ιστορικό δημοσιεύσεων

Καλώς ήρθατε! στον προσωπικό δικτυακό τόπο του Βασίλη Συμεωνίδη

αρχική

 

φιλολογικά

 
έκθεση α΄ λυκείου
 
έκθεση β΄ λυκείου
 
έκθεση γ΄ λυκείου
 

λογοτεχνία

 

αρχαία

 

ιστορία σχολική

 

ιστορία

 

φιλοσοφία
 
εκτός ύλης
 
συζητώντας
 
εργασίες συναδέρφων
 
ιδέες διδασκαλίας
 
επικοινωνία

.................................

Βασίλης Συμεωνίδης

δικτυακός τόπος

με εκπαιδευτικό και διδακτικό σκοπό

 

 

η αντιγραφή είναι ελεύθερη με την υπενθύμιση ότι η αναφορά στην πηγή τιμά αυτόν που την κάνει

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

 

 
 
 

τεχνική υποστήριξη

Σταυρούλα Φώλια

[Μεγάλη Ιδέα]

Richard Clogg

 

Το γεγονός ότι οι Έλληνες δεν πήραν μέρος στην υπογραφή της συνθήκης του Μαΐου του 1832 ανάμεσα στη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Ρωσία και τη Βαβαρία αποτελούσε σύμπτωμα της εξαρτημένης φύσης του νέου κράτους. Η συνθήκη αυτή καθόριζε τις προϋποθέσεις με τις οποίες ο βασιλιάς Όθωνας θα αποδεχόταν τον θρόνο και έθετε την Ελλάδα υπό την εγγύηση των Προστάτιδων Δυνάμεων. Παρόλο που η υποδοχή του νεαρού βασιλιά στην προσωρινή πρωτεύουσα, το Ναύπλιο, τον Φεβρουάριο του 1833, ήταν αρκετά αυθόρμητη, τα προβλήματα που περίμεναν τον ίδιο και την πολυάριθμη βαβαρική του ακολουθία ήταν αμέτρητα. Εκτός από τα αναπόφευκτα προβλήματα που συνδέονταν με τη δημιουργία της βασικής υποδομής σε ένα κράτος στο οποίο δεν προϋπήρχε τίποτα, ήταν πιεστική και η ανάγκη να δημιουργηθεί συνείδηση της ελληνικής ταυτότητας. Βέβαια, ο αδιάλειπτος Αγώνας για περίπου δέκα χρόνια είχε συντελέσει στην εδραίωση μιας εθνικής συνείδησης πέρα από τον κύκλο των διανοουμένων και όλων εκείνων που ήταν πρωταρχικά υπεύθυνοι για την έναρξη του πολέμου. Στην ουσία όμως, οι νέοι κυβερνήτες της Ελλάδας αντιμετώπιζαν το πρόβλημα της συγκρότησης τόσο ενός κράτους όσο και ενός έθνους. Η δημιουργία αίσθησης νομιμότητας προς το κράτος, που θα υπερκέραζε την παραδοσιακή αφοσίωση στην οικογένεια, το χωριό και τον τόπο καταγωγής, δεν ήταν εύκολο έργο.

Το βασίλειο περιέλαβε στα σύνορα του ένα πολύ μικρό ποσοστό – λιγότερο από το ένα τρίτο – του ελληνικού πληθυσμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, γεγονός πού δημιουργούσε εντάσεις, οι οποίες δεν θα αμβλύνονταν παρά μόνον όταν, περίπου ενενήντα χρόνια μετά την παραχώρηση της ανεξαρτησίας, η αλυτρωτική πολιτική της Μεγάλης Ιδέας θα έσβηνε στις στάχτες της Σμύρνης το 1922. Οι θιασώτες της Μεγάλης Ιδέας οραματίζονταν να ενώσουν εντός των συνόρων ενός ενιαίου κράτους με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη όλες τις ελληνικές περιοχές της Εγγύς Ανατολής. Ο όρος «Μεγάλη Ιδέα» διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον βλάχικης καταγωγής Ιωάννη Κωλέττη, ο οποίος, από γιατρός του γιου του Αλή πασά, είχε αναδειχθεί στην πιο ισχυρή πολιτική μορφή των δύο πρώτων δεκαετιών του ανεξάρτητου βασιλείου. Το 1844, στις συζητήσεις της Βουλής σχετικά με το πρώτο σύνταγμα, ο Κωλέττης υπερασπίστηκε με σθένος τους ετερόχθονες, τους Έλληνες δηλαδή που προέρχονταν από περιοχές εκτός των αρχικών ορίων του βασιλείου, έναντι των ηγεμονικών αξιώσεων των αυτοχθόνων, των γηγενών από τις περιοχές που πρωτοστάτησαν στη διεξαγωγή του Αγώνα. Υπογράμμισε, μάλιστα, ότι Έλληνες δεν ήταν μόνο οι κάτοικοι του βασιλείου, αλλά και εκείνοι που ζούσαν σε οποιαδήποτε χώρα συνδεδεμένη με την ελληνική ιστορία ή την ελληνική φυλή. Δύο ήταν τα κύρια κέντρα του ελληνισμού, η Αθήνα, η πρωτεύουσα του βασιλείου, και η Πόλη, «το όνειρο και η ελπίδα όλων των Ελλήνων».

Το ελληνικό βασίλειο δεν είναι όλη η Ελλάδα, αλλά μόνον ένα μέρος της, το μικρότερο και το φτωχότερο. Έλληνας δεν είναι μόνον εκείνος που ζει μέσα σ' αυτό το βασίλειο, αλλά και εκείνος που ζει στα Ιωάννινα, στη Θεσσαλία, στις Σέρρες, στην Αδριανούπολη, στην Κωνσταντινούπολη, στην Τραπεζούντα, στην Κρήτη, στη Σάμο και σε όποια γη συνδέεται με την ελληνική ιστορία και την ελληνική φυλή.

Ο Ιωάννης Κωλέττης στη Συντακτική Συνέλευση του 1844

Η Μεγάλη Ιδέα, απηχώντας και τις μεσσιανικές προσδοκίες των προφητειών που ήταν ευρέως διαδεδομένες τόσο στην περίοδο της οθωμανικής κατοχής όσο και στους νεότερους χρόνους, θα γινόταν η κυρίαρχη ιδεολογία του νεοσύστατου κράτους. Κατά κανέναν τρόπο, πάντως, δεν αποτελούσε μοναδικό φαινόμενο στα Βαλκάνια του 19ου αιώνα. Οι Σέρβοι, οι Ρουμάνοι, οι Βούλγαροι και οι Αλβανοί, όλοι είχαν το δικό τους όραμα, αντίστοιχο με αυτό της «Μεγάλης Ελλάδας». Ενώ όμως οι άλλοι βαλκανικοί λαοί ήταν σχετικά συμπαγείς, οι Έλληνες βρίσκονταν διασκορπισμένοι σε ολόκληρη την Εγγύς Ανατολή. Υπήρχαν ελληνικοί πληθυσμοί εγκατεστημένοι στην ευρύτερη περιοχή της νότιας βαλκανικής χερσονήσου που εκτεινόταν από την Αυλώνα (σήμερα νότια της Αλβανίας), στα δυτικά, μέχρι τη Βάρνα της σημερινής Βουλγαρίας, στα ανατολικά. Στον Βορρά ήταν σε μεγάλο βαθμό αναμεμειγμένοι με Σέρβους, Βούλγαρους, Αλβανούς, Τούρκους και Βλάχους, Όταν εκδηλώθηκαν στα Βαλκάνια οι εθνικιστικές ανταγωνιστικές διεκδικήσεις αυτής της περιοχής – τέλη 19ου, αρχές 20ού αιώνα, την εποχή δηλαδή που εκδιώκονταν οι Οθωμανοί από την Ευρώπη –, οι μάχες που ακολούθησαν ήταν αιματηρές και τα σύνορα που προέκυψαν ήταν, αναπόφευκτα, ρευστά.

Παρόλο που υπήρχαν μεγάλες μουσουλμανικές μειονότητες στην Κύπρο και την Κρήτη (όπου οι μουσουλμάνοι ήταν ελληνόφωνοι), οι κάτοικοι των νησιών του Αιγαίου στη μεγάλη τους πλειονότητα ήταν Έλληνες, αν και μόνο λίγα αχό αυτά τα νησιά ενσωματώθηκαν στα σύνορα του 1832. Επιπλέον, υπήρχαν μεγάλοι ελληνικοί πληθυσμοί στην ίδια την οθωμανική πρωτεύουσα, στα παράλια της Θάλασσας του Μαρμαρά και κατά μήκος των δυτικών ακτών της Μικράς Ασίας, με μια ιδιαίτερη συγκέντρωση ελληνικού στοιχείου στη Σμύρνη και την Καππαδοκία, στο κέντρο της Ανατολίας. Εδώ, όπως και σε άλλα μέρη της Μικράς Ασίας, αλλά και στην ίδια την Κωνσταντινούπολη, πολλοί Έλληνες ήταν τουρκόφωνοι. Άλλη μεγάλη συγκέντρωση Ελλήνων υπήρχε στον Πόντο, ανάμεσα στις Ποντικές Άλπεις και στα νότια παράλια της Μαύρης Θάλασσας. Αποκομμένοι από τον ρου της ελληνικής ζωής, οι Πόντιοι Έλληνες – μεγάλος αριθμός των οποίων μετανάστευσε τον 19ο αιώνα στα πιο φιλόξενα ρωσικά παράλια της Μαύρης Θάλασσας – μιλούσαν ένα ιδίωμα της ελληνικής γλώσσας το οποίο ήταν ελάχιστα κατανοητό σε άλλα μέρη του ελληνικού κόσμου.

Richard Clogg,  Συνοπτική ιστορία της Ελλάδας 1770 – 2000, Κάτοπτρο 2003, σελ. 67-70

Ερασιτεχνική δημιουργία τον Οκτώβριο του 2004.  Τελευταία ενημέρωση:  Παρασκευή, 03 Απριλίου 2015.