|
|
Ο Ολυμπιονίκης Χαρίλαος Βασιλάκος
του Ντόναλντ Μακφαίηλ http://www.mani.org.gr/kzaharias/arthra1996/5_vasilakos.htm
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Πολλές φορές όταν κατέβαινα στο Λυγερέα ερχόταν η συζήτηση για τον Ολυμπιονίκη Χαρίλαο Βασιλάκο που κατάγεται από το ομώνυμο χωριό. Οι γεροντότεροι με θλίψη μου έλεγαν ότι ο Χαρίλαος αδικήθηκε στο Μαραθώνιο δρόμο και ότι αυτός ήταν ο πρώτος νικητής και όχι ο Λούης. Εγώ χαμογελούσα και δεν έδινα την απαραίτητη προσοχή γιατί το απέδιδα σε υπέρμετρο τοπικισμό. Κάποτε όμως συναντήθηκα με κάποια μακρυνή συγγενή του Βασιλάκου που ζει μόνιμα στην Αμερική και μου είπε ότι εκεί άκουσε από αρκετούς Αμερικάνους ότι ο περιβόητος πρώτος Ολυμπιονίκης Λούης δεν ήταν ο πραγματικός. Είχαν ακούσει από παλαιότερους Αμερικάνους αθλητές των πρώτων Ολυμπιακών, ότι στην Αθήνα έγινε κομπίνα και ότι τον Λούη τον πέρασαν με άλογο μπροστά στην έρημη τότε ύπαιθρο, κάποια στιγμή που δεν ήταν κοντά κάποιος άλλος αθλητής. Ε αυτό ήταν. Αποφάσισα να το ψάξω το θέμα. Ότι βρήκα και άκουσα δημοσιεύεται σε αυτό το αφιέρωμα επ' ευκαιρία των 100 χρόνων των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών αγώνων. Από κει και πέρα ας κρίνει ο καθένας.
ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ Αθήνα 5-14/09/1896
Με το παλιό ημερολόγιο οι ημερομηνίες αντιστοιχούν στις 25 Μαρτίου - 3 Απριλίου. Την προηγoύμενη μέρα Κυριακή του Πάσχα 24 Μαρτίου έγιναν τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντος του Εθνικού ευεργέτη Γεωργίου Αβέρωφ. Ο κόσμος άρχισε από τις εννέα το πρωί να συγκεντρώνεται έξω από το Στάδιο. Αθηναίοι, Πειραιώτες, Έλληνες, Ευρωπαίοι και από άλλες χώρες. Την τήρηση της τάξεως είχε αναλάβει ένας λόχος του 7ου Πεζικού Συντάγματος. Η άφιξη των συντεχνείων, 25 περίπου, με τις σημαίες και τα λάβαρα τους παρουσιάζουν μεγαλοπρεπές θέαμα. Κατά τις 10.30 με ανακτορικό αμάξι φθάνουν ο διάδοχος Κωνσταντίνος, και οι Βασιλόπαιδες Γεώργιος και Νικόλαος. Νωρίτερα είχαν φτάσει ο δήμαρχος, ο Ρώσσος στρατηγός Μπατόφσκι, ο Σουηδός Συνταγματάρχης Μπλάκ, όλοι οι αξιωματούχοι των χωρών που παίρνουν μέρος στους Ολυμπιακούς και τα μέλη της διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής με επικεφαλής τον Βαρώνο Πιέρ Ντε Κουμπερντέν που είναι ο αναβιωτής των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. Συμμετέχουν 13 χώρες με 285 αθλητές και 9 αθλήματα. Η Φιλαρμονική Ζακύνθου ανακρούει τον Ελληνικό Εθνικό Ύμνο. Ο κος Φιλλήμων κάτω από συνεχή βροχή εκφωνεί ωραίο λόγο. Αναφέρεται στην ιστορία του Παναθηναϊκού Σταδίου και στον Γ. Αβέρωφ που ανέλαβε όλα τα έξοδα ανακαινήσεώς του. Μετά από λίγο ο διάδοχος του θρόνου αποκαλύπτει τον ανδριάντα του ευεργέτη και ενώ η δυνατή βροχή συνεχιζότανε έληξε η πρώτη μέρα των αγώνων. Την άλλη μέρα 25 Μαρτίου άρχισε η διεξαγωγή των αγωνισμάτων αφού πρώτα ο βασιληάς Γεώργιος κήρυξε την έναρξη των αγώνων. Το στάδιο ήτανε γεμάτο από νωρίς. Εγκαίρως είχαν προσέλθει τα μέλη της βασιλικής οικογένειας, ο Μέγας Δούξ Γεώργιος Μιχαήλοβιτς με στολή λοχαγού Ουσσάρων, ο πρωθυπουργός Θ. Δελληγιάννης, οι υπουργοί, οι βουλευτές, τα μέλη της Ιεράς Συνόδου, ο αρχιεπίσκοπος των Καθολικών Περ Δόν, τα μέλη του Διπλωματικού Σώματος, Αξιωματικοί των ξένων πλοίων και οι στρατιωτικές και πολιτικές αρχές με μεγάλη στολή. Στο κέντρο του στίβου είχαν παραταχθεί οι άνδρες της Φιλαρμονικής Αθηνών, της Φρουράς Πατρών, της Κεφαλληνίας, της Ζακύνθου, της Λευκάδας και του Λαυρίου που εξετέλεσαν τον Ολυμπιακό Ύμνο του Σπύρου Σαμαρά σε στίχους του Κωστή Παλαμά. Επακολούθησαν τα αγωνίσματα της πρώτης μέρας και οι αγώνες συνεχίστηκαν και τις επόμενες σε όλους τους αγωνιστικούς χώρους με μεγάλο ενδιαφέρον. Από τα 44 αγωνίσματα του προγράμματος, πρώτες νίκες κατέκτησαν: Οι Αμερικανοί 11, οι Έλληνες 10, οι Γερμανοί 7, οι Άγγλοι 5, οι Γάλοι 5, οι Αυστριακοί και οι Ούγγροι από 2 και οι Ελβετοί και Δανοί από 1.
Ο ΜΑΡΑΘΩΝΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ
Για το αγώνισμα και το νικητή του Μαραθωνίου Δρόμου έχουν γραφεί τόσα πολλά που είναι πολύ δύσκολο να μεταφερθεί η πανηγυρική εικόνα σε αυτό το άρθρο. Αναφορικά μεταφέρονται εδώ μερικά αποσπάσματα από λευκώματα και εφημερίδες. “Όσοι δεν ευτύχησαν να ίδωσι το Παναθηναικόν Στάδιον κατά την τελευταία των αγώνων ημέρα ταύτην την ιστορική, απώλεσαν θέαμα πρωτοφανούς μεγαλοπρεπείας. Εις 70.000 υπολογίζονται οι εντός του σταδίου εισελθόντες θεατές κατά την ημέρα εκείνη. Για τον Μαραθώνιο δρόμο είχον εγγραφεί πολλοί, αλλ’ οι πλείστοι απεσύρθησαν την τελευταία ώρα μην αισθανώμενοι επαρκείς δυνάμεις. Οι απομείναντες περί τους 25, μετέβησαν από της προτεραίας, μετά της ειδικής επιτροπής και διανυκτέρευσαν εκεί. Περί την 2.00 μ.μ. ετάχθησαν εις σειράς. Ο αφέτης ταγματάρχης Γ. Παπαδιαμαντόπουλος έδωσε το σύνθημα της εκκινήσεως και ευθύς οι αγωνιστές φέροντες ελαφρά περιβολή εξεκίνησαν δρομαίοι. Μετά το Πικέρμι η κόπωσις αρχίζει να εκδηλούται εις μερικούς, οίτινες αποσύρονται εισερχομένοι εις τας παρακολουθούσας αμάξας. Ο Αμμαρουσιώτης Λούης διερχόμενος εκ του παρά το Πικέρμι Χανίου ζητεί και ροφά ποτήριον πλήρες οίνου, ερωτά περί των προτρεχώντων και μετά πεποιθήσεως δηλοί ότι θα τους καταφθάσει και θα τους περάσει. Ο Μπλέηκ καταπίπτει εις το 23 χιλιόμετρο, την θέση του δε καταλαμβάνει ο Βασιλάκος. Εις το 32 χιλιόμετρο ο Λερμεζιό κλονίζεται και πίπτει, τον παραλαμβάνουσι δε οι παρακολουθούντες και τον εισάγουσιν εντός αμάξης. Εις το 33 χιλιόμετρο ο Λούης καταφθάνει τον Φλακ και τον περνά. Μετά τον Φλάκ έρχονται ο Ούγγρος Κέρνελ, ο Βασιλάκος και ο νεαρός Μπελόκας ακμαιότατος. Εις τον 37 χιλιόμετρον έξωθεν των Αμπελοκήπων ο Λούης ταχύνει το βήμα και ο Φλάκ απελπιστείς περί της νίκης κλονίζεται και καταπίπτει. Εισάγεται δε εντός αμάξης αναίσθητος. Ο Λούης φθάνει εις την Ριζάριο σχολή πρώτος και κανιοβολισμός αναγγέλει την άφιξή του. Εν τούτοις εντός Σταδίου επεκράτει εναγώνιος προσδοκία. Η ανυπομονησία πλέον δεν συγκρατείται. Αίφνης άγνωστο πώς διαδίδεται από στόματος εις στόμα η φήμη ότι φθάνει πρώτος ο Αυστραλός Φλακ. Θλίψη και κατήφεια ζωγραφείται σε όλα τα πρόσωπα και σιγή άκρα επικρατεί εκ της γενικής αποθαρρύνσεως. Αλλά η πλάνη δεν διαρκεί πολύ. Εις στο Στάδιο φαίνεται εισερχόμενος και καλυμμένος υπό κονιορτού εκ της πολυώρου ιπασσίας ο αφέτης του Μαραθωνίου δρόμου όστις κατ ευθείαν βαίνων προς τους βασιλικούς θώκους αναγγέλει ότι προηγείται ο Λούης. Η είδησις διαδίδεται αστραπηδόν και μία ουρανομήκης ζητωκραυγή αναπέμπτεται από όλα τα στήθη, ενώ ταυτοχρόνως αντηχεί η βολή του τηλεβόλου η πιστοποιούσα την άφιξιν του Έλληνος νικητού. Τότε πλέον ουδεμία παραίνεσις, ουδέν κέλευσμα ισχύει, όλοι όρθιοι εντείνουσι την προσοχήν προς την είσοδον. Η αυτή συγκίνησις επικρατεί και εκτός του Σταδίου και ότε ο Διευθυντής της αστυνομίας έφιππος ερχόμενος μετά της ακολουθίας του από της οδού Κηφισιάς αναγγέλει συγκεκινημένος και αυτός εις τα διαπυνθανόμενα πλήθη τα σταθμεύοντα εις την λεωφόρον Ηρώδου του Αττικού ότι ο νικητής είναι Έλλην, μυριόστομοι και παρατεταμέναι αντηχούσι ζητωκραυγαί. Μετά πάροδον λεπτών τινών άτινα, εφάνησαν αιώνες, κίνησις παρατηρείται εις την είσοδον του Σταδίου. Σπεύδουσιν οι αξιωματικοί και τα μέλη της επιτροπής. Τέλος φαίνεται εισερχόμενος ανήρ φέρων λευκήν περιβολήν, ηλιοκαής και κατάρρυτος υπό ιδρώτος. Είναι ο Λούης ο νικητής του Μαραθωνίου δρόμου. Βαίνει κατάκοπος μεν, αλλ όχι μέχρις εξαντλήσεως, τροχάδην δια του προς το δεξιόν σκέλος στίβου, παρακολουθούμενος υπό των μελών της επιτροπής και των εφόρων ανευφημούντων. Ο διάδοχος και ο βασιλόπαις Γεώργιος σπεύδουσι και συντρέχουσι μετ' αυτού ένθεν και ένθεν. Ο Βασιλεύς, ότε ο δρομεύς έφθασε προ της σφενδόνης και προσκλίνει χαιρετών, εγείρεται και σείει επι πολλήν ώραν ενθουσιωδώς μετά ζωηράς συγκινήσεως το ναυτικόν του πηλίκιον. Τινές των υπασπιστών του ορμώσιν, αναγκαλίζονται τον δρομέα και τον ασπάζονται. Οι δύο βασιλόπαιδες, προσερχομένου και του πρίγκηπος Νικολάου υπανεγείρουσι τον νικητήν ως εν θριάμβω. Οι επίσημοι ξένοι χειροκροτούσι συγκεκινημένοι. Τι έγινε κατά την ώραν εκείνην εις το Στάδιον η γραφίς αδυνατεί να περιγράψη. Ήδη ο ναύτης ο εντεταλμένος την ανύψωσιν των σημαιών του ιστού, ευθύς ως είδε τον αριθμόν 17, ον έφερεν επι του στήθους ο νικητής δρομεύς, έσπευσεν να σημειώση αυτόν και να αναπετάση την Ελληνικήν σημαίαν, ης η θέα εξαγείρει θύελλαν ενθουσιασμού. Δονείται ο αήρ απο τας νικητηρίους κραυγάς. Πίλοι ρίπτονται εις τον αέρα, σείονται μανδήλια, σείονται ελληνικαί σημαίαι, κεκρυμμέναι μέχρι της στιγμής εκείνης εις τα άδυτα των κόλπων. Ολόκληρος λαός έξαλλος πανηγυρίζει την νίκην του. Το πλήθος απαιτεί δια επιτακτικών κραυγών και αι μουσικαί ανακρούουν τον εθνικόν ύμνον. Η στιγμή είναι ιερά και απέναντι του μεγαλείου αυτής και οι παρευρισκόμενοι ξένοι κατανύσσονται και εις ποικίλας γλώσσας αντηχούν αι υπέρ της Ελλάδος επευφημίαι. Ο Λούης οδηγείται εις το αποδυτήριον. Διήνυσεν την απόστασιν των 40 χιλιομέτρων εις 2 ώρας, 58 λεπτά και 50 δευτερόλεπτα. Δεύτερος μετά ολίγα λεπτά καταφθάνει ο Βασιλάκος και η εμφάνισίς του προκαλεί δευτέραν έκρηξιν ενθουσιασμού. Διήνυσεν την απόστασιν εις 3 ώρας, 6 λεπτά και 3 δευτερόλεπτα. Τρίτος φθάνει ο νεαρώτατος Αθηναίος Μπελόκας, όστις έδειξε την μεγαλυτέραν αντοχήν εις την κόπωσιν, διανύσας την απόστασιν εις 3 ώρας 6 λεπτά και 30 δευτερόλεπτα. Τέταρτος ο Ούγγρος Κέλνερ, υστερήσας του Μπελόκα κατά 5 δευτερόλεπτα. Έπειτα έρχονται κατά σειράν οι δρομείς Βρετός, Παπασυμεών, Δηλιγιάννης και Μασούρης.
ΤΙΣ Ο ΑΛΗΘΗΣ ΝΙΚΗΤΗΣ
Δανείζομαι προσωρινά τον τίτλο άρθρου της εποχής για να αναλογισθούμε και εμείς εάν ο Λούης ήταν ο πραγματικός πρώτος νικητής ή ο Βασιλάκος. Και αρχίζω με τη πιστή αντιγραφή του παραπάνω άρθρου.
ΗΜΕΡΑ 2 Απριλίου 1896 ΤΙΣ Ο ΑΛΗΘΗΣ ΝΙΚΗΤΗΣ “Κακώς εξετίμησαν και κακώς έκριναν οι συνάδελφοι και πολλοί των πολιτών και προ πάντων οι επί των Ολυμπιακών αγώνων κ. Ελλανοδίκαι περί του αληθούς νικητού του Μαραθωνίου δρόμου. Η δικαιοσύνη επέβαλεν η κρίσις να γένηται υπό τας αληθείς συνθήκας των αγώνων. Γνωστόν και αναμφισβήτητον τυγχάνει, ότι των αγώνων πρέπει να μετέχουν οι ανήκοντες εις αθλητικούς γυμναστικούς συλλόγους, οι προπαιδευόμενοι, οι προαλειφόμενοι, και δη οι προδοκιμασθέντες. Πασίγνωστον ωσαύτως τυγχάνει τίνες προδιηγωνίσθησαν και ενεκρίθησαν, εν τοις πρώτοις δε ο καλός νέος κ. Βασιλάκος. Πλην παραδόξως τας τελευταίας ημέρας, παρά τα κεκανονισμένα εγένοντο δεκτοί και έτεροι δύο χωρικοί, ο εξ Αμαρουσίου Λούης και έτερός τις. Ο Λούης ούτω μή καταπεπονημένος εκ των προτέρων αγώνων, εφάνη νικητής, υπερβαλών τον Βασιλάκον κατά τρία λεπτά της ώρας. Αλλ αληθής νικητής είναι ο Βασιλάκος και ο ευγενής νέος ηδικήθη σκληρώς και απανθρώπως’’.
Ας δούμε όμως τι γράφουν διάφορα άλλα έντυπα για το θέμα αυτό. Και αρχίζουμε από το βιβλίο τού Αθ. Ταρασουλέα “ΟΛΥΜΠΙΑΔΕΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ 1896-1906’’ “Όλοι οι Έλληνες ήταν διακεκριμένοι δρομείς και ιδιαίτερα ο επικεφαλής Πανελληνιονίκης Βασιλάκος. Ο ταγματάρχης Παπαδιαμαντόπουλος είχε γνωρίσει το Μαρουσιώτη Σπ. Λούη, όταν αυτός υπηρετούσε στο πρώτο σύνταγμα πεζικού, και διατηρώντας στη μνήμη του τη μεγάλη αντοχή και ταχύτητα αυτού του στρατιώτη τον κάλεσε να λάβει μέρος στο δοκιμαστικό Μαραθώνιο δρόμο, που έγινε στις 24/3/1896. Σε αυτόν αγωνίστηκαν για να προκριθούν οι αθλητές που θα έφερναν χρόνο κάτω από 3 ώρες και 18 λεπτά, που ήταν ο χρόνος του πανελληνιονίκη Βασιλάκου. Εκτός των δρομέων του Μαρουσιού Γ. Λαυρέντη, Ε. Παπασυμεών και Σπ. Λούη, έλαβαν μέρος στο δοκιμαστικό αγώνα και οι Χαλανδριώτες Ι. Βρεττός, Γ. Καφετζής, Σ. Μασούρης καθώς και οι καλοί δρομείς του Αγρινίου Γ. Λουλές, και Σπ. Μαντρούκας. Από αυτούς τερμάτισαν στο καθορισμένο χρονικό όριο οι δρομείς Βρεττός, Λαυρέντιος, Παπασυμεών και Καφετζής, πέμπτος ήρθε ο Λούης και έκτος ο Μασούρης, ενω πίσω του τερμάτισαν και μερικοί άλλοι. Μέ πρόταση του Παπαδιαντόπουλου συμπεριλήφθηκαν στην ομάδα και οι δύο πρώτοι επιλαχόντες δρομείς, Λούης και Μασούρης, με το σκεπτικό ότι ελάχιστα υστέρησαν, ιδιαίτερα ο Λούης κατά 27 δευτερόλεπτα από το προκαθορισμένο όριο “.
Και η εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της 31 Μαρτίου 1996, επιβεβαιώνει. “Ορντινάτσα του ταγματάρχη Παπαδιαμαντόπουλου γρήγορα έγινε διάσημος στο στρατόπεδο για την επίδοσή του στο περπάτημα’’.
Αυτά όσα αφορούν τα προκαταρκτικά του αγώνα. Σε άλλο σημείο του αφιερώματος αναφέρω ότι ο Βασιλάκος ήταν συστηματικός αθλητής και επροπονείτο καθημερινά και σκληρά. Για τον Λούη όμως δεν μπορώ να πω το ίδιο. Αλλά ας συνεχίσω. Η παρουσία του ταγματάρχη Παπαδιαμαντόπουλου φαίνεται να είναι μοιραία για τον Λούη. Τον βρίσκουμε πανταχού παρόντα και πριν τον αγώνα και κατά τη διάρκεια αυτού. Δημοσιεύω λοιπόν και μερικά άλλα αποσπάσματα εφημερίδων και ο καθένας ας βγάλει τα συμπεράσματά του.
Από το “Λεύκωμα Ολυμπιακών Αγώνων’’ των Χρ. Σβολόπουλου και Αν. Γουτέλη. “Ο αφέτης ταγματάρχης Γ. Παπαδιαμαντόπουλος μετά σύντομον προσλαλιάν έδωσε το σύθημα της εκκινήσεως δια πιστολισμού…’’.
Από την εφημερίδα “Ακρόπολις’’ της 30 Μαρτίου 1896 “Ο κ. Παπαδιαμαντόπουλος, ο ταγματάρχης του μηχανικού και επόπτης της οδού…’’
Από το ίδιο “Λεύκωμα Ολυμπιακών Αγώνων’’ των Χρ. Σβολόπουλου και Αν. Γδουτέλη. “Εις το Στάδιον φαίνεται εισερχόμενος κεκαλυμμένος υπό κονιορτού εκ της πολυώρου ιππασίας ο αφέτης του Μαραθωνίου δρόμου, όστις κατ’ ευθείαν βαίνων προς τους βασιλικούς θώκους αναγγέλει ότι προηγείται ο Λούης’’.
Προτού κάνω οποιαδήποτε κρίση δική μου, θεωρώ επιβεβλημένο να αναφέρω και τις προφορικές μαρτυρίες που υπάρχουν. Κάποιος ηλικιωμένος έφορος του Πανελληνίου που συνάντησα θυμάται τα λόγια που του είπε ο Χαρίλαος Βασιλάκος πριν πολλά χρόνια όταν ακόμα αυτός ήταν νέος και ο αθλητής εξακολουθούσε να πηγαίνει στον σύλλογο. “Όταν μπήκα στο στάδιο και τερμάτησα, γινόταν τέτοιο πανδαιμόνιο που δεν μπορώ να το περιγράψω. Ξαφνικά με πλησίασε κάποιος και με συγχάρηκε για τη δεύτερη θέση που κατέλαβα. Εγώ κεραυνοβολημένος γύρισα και του είπα. Μα πως είναι δυνατόν; Αφού δε με προσπέρασε κανείς’’. Το γεγονός αυτό μου το επιβεβαίωσε και ο 78ετής γυιός τού αθλητή Κώστας Βασιλάκος. Τον ρώτησα όμως γιατί δεν διαμαρτυρήθηκε ο πατέρας του και γιατί εν πάσει περιπτώσει δεν έκανε ένσταση. Μου είπε λοιπόν τα εξής, που τού τα εκμυστηρεύτηκε ίδιος. “Όταν μπήκα στα αποδυτήρια, πήγα αμέσως και βρήκα τον Λούη. Του είπα ότι αυτό που έκανε ήταν άτιμο. Επειδή όμως δε θέλω να αμαυρώσω την ημέρα ούτε να χαλάσω τους πανηγυρισμούς που γίνονται έξω, δε θα κάνω ένσταση. Εσένα ας σε κρίνει ο Θεός’’. Στον γιο του αλλά και σε πολλούς φίλους του είχε εκμυστηρευτεί την πιο κάτω σκηνή που κατά τη γνώμη του ήταν μέρος του σχεδίου. “Όταν έφτασα στο Χαρβάτι, εμφανίστηκε ξαφνικά ένας παπάς, τάχα ερχόμενος από την Αθήνα και φώναξε ότι άδικα συνεχίζουμε τον αγώνα γιατί ήδη οι ξένοι τερμάτισαν στο Στάδιο. Οι αφελείς χωρικοί χωρίς να καταλαβαίνουν το βρώμικο ψέμα που είπε ο παπάς, μπήκανε στο δρόμο και με εμπόδιζαν να τρέξω. Αναγκάστηκα να περάσω κάτω από τη κοιλιά ενός αλόγου για να ξεφύγω από το πλήθος. Για έναν αθλητή του Μαραθωνίου δρόμου, οποιαδήποτε στάση κατά τη διαδρομή του αγωνίσματος είναι ολέθρια. Εμείς οι Μαραθωνοδρόμοι είμαστε σαν το πολυγινομένο σύκο. Λίγο να το κουνήσεις πέφτει καταγής’’. Το στημένο αυτό εμπόδιο, εκτός από το σταμάτημα ροής τρεξίματος, στοίχισε κατά τον ίδιο σχεδόν 20 λεπτά. Την προσπάθεια όμως επιβολής της πρώτης νίκης υπέρ του Λούη είχαν καταλάβει και πολλοί ξένοι.
Στο βιβλίο “ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ “ που εξέδωσε το περιοδικό Εικόνες, βρίσκουμε γραμμένο το εξής. “Πάντως αρκετοί είναι οι ξένοι συγγραφείς που στη βιβλιογραφία τους μιλάνε για σκάνδαλο, δηλώνοντας ότι ο Σπύρος Λούης είχε κόψει δρόμο μέσα από τα χωράφια για να βρεθεί επικεφαλής στον αγώνα’’. Τώρα θα μου πείτε γιατί δεν αντέδρασαν δυναμικότερα οι ξένοι. Ίσως γιατί καταλάβαιναν ότι το θέμα ήταν εσωτερικό Ελληνικό. Τίποτα δε μπορούσε να αλλάξει την κατάσταση υπέρ των ξένων μιά και οι δύο επόμενοι νικητές ήταν Έλληνες. Αλλά οι αμφιβολίες δεν σταματάνε έως εδώ. Ο γνωστός δημοσιογράφος Γιάννης Δημαράς παληός αθλητής και αυτός, το 1988, μία μέρα πριν την έναρξη των τότε Ολυμπιακών αγώνων αφιέρωσε εκπομπή στην ΕΤ2 που ατυχώς δε μπόρεσα να δώ. Το περιεχόμενο της εκπομπής κατά ένα άρθρο της Ντέπυς Γκολέμα σε γνωστό περιοδικό της Αθήνας είναι. “Για πρώτη φορά πρωταγωνιστής μιας τέτοιας εκπομπής δεν είναι ο Σπύρος Λούης. Έχουν γραφτεί τόσα πολλά, που η εκπομπή θέλησε να σταθεί στο 2ο νικητή, (που για πολλούς ήταν και ο πραγματικός ) τον Βασιλάκο, έναν αφανή ήρωα που πέθανε με το παράπονο του ηττημένου. Τιμή στον αθλητή που δεν ενίκησε, ίδια τιμή στο νικητή, ίδια στο νικημένο’’.
Αξιοσημείωτη είναι και η παράγραφος εκείνη του πολυτελούς λευκώματος του Πανελληνίου που εκδόθηκε το 1991 επ’ ευκαιρία των 100 χρόνων του συλλόγου. Γράφει λοιπόν κάπου. “ Στο μουσείο της Ολυμπίας βρίσκεται η δάφνη με την οποίαν τον στεφάνωσε ο τότε Βασιλιάς Γεώργιος Α καθώς και η φωτογραφία του, της εποχής καθώς και η επιφυλλίδα της εφημερίδας Εσπερινή με τίτλο - Ο πραγματικός πρώτος Ολυμπιονίκης –’’.
Για συγκριτικούς και μόνο λόγους αναδημοσιεύω αποσπάσματα από το ένθετο της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ της 31 Μαρτίου 1996 με τίτλο 100 χρόνια Ολυμπιακοί Αγώνες και χορηγό τον Δήμο Αμαρουσίου. “Στο στρατό ήταν ορντινάτσα του ταγματάρχη Παπαδιαμαντόπουλου...”. “Ενώ ούτε πριν απ’ το στρατό ούτε μετά απ’ αυτόν είχε ασχοληθεί με τον αθλητισμό...”. “Εκτός από τον ίδιο προκρίθηκαν και οι συγχωριανοί φίλοι του…” (δεν αληθεύει ότι προκρίθηκε ) “Αυτοί οι έξι έτρεξαν… απροπόνητοι και στον τελικό...’’ (οι τελίτσες μεταξύ του έτρεξαν και του απροπόνητοι είναι της εφημερίδας και όχι δικές μου. Φαίνεται ότι και αυτοί αναρωτιούνται). “Αφέτης ο παλιός του γνώριμος Παπαδιαμαντόπουλος...”
Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΧΑΡΙΛΑΟΥ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ
Στα μέσα του περασμένου αιώνα στο χωριό Λυγερέα του Δήμου Μαλευρίου η ζωή κυλούσε μίζερη από τη φτώχεια και την έλλειψη ικανών βιοποριστικών μέσων. Το βελανίδι και η ελιά αποτελούσε το κύριο έσοδο της κάθε οικογένειας. Κάθε σπίτι είχε πάνω από 6 παιδιά που πολύ νέα ριχνόντουσαν και αυτά στη δουλειά. Ο Βασίλης Βασιλάκος (ή Νικολαράκος όπως τον αναφέρει στο βιβλίο του για τη μάχη του Πολυαράβου ο Καρακασώνης) είχε 4 παιδιά. Τον Γιάννη, τον Αλέξη, τον Νίκο και τον Μιχάλη. Ο τελευταίος πολύ νέος ακόμα, ανήσυχος και περιπετειώδης προτίμησε να πάρει τον δρόμο της ξενητιάς. Είχε σκοπό να πάει κάπου μακρυά αλλά κατέληξε στον Πειραιά. Εδώ ανδρώθηκε και έκανε οικογένεια. Απέκτησε τρία παιδιά. Την Ευαγγελία (1874-1955), τον Χαρίλαο (1876 -1963), και την Ουρανία (1878-1908). Πολύ νέα ακόμα πέθανε η μητέρα τους. Το 1891, σε μία οικογενειακή εκδρομή στον Αγιο Ιωάννη τον Ρέντη επ' ευκαιρία της Καθαράς Δευτέρας, ο Μιχάλης Βασιλάκος ανένηκε σε ένα δέντρο για να πιάσει μία μπάλλα. Το κλαρί δεν άντεξε το βάρος του και έπεσε και σκοτώθηκε. Την κηδεμονία των νέων παιδιών ανέλαβε κάποιος θείος τους που ήταν πολύ τσιγκούνης. Ο Χαρίλαος Βασιλάκος που του άρεσε πολύ ο αθλητισμός, για να προπονηθεί, αναγκαζότανε να πηγαίνει από το Φάληρο όπου έμενε στην Αθήνα με τα πόδια, διότι δεν του έδινε λεφτά ο θείος τους. Γυμναζότανε πότε στον νεοιδρυθέντα τότε Πανελλήνιο Γυμναστικό Σύλλλογο και πότε στο στάδιο που δεν είχε βέβαια τη σημερινή μορφή. Υπήρξε άνθρωπος της σκληρής, μεθοδικής, καθημερινής προπόνησης. Αθλητής της επιστήμης, βρισκόταν κατά κανόνα στο Παναθηναικό στάδιο μέχρι της 9 το βράδυ. Αλλά ας διαβάσουμε τι γράφει και ένα χιουμοριστικό ένα άρθρο της εποχής εκείνης.
ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ, 11 Σεπτεμβρίου 1896 “Μία πολύ εύμορφη σκηνή συνέβη εις την οδόν Φαλήρου. Συνηγωνίζετο ο Βασιλάκος με τον τροχιόδρομον. Το εικάζετε το αποτέλεσμα; Ενίκησεν ο Βασιλάκος. Τον έσκασε τον τροχιόδρομο. Τον επέρασε, όταν έφθασαν εις το Ν. Φάληρον περί τα 56 μέτρα. Ο Βασιλάκος ήρχετο απο το Παλαιόν Φάληρον και τον συνήντησε. Του ρίχνεται δια να τον περάση ο τροχιόδρομος, αλλά δεν τα καταφέρνει και ο μηχανικός δικαιολογούμενος λέγει προς τους επιβάτας, “αμ έχει καλλίτερη μηχανή απ’ τη δική μας’’. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες γυμναζότανε ήτανε πολύ δύσκολες. Ακόμα και την παραμονή των Ολυμπιακών αγώνων δεν του έδιναν άδεια από τη δουλειά του για να πάει να γυμναστεί. Αναγκαζότανε να προσκομίζει πιστοποιητικά ότι πράγματι επροπονείτο για να δικαιολογηθεί η απουσία του από τη δουλειά. Μέσα στα προσωπικά του χαρτιά βρέθηκε και το εξής χειρόγραφο δικαιολογητικό απουσίας. “Οι κάτωθι υπογεγραμμένοι πιστοποιούμεν, ότι ο Έλλην πεζοπόρος κ. Χαρίλαος Μ. Βασιλάκος γραφεύς του Πρωτοδικείου Αθηνών εκ Λακωνίας ανεχώρησεν εκ Μαραθώνος σήμερον την 5ην Μαρτίου περί ώραν 1 και 1/2 (μίαν και ημίσειαν) Μ.Μ. Προς βεβαίωσιν συνετάγη το παρόν. Εν Μαραθώνι τη 5η Μαρτίου 1896 Ο Δήμαρχος (υπογραφή δυσανάγνωστος) Ο δημοδιδάσκαλος (υπογραφή δυσανάγνωστος) (ακολουθεί μία υπογραφή ενός ιατρού) Ο Χαρίλαος Βασιλάκος τελείωσε τη νομική Αθηνών και διορίστηκε τελώνης. Υπηρέτησε τον κλάδο για 40 χρόνια, και μετατέθηκε σε διάφορα μέρη της Ελλάδος. Εφημίζετο για την κοκετοσύνη του και το άψογο ντύσιμό του. Κάθε πρωί συνήθιζε να ξυρίζεται στο κουρείο της Ομόνοιας “ Αι καλάμαι “ και αφού περναγε ανελλιπώς από τα ανθοπωλεία, έβαζε ένα λουλούδι στο πέτο του και έφευγε για το τελωνείο που ήταν στον Πειραιά. Ηταν πολύ ψηλός, αρρενωπός αλλά παραδόξως είχε πολύ ψιλή φωνή, σχεδόν σαν γυναικεία. Από τον πατέρα του κληρονόμησε μερικά οικόπεδα στη Καστέλλα και τον Προφήτη Ηλία του Πειραιά. Το 1927 στο επί των οδών Β. Παύλου και Ναυάρχου Βότση οικόπεδό του έκτισε ένα θέατρο που το ονόμασε Ολύμπιον. Λειτούργησε για 3-4 χρόνια και έκλεισε μέχρι το 1958. Το 1959 με τη βοήθεια του γιού του Κώστα μετέτρεψε το θέατρο σε κινηματογράφο με το όνομα “ Ολυμπιάς “. Ένα χρόνο μετά το θάνατό του, το 1964, ο κινηματογράφος έκλεισε. Μέχρι τα βαθειά γεράματά του ήταν αγαπητός στον κόσμο και το τιμώμενο πρόσωπο σε αθλητικές εκδηλώσεις. Πάρα πολλές φορές διετέλεσε επίτροπος ή κριτής σε αγώνες. […]
|
|