ιστορικό δημοσιεύσεων

Καλώς ήρθατε! στον προσωπικό δικτυακό τόπο του Βασίλη Συμεωνίδη

αρχική

 

φιλολογικά

 
έκθεση α΄ λυκείου
 
έκθεση β΄ λυκείου
 
έκθεση γ΄ λυκείου
 

λογοτεχνία

 

αρχαία

 

ιστορία σχολική

 

ιστορία

 

φιλοσοφία
 
εκτός ύλης
 
συζητώντας
 
εργασίες συναδέρφων
 
ιδέες διδασκαλίας
 
επικοινωνία

.................................

Βασίλης Συμεωνίδης

δικτυακός τόπος

με εκπαιδευτικό και διδακτικό σκοπό

 

 

η αντιγραφή είναι ελεύθερη με την υπενθύμιση ότι η αναφορά στην πηγή τιμά αυτόν που την κάνει

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

 

 
 
 

τεχνική υποστήριξη

Σταυρούλα Φώλια

Οι αρχαίοι Έλληνες στη νεοελληνική λαϊκή παράδοση

 

Ι.Θ. Κακριδή, Οι αρχαίοι Έλληνες στη νεοελληνική λαϊκή παράδοση, ΜΙΕΤ 1997, σ. 15-15, 45-46

 

Πώς ο ελληνικός λαός ξαναπήρε το όνομα Έλληνες πριν από ενάμιση κάπου αιώνα, μέσα στους αγώνες του Εικοσιένα, αυτό είναι μια άλλη ιστορία, που μας έχει απασχολήσει σε ιδιαίτερη μελέτη. Εδώ, ό,τι πρέπει να ξέρουμε είναι πως στο Μεσαίωνα κάθε συνειδητός δεσμός ανάμεσα στον ελληνικό λαό και στην αρχαία Ελλάδα είχε λείψει. Έλλην σήμαινε τον ειδωλολάτρη και τίποτε άλλο, μια σημασία που κρατήθηκε ζωντανή ως σήμερα ακόμα στην Κρήτη.  Οι ίδιοι ήταν Ρωμιοί, Γραικοί, Χριστιανοί, μια φορά όχι Έλληνες.

Και όμως τα χτίσματα που είχαν υψώσει οι αρχαίοι Έλληνες, αυτά πώς να ξεχαστούν; Όσο και να τα είχαν δαμάσει ο χρόνος και οι άνθρωποι, οι γενεές των Ελλήνων τα έβλεπαν μπροστά τους κάθε μέρα, κάστρα και ναούς και τείχη. Σε κάθε μεριά της ελληνικής γης αντίκριζαν παλαιικά χτίρια, όπου οι πέτρες, πελώριες, μονοκόμματες, ασήκωτες, υψώνονταν ακουμπώντας η μια πάνω στην άλλη χωρίς συγκολλητική όλη. Και όταν ο χωρικός όργωνε το χωράφι του, συχνά τύχαινε να ξεχώσει μαρμαρένιες πλάκες με γράμματα αδιάβαστα, ή και τάφους, όπου, έξω από το σκέλεθρο του νεκρού, στοιβάζονταν αγγεία και όπλα και εργαλεία, όλα παράξενα και πρωτόφαντα. Και κάτι άλλο όμως: σε νεώτερα χρόνια ο ελληνικός λαός παραξενευόταν βλέποντας ξένους, που τους πίστευε όλους Εγγλέζους μυλόρδους, να φτάνουν από τις μακρινές χώρες τους στην Ελλάδα για να επισκεφτούν τους γκρεμισμένους ναούς, να περιδιαβάσουν τα χαλάσματα και να δοκιμάσουν να σκάψουν μέσα στα ερείπια. Αλήθεια, γιατί να δείχνουν τόση περιέργεια για τα χαλάσματα, τις κομματιασμένες πέτρες και τα σπασμένα αγγεία οι Φράγκοι;

Όλες αυτές οι παρατηρήσεις και οι απορίες ξεσήκωναν τη φαντασία του απλού ανθρώπου· έτσι πλάστηκαν πλήθος παραδόσεις για το λαό που σε χρόνια παλιά είχε χτίσει τέτοια κάστρα και ναούς και τάφους. Ο λαός αυτός κρατούσε το όνομα Έλληνες, ό,τι όμως ιστορούσαν τώρα γι’ αυτόν δεν είχε καμιά σχέση με την πραγματική ζωή των αρχαίων Ελλήνων. Και επειδή ερείπια και τάφοι βρίσκονται σε όλο τον ελληνικό χώρο, οι ιστορίες για τους Έλληνες προβάλλουν σε κάθε γωνιά της ελληνικής γης, τον Πόντο και την Κύπρο, τη Θεσσαλία και την Ήπειρο, τη Μακεδονία και τη Θράκη, τη Ρούμελη και το Μοριά, τα Εφτάνησα και τα αιγαιοπελαγίτικα νησιά και την Κρήτη.

[…]

 σ. 14-15

 

 

 

Βασική προϋπόθεση για όλες αυτές τις ιστορίες που οι νεώτεροι Έλληνες έχουν να διηγηθούν για τον μυθικό λαό των Ελλήνων είναι η πίστη πως όλα αυτά έγιναν σε πολύ παλιά χρόνια – ακόμα και όταν δε γίνεται ρητός σχετικός λόγος. Έτσι ακούγεται συχνά – και όχι μόνο στις παραδόσεις που είδαμε – η στερεότυπη φράση στον καιρό των Ελλήνων ή και από τον καιρό των Ελλήνων, για να χρονολογηθούν περιστατικά που πρέπει να έγιναν σε καιρούς πανάρχαιους. Είναι χαραχτηριστικό ότι η γριά εκκλησιάρισσα που έδειξε στον Γάλλο αρχαιολόγο Heuzey το πλευρό του Έλληνα, τοποθέτησε την εποχή των Ελλήνων πριν από τους πρωτόπλαστους της Παλαιάς Διαθήκης και επικαλέστηκε τη μαρτυρία του Ευαγγελίου. Ιδιαίτερη σημασία έχει η παρατήρηση ότι στις μισές και πάνω από τις ιστορίες που καταγράψαμε λόγος γίνεται για τους Έλληνες, όχι για τους αρχαίους Έλληνες. Αυτό θα πει πως ο λαός στα χρόνια που σχηματιζόταν η μυθολογία αυτή τον εαυτό του δεν τον θεωρούσε Έλληνα, αφού στους Έλληνες έδινε υπερφυσικές δυνάμεις και τοποθετούσε την ακμή τους ακόμα και πριν από τον Αδάμ. Και όταν όμως ο Κορνάρος, στον 17ο ακόμα αιώνα, ανοίγει την ιστορία του Ερωτόκριτου και της Αρετούσας με τους στίχους (I, 19κ.):

Τσί περαζόμενους καιρούς πού οι Έλληνες όριζα

κι οπού δεν είχε η πίστη ντως θεμέλιο μηδέ ρίζα,

μας δηλώνει έμμεσα, αλλά απαρεξήγητα, πως ούτε τον εαυτό του ούτε τους σύγχρονους του χριστιανούς της Κρήτης τους λογάριαζε για Έλληνες. Και όταν ως σήμερα ακόμα σε μερικούς τόπους η προσωνυμία Έλληνες δίνεται σε μεγαλόσωμους και χεροδύναμους ανθρώπους ή η ιδιαίτερα βαριά δουλειά ενός σημερινού εργάτη παραβάλλεται με ενός Έλληνα ή χαραχτηρίζεται ως ελληνική, δεν μπορεί να γεννηθεί αμφιβολία πως οι χαραχτηρισμοί αυτοί μόνο σε μιαν εποχή ήταν δυνατό να δοθούν, όταν το εθνικό Έλληνες περιοριζόταν αποκλειστικά στη μυθική φυλή των Ελλήνων. Θα ήταν αλήθεια αδιανόητο η τιμητική αυτή σύγκριση να γίνεται με κάτι πολύ συνηθισμένο όπως είναι ενός σημερινού Έλληνα η δύναμη, το ανάστημα και η δουλειά.

Το κύριο χαραχτηριστικό των μυθικών Ελλήνων είναι το υπερφυσικό ύψος και η θαυμαστή σωματική αντοχή. Την πρώτη και κύρια αφορμή για μια τέτοια πίστη την προκάλεσαν το δίχως άλλο τα εντυπωσιακά ερείπια των ελληνικών χτισμάτων που βρίσκονται εδώ κι εκεί μέσα στον ελληνικό χώρο. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο ο γιγαντισμός και η ρωμαλεότητα των Ελλήνων βρίσκονται συχνά δεμένα άμεσα με τα παλιά χτίρια. Την πίστη αυτή τη βοήθησε να ρίξει ρίζες και η κοινή στο λαό προκατάληψη ότι οι παλιές γενιές ήταν πιο χεροδύναμες. Έτσι οι Έλληνες παρουσιάζονται να ανήκουν σ’ έναν ιδιαίτερο κόσμο και αντιδιαστέλλονται έντονα με τη σημερινή καχεχτική γενιά των ανθρώπων που χαραχτηρίζονται μύγες, ψοφίμια και κακαντράκηδες.

[…]

σ. 45-46

Ερασιτεχνική δημιουργία τον Οκτώβριο του 2004.  Τελευταία ενημέρωση:  Κυριακή, 08 Μαρτίου 2015.