένα, αν υπήρχε μια απειρία από μια άπειρα ευτυχισμένη ζωή για να κερδίσεις. Αλλά εδώ υπάρχει μια άπειρη δυνατότητα μιας άπειρα ευτυχισμένης ζωής για να κερδίσεις, μια πιθανότητα κέρδους ενάντια σε έναν πεπερασμένο αριθμό πιθανοτήτων χασούρας και αυτό που στοιχηματίζεις είναι πεπερασμένο. Όλα είναι χωρισμένα: αν το άπειρο υπάρχει και δεν υπάρχει άπειρος αριθμός πιθανοτήτων χασούρας, δεν έχεις χρόνο να διστάσεις. Πρέπει να δώσεις όλα. Άρα, όταν κάποιος υποχρεώνεται να παίξει, πρέπει να αποκυρήξει τη λογική για να διατηρήσει τη ζωή του, αντί να ρισκάρει να [κρατήσει τη λογική αντί] για άπειρο κέρδος, που είναι εξίσου πιθανό με την απώλεια του τίποτα.[14] Είναι άχρηστο να πούμε ότι είναι αμφίβολο ότι θα κερδίσουμε και σίγουρο ότι θα ρισκάρουμε και ότι η άπειρη απόσταση μεταξύ της βεβαιότητας του τι ρισκάρουμε και της αβεβαιότητας του τι θα κερδίσουμε ισοδυναμεί με το πεπερασμένο καλό που ρισκάρουμε στην αμφίβολη αβεβαιότητα. Αυτό δεν ισχύει γιατί κάθε παίκτης πρεπει να ρισκάρει κάτι βέβαιο για να κερδίσει κάτι αβέβαιο και ωστόσο ρισκάρει κάτι πεπερασμένο και βέβαιο για μια πεπερασμένη αβεβαιότητα. Αλλά η αβεβαιότητα του κέρδους είναι ανάλογη με τη βεβαιότητα αυτού που ρισκάρεις, σύμφωνα με τις αναλογίες των πιθανοτήτων κέρδους και απώλειας. Συνεπώς, αν υπάρχει το ίδιο ρίσκο και στις δυο μεριές, θα πρέπει να παίξουμε ισορροπημένα.[15] Τότε η βεβαιότητα αυτού που ρισκάρεται είναι ίση με την αβεβαιότητα του πιθανού κέρδους, μιας και υπάρχει άπειρη απόσταση μεταξύ τους. Άρα η πρότασή μας είναι άπειρης δύναμης, όταν υπάρχει κάτι πεπερασμένο για να στοιχηματίσουμε, υπάρχει ίσο ρίσκο κέρδους και απώλειας, και κάτι άπειρο για να κερδίσουμε. Αυτό εύκολα αποδεικνύεται και αν ο άνθρωπος μπορεί να κατανοήσει μια αλήθεια, τότε είναι αυτή. “Το ομολογώ, το παραδέχομαι. Αλλά δεν υπάρχει τρόπος να δω τα χαρτιά;” —Ναι, οι Γραφές και τα λοιπά.[16] “Ναι, αλλά έχω τα χέρια μου δεμένα και το στόμα μου κλειστό. Είμαι υποχρεωμένος να στοιχηματίσω, αλλά δεν είμαι ελεύθερος. Δεν μπορώ να ξεφύγω, αλλά είμαι έτσι φτιαγμένος που δεν μπορώ να πιστέψω. Τι να κάνω τότε;”[17] Αλήθεια είναι. Αναγνωρίζεις την αδυναμία σου να πιστέψεις, αφού η λογική σε φέρνει σ’ αυτό, αλλά εξακολουθείς να μην μπορείς να πιστέψεις. Προσπάθησε τότε να πείσεις τον εαυτό σου, όχι αυξάνοντας τις αποδείξεις για [την ύπαρξη] του Θεού, αλλά με το να καταλαγιάσεις τα πάθη σου. Θέλεις να αποκτήσεις πίστη, αλλά δεν ξέρεις πώς. Θέλεις να γιατρέψεις τον εαυτό σου από την απιστία και ζητάς το γιατρικό. Μάθε από εκείνους που είχαν το ίδιο πρόβλημα και τώρα στοιχηματίζουν ό,τι έχουν. Εκείνοι είναι οι άνθρωποι που γνωρίζουν το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσεις και έχουν γιατρευτεί από το κακό από το οποίο θες κι εσύ να γιατρευτείς. Ακολούθησε το δρόμο που έφτιαξαν εκείνοι με το να παριστάνουν πως πιστεύουν, με το δέχονται αγιασμό, να πηγαίνουν σε λειτουργίες κ.λπ. Ακόμα κι αυτό θα σε κάνει να πιστέψεις και θα νεκρώσει την οξυδέρκειά σου. —”Αλλά αυτό είναι που φοβάμαι;” —Γιατί; Τι έχεις να χάσεις;[18] Αλλά για να σας δείξω πως αυτό σας οδηγεί εκεί, αυτό εδώ είναι που μειώνει τα πάθη, τα οποία σας εμποδίζουν στο δρόμο σας. Το τέλος της συζήτησης. —Τώρα, τι κακό θα σου συμβεί αν έρθεις από αυτή τη μεριά; Σίγουρα δε θα έχεις εκείνες τις δηλητηριώδεις χαρές, δόξα και άνεση. Αλλά δε θα αποκτήσεις άλλες; Θα σου πω τι θα κερδίσεις σ’αυτή τη ζωή και ότι κάθε βήμα σου σ’αυτό το δρόμο θα σου δώσει τόση βεβαιότητα κέρδους, τόσο πολύ τίποτα για να ρισκάρεις, που θα αναγνωρίσεις ότι στοιχημάτισες σε κάτι σίγουρο και άπειρο, για το οποίο δε θυσίασες τίποτα. “Αχ! Αυτή η συζήτηση με μεταφέρει, με γοητεύει” κ.λπ.[19] Αν αυτή η συζήτηση σας ευχαριστεί και τη θεωρείτε εντυπωσιακή, να ξέρετε πως γράφτηκε από έναν που πριν γράψει και μετά, έπεσε στα γόνατα και προσευχήθηκε σε εκείνο το Ον το άπειρο και χωρίς μέρη, μπροστά στο Οποίο έχει θέσει ό,τι έχει, ώστε κι εσείς να θέσετε μπροστά Του ότι έχετε για το καλό σας και τη δόξα Του, ώστε να δοθεί δύναμη στο κατώτατο.[20]
από εδώ https://onthewaytoithaca.wordpress.com/2010/08/23/pascals-wager-the-whole-thing/#002
|
|