ιστορικό δημοσιεύσεων

Καλώς ήρθατε! στον προσωπικό δικτυακό τόπο του Βασίλη Συμεωνίδη

αρχική

 

φιλολογικά

 
έκθεση α΄ λυκείου
 
έκθεση β΄ λυκείου
 
έκθεση γ΄ λυκείου
 

λογοτεχνία

 

αρχαία

 

ιστορία σχολική

 

ιστορία

 

φιλοσοφία
 
εκτός ύλης
 
συζητώντας
 
εργασίες συναδέρφων
 
ιδέες διδασκαλίας
 
επικοινωνία

.................................

Βασίλης Συμεωνίδης

δικτυακός τόπος

με εκπαιδευτικό και διδακτικό σκοπό

 

 

η αντιγραφή είναι ελεύθερη με την υπενθύμιση ότι η αναφορά στην πηγή τιμά αυτόν που την κάνει

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

 

 
 
 

τεχνική υποστήριξη

Σταυρούλα Φώλια

Κεμάλ Ατατούρκ, Ομιλίες (μτφρ Συμεών Σολταρίδης), Νέα Σύνορα-Λιβάνης, 1995

 

1. Σύντομο βιογραφικό του Μουσταφά Κεμάλ

2. Η διαμαρτυρία μου προς τα ξένα κράτη

3. Η αρχή που θα ακολουθήσει το τουρκικό έθνος: εθνική πολιτική

4. Η κατάσταση των μετώπων του πολέμου

5. Δεν υπάρχει γραμμή άμυνας, υπάρχει χώρος άμυνας

6. Το πρόβλημα του Πόντου

7. Η συνθήκη της Λοζάνης

8. Οι εννιά θεμελιώδεις αρχές, το πρόγραμμα του κόμματος μας

9. Η δεύτερη φάση της διάσκεψης της Λοζάνης και η αφύπνιση του έθνους κατά τη διάρκεια των δεύτερων εκλογών

10. Επιτροπή για τα Στενά

 

1. Σύντομο βιογραφικό του Μουσταφά Κεμάλ

Ο Μουσταφά Κεμάλ γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1881. Πατέρας τον ήταν ο Αλβανός Αλί Ριζά και μητέρα του η Ζουμπεϊντέ Χανούμ, Τούρκισσα από τη Μακεδονία.

Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στο ιεροδιδασκαλείο της γειτονιάς του, ενώ μετά από μερικούς μήνες συνέχισε την εκπαίδευση του στο πρωτοποριακό, για την εποχή του, σχολείο του Σεμσί Εφέντη. Αργότερα, έδωσε εξετάσεις και πέτυχε να εισαχθεί στην Κατώτερη Στρατιωτική Σχολή Θεσσαλονίκης. Στη συνέχεια (1895-1897), φοίτησε στη Σχολή Αξιωματικών του Μοναστηρίου και τέλος στη Σχολή Πολέμου της Κωνσταντινούπολης.

Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στην Κωνσταντινούπολη μυήθηκε στο επαναστατικό κίνημα «Βατάνι» (Πατρίδα) και άρχισε να αναπτύσσει την πολιτική του σκέψη και να μελετά, κυρίως έργα του Ναμίκ Κεμάλ. Έτσι, ενώ ακόμη φοιτούσε στο τρίτο έτος, η πολιτική ωριμότητα του τον οδηγούσε σε συζητήσεις που είχαν ως κύριο θέμα την ελευθερία και τα προβλήματα της πατρίδας του. Μετά την αποφοίτηση του από την τρίτη τάξη, το 1902, πετυχαίνει και εισάγεται στη Σχολή Ειδικής Εκπαίδευσης του Γενικού Επιτελείου. Το 1903 παίρνει το βαθμό του λοχαγού, ενώ τόσο κατά την περίοδο εκείνη όσο και κατά τη διάρκεια της φοίτησης του στη σχολή, εκδίδει μια μικρή εφημερίδα που απευθύνεται στους συμφοιτητές του και αναφέρεται στις νέες φιλελεύθερες ιδέες. Με αυτόν τον τρόπο επιδιώκει να συγκεντρώσει γύρω του όλους τους νέους αξιωματικούς.

Μετά την αποφοίτηση του, τοποθετήθηκε ως επιτελικός αξιωματικός στο Τριακοστό Σύνταγμα Ιππικού του Πέμπτου Σώματος. Κατά τον Ιταλοτουρκικό πόλεμo βοήθησε στην άμυνα της Τριπολίτιδας (1911) και προβιβάστηκε σε ταγματάρχη.

Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων το 1912 ήταν μεταξύ των υπερασπιστών της Καλλίπολης, ενώ το 1913 διορίστηκε στρατιωτικός ακόλουθος στη Σόφια. Το 1915 ανέλαβε τη διοίκηση της Δέκατης Ένατης Μεραρχίας στη Ραιδεστό και πολέμησε στην περιοχή Αναφάρταλαρ των Δαρδανελίων, όπου και πρωτοφανερώθηκαν οι εξαιρετικές στρατιωτικές του ικανότητες. Το 1916 τοποθετήθηκε διοικητής του Δέκατου Έκτου Σώματος, που κατευθυνόταν προς την Αδριανούπολη, και το 1917 του Δεύτερου Σώματος στις περιοχές Μπίτλις και Μους, τις οποίες κατόρθωσε να αποσπάσει από τους Ρώσους. Το 1918 μετατέθηκε στη διοίκηση της Έβδομης Στρατιάς και συμμετείχε στις μάχες της Παλαιστίνης και της Συρίας.

Μετά την ανακωχή του Μούδρου (17-30 Οκτωβρίου 1918), ο σουλτάνος, που θέλησε να την εφαρμόσει κατά γράμμα, τον τοποθέτησε διοικητή του Ένατου Σώματος, στις ανατολικές επαρχίες της Μ. Ασίας, για να ολοκληρώσει την αποστράτευση και τον αφοπλισμό του τουρκικού στρατού. Ο Κεμάλ όμως δέχτηκε τη θέση για τους δικούς του λόγους, δηλαδή για να δημιουργήσει έναν πυρήνα αντίστασης εναντίον του διαμελισμού των ανατολικών επαρχιών.

Οι Άγγλοι αντιλήφτηκαν τους σκοπούς του και προσπάθησαν να τον συλλάβουν, αλλά εκείνος διέφυγε και πήγε στη Σαμψούντα, από όπου άρχισε ουσιαστικά την οργάνωση του κινήματος του.

Όταν οι κινήσεις του έγιναν γνωστές στο σουλτάνο, τον κάλεσε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη, ο Κεμάλ όμως αρνήθηκε και υπέβαλε την παραίτηση του από το στρατό.

Τον Ιούλιο του 1919 συνεκάλεσε στο Έρζερούμ το πρώτο συνέδριο των Τούρκων εθνικιστών και τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου το δεύτερο, στη Σεβάστεια.

Η Εθνοσυνέλευση της Σεβάστειας αποφάσισε την προκήρυξη εκλογών και τη δημιουργία προσωρινής κυβέρνησης με πρόεδρο τον Κεμάλ.

Όλο αυτό το διάστημα, και σχεδόν μέχρι τέλους, ο Κεμάλ έκρυβε τα πραγματικά σχέδια του και διακήρυττε ότι η εξουσία θα συνέχιζε να ασκείται από το σουλτάνο και χαλίφη, η εκτελεστική όμως εξουσία θα ασκείται πλέον από την κυβέρνηση του συνεδρίου της Σεβάστειας.

Τελικά, ο σουλτάνος αναγκάστηκε να προκηρύξει τις εκλογές και στις 28 Σεπτεμβρίου έπεσε η κυβέρνηση του αγγλόφιλου και φανατικά αντικεμαλικού Δαμάτ Φερίτ, τον οποίο διαδέχτηκε ο φιλοκεμαλικός Αλί Ριζά.

Για να γίνουν οι εκλογές θα έπρεπε να συγκληθεί η Εθνοσυνέλευση. Ο Κεμάλ επέμενε η σύγκληση να γίνει στην Άγκυρα, ενώ η σουλτανική κυβέρνηση στην Κωνσταντινούπολη. Τελικά η Εθνοσυνέλευση συγκλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, αλλά ενώ αυτό θεωρήθηκε προσωπική ήττα του Κεμάλ, το θετικό ήταν ότι δέχτηκε και επικύρωσε τις αποφάσεις του Ερζερούμ και της Σεβάστειας.

Οι αποφάσεις αυτές προκάλεσαν τη δυσαρέσκεια των Συμμάχων, οι οποίοι στις 316 Μαρτίου κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη, με αποτέλεσμα να διαλυθεί η βουλή και να αναλάβει και πάλι πρωθυπουργός ο Δαμάτ Φερίτ.

Ο Κεμάλ συνέχιζε να υποκρίνεται ότι στηρίζει το θεσμό του σουλτάνου, φοβούμενος τις αντιδράσεις των φιλομοναρχικών, αλλά και του λαού, συγχρόνως όμως δεν έπαυε να διαδίδει ότι ο σουλτάνος είναι αιχμάλωτος των Συμμάχων και γι' αυτό ανίσχυρος να ενισχύσει την εθνική υπόθεση.

Στις 10123 Απριλίου 1920 συγκλήθηκε η Α' Μεγάλη Εθνοσυνέλευση της Άγκυρας, που αποφάσισε το σχηματισμό κυβέρνησης με πρόεδρο τον Κεμάλ.

Στο μεταξύ άρχισε η Μικρασιατική εκστρατεία.

Στις 11 Νοεμβρίου 1922 υπογράφηκε η ανακωχή των Μουδανιών και αποφασίστηκε η σύγκληση της συνδιάσκεψης της ειρήνης της Λοζάνης. Οι Σύμμαχοι ζήτησαν να συμμετάσχουν στη Διάσκεψη και εκπρόσωποι της κυβέρνησης της Κωνσταντινούπολης και αυτό προκάλεσε την αντίδραση του Κεμάλ, ο οποίος διαχώρισε με νόμο τη μοναρχία από τη χαλιφεία και η μεν μοναρχία καταργήθηκε και ο σουλτάνος κηρύχθηκε έκπτωτος, η δε χαλιφεία διατηρήθηκε για ένα μικρό χρονικό διάστημα ακόμη.

Τέλος στις 29 Οκτωβρίου 1923, η Εθνοσυνέλευση της Αγκυρας κήρυξε ως πολίτευμα της χώρας τη δημοκρατία, με πρόεδρο, εκλεγμένο παμψηφεί, τον Κεμάλ.

Από το 1923 μέχρι το 1938, έτος του θανάτου του, αγωνίστηκε για την ανόρθωση του τουρκικού κράτους και εδραίωσε τις μεταρρυθμίσεις, με τις οποίες προσπάθησε να εισαγάγει τη νέα Τουρκία στο χώρο των πολιτισμένων κρατών της δύσης.

Λόγω της μεγάλης του προσφοράς προς το τουρκικό έθνος, το τουρκικό κοινοβούλιο του έδωσε το επώνυμο «Ατατούρκ», που σημαίνει «Πατέρας των Τούρκων».

Πέθανε στις 10 Νοεμβρίου 1938 στην Κωνσταντινούπολη, στα ανάκτορα του Ντολμπάμπαχτσε.

Κεμάλ Ατατούρκ, Ομιλίες (μτφρ Συμεών Σολταρίδης), Νέα Σύνορα-Λιβάνης, 1995, σελ. 17-20

[πάνω]

 

  

2. Η διαμαρτυρία μου προς τα ξένα κράτη 

Κύριοι, εκείνη την ημέρα έκανα την παρακάτω διαμαρτυρία, την οποία και διαβίβασα με διάφορα μέσα:

 16.3.1920

Διαμαρτυρία

Προς τους πολιτικούς εκπροσώπους της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας στην Κωνσταντινούπολη, τον πολιτικό εκπρόσωπο της Αμερικής, τα υπουργεία Εξωτερικών όλων των ουδέτερων χωρών και τον πολιτικό εκπρόσωπο της Ιταλίας. Θα πρέπει να υποβληθεί στις εθνοσυνελεύσεις της Γαλλίας, της Αγγλίας και της Ιταλίας.

Οι στρατιώτες των συμμαχικών κρατών εισέβαλαν βίαια και αδίσταχτα, σε όλα τα επίσημα, δημόσια γραφεία της Κωνσταντινούπολης και στη βουλή, που εκπροσωπεί την εθνική ανεξαρτησία μας. Συγχρόνως συνέλαβαν και πολλούς πατριώτες, από αυτούς που υπηρετούν τους εθνικούς σκοπούς. Αυτό, το τελευταίο χτύπημα στην πολιτική οντότητα και την ελευθερία του οθωμανικού έθνους, έπεσε πιο πολύ πάνω σ' εμάς τους Οθωμανούς -που είμαστε αποφασισμένοι να υπερασπιστούμε και να προστατέψουμε τη ζωή και την ύπαρξη μας- και ακόμη περισσότερο πάνω στις αρχές και στις ανθρωπιστικές αξίες του εικοστού αιώνα, στις θεμελιώδεις αρχές, όπως ελευθερία, πατρίδα και έθνος, οι οποίες αποτελούν τη βάση των σύγχρονων κοινωνιών. Τέλος, για τα πρόσφατα γεγονότα, η γροθιά και το χτύπημα αυτό έπεσαν πάνω στη συνείδηση όλων αυτών που πιστεύουν σ' αυτές τις αρχές.

Εμείς πιστεύουμε στην ιερότητα του πολέμου που αναλάβαμε για την προστασία των δικαιωμάτων και της ελευθερίας μας. Καθώς, επίσης, και ότι δεν υπάρχει καμιά δύναμη που να μπορεί να στερήσει ένα έθνος από το δικαίωμα της ζωής.

Μια τέτοια συνθήκη, όπως αυτή που σχεδιάστηκε βάσει των αρχών του Ουίλσον, χαρακτηρίζεται ως εγκληματική ενέργεια, ενώ θα μπορούσε να πει κανείς ότι δεν έχει γίνει άλλη όμοια της στην Ιστορία. Έγινε δε με το σκοπό να στερήσει το έθνος μας από τα μέσα της υπεράσπισης και της προστασίας του, σε σχέση με άλλα έθνη τα οποία δε συγκρίνονται με την τιμή και με τις αξίες του παρελθόντος του. Επιμένουμε, λοιπόν, στην άποψη μας ότι οι ενέργειες αυτές θα πρέπει να αφεθούν στη συνείδηση όχι της επίσημης, κρατικής Ευρώπης και Αμερικής, αλλά της καλλιεργημένης, συνετής, και πολιτισμένης Ευρώπης και Αμερικής. Τέλος, εφιστούμε την προσοχή όλων στην ιστορική ευθύνη που θα προκύψει από αυτό το γεγονός. Η ιερότητα και το δίκαιο του αγώνα μας σ' αυτές τις δύσκολες ώρες είναι το μεγαλύτερο στήριγμα μας μετά από τη βοήθεια του Θεού.

Εξ ονόματος της Επιτροπής των Αντιπροσώπων της Ένωσης για την Προστασία των Δικαιωμάτων Ανατολής και Ρούμελης

Μουσταφά Κεμάλ

Κεμάλ Ατατούρκ, Ομιλίες (μτφρ Συμεών Σολταρίδης), Νέα Σύνορα-Λιβάνης, 1995, σελ. 120-121

[πάνω]

 

   

3. Η αρχή που θα ακολουθήσει το τουρκικό έθνος: εθνική πολιτική 

Κύριοι, τις πρώτες ημέρες των εργασιών της βουλής, ενημέρωσα το σώμα για την κατάσταση που επικρατούσε και για τις απόψεις μου, που πίστευα ότι ήταν οι πιο ενδεδειγμένες για να τεθούν σε εφαρμογή. Η πρώτη από αυτές ήταν ότι η Τουρκία θα έπρεπε να ακολουθήσει μια εθνική πολιτική.

Όλοι γνωρίζετε ότι κατά την εποχή των Οθωμανών ακολουθήθηκε μια διαφορετική πολιτική, η οποία συνεχίστηκε και αργότερα. Εγώ προσωπικά είχα βγάλει το συμπέρασμα ότι αυτή η πολιτική δε θα μπορούσε να αποτελέσει την επίσημη πολιτική του νέου τουρκικού κράτους. Προσπάθησα, λοιπόν, να αναλύσω αυτές τις απόψεις μου στη βουλή. Τις ίδιες προσπάθειες έκανα και αργότερα. Θεωρώ σκόπιμο να σας υπενθυμίσω τα βασικά σημεία των λόγων μου, πριν και μετά από την εμφάνιση αυτού του θέματος.

Κύριοι, γνωρίζετε ότι ζωή σημαίνει πόλεμος και σύγκρουση. Η νίκη στη ζωή ταυτίζεται με την απόλυτη επικράτηση στον πόλεμο. Και αυτή εξαρτάται από τις υλικές και ψυχικές δυνάμεις που διαθέτουμε. Επίσης, η νίκη τόσο στη ζωή όσο και στον πόλεμο εξαρτάται από την επικράτηση στις επιμέρους μάχες. Η επίθεση των εθνών της Ανατολής εναντίον της Δύσης αποτελεί μια φυσική φάση της Ιστορίας. Είναι γνωστό ότι το ισχυρότερο έθνος της Ανατολής είναι το τουρκικό. Πραγματικά, οι Τούρκοι, και πριν και μετά την αποδοχή της μουσουλμανικής θρησκείας, έκαναν επιθετικούς πολέμους και έφτασαν μέχρι την Ευρώπη. Υπάρχουν και Άραβες που επιτέθηκαν στην Ισπανία και έφτασαν μέχρι τα σύνορα της Γαλλίας. Όμως, κύριοι, θα πρέπει να μην αγνοείται το γεγονός ότι σε κάθε επίθεση υπάρχει πάντα και μια αντεπίθεση. Το τέλος όλων εκείνων που επιτίθενται, χωρίς να λάβουν ασφαλή προληπτικά μέτρα απέναντι σ' αυτούς που αντεπιτίθενται, είναι η ήττα, η καταστροφή και η ολοκληρωτική εξαφάνιση.

Η αντεπίθεση της Δύσης εναντίον των Αράβων άρχισε στην Ανδαλουσία και είχε σαν αποτέλεσμα μια ιστορική καταστροφή, από την οποία αξίζει τον κόπο να πάρει κανείς ένα καλό μάθημα. Όμως δεν τελείωσε εκεί. Συνέχισαν να τους καταδιώκουν και πέρα .από τις δυτικές περιοχές της Αφρικής.

Αφού θυμηθούμε και τον Αττίλα, που έφτασε τα σύνορα της αυτοκρατορίας μέχρι τη Γαλλία και τα εδάφη της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ας φτάσουμε και στην εποχή που το οθωμανικό κράτος κατ' αρχήν ιδρύθηκε πάνω στα ερείπια του κράτους των Σελτζούκων και στη συνέχεια κατέκτησε το θρόνο και το στέμμα του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους στην Κωνσταντινούπολη. Ανάμεσα στους Οθωμανούς σουλτάνους υπήρχαν και μερικοί που ήθελαν να κατακτήσουν τη Γερμανία και το Δυτικό Ρωμαϊκό Κράτος και να ιδρύσουν μια μεγάλη αυτοκρατορία. Ένας από αυτούς σκέφτηκε να κατακτήσει όλον τον ισλαμικό κόσμο και να τον συνδέσει γύρω από ένα κέντρο. Με αυτό το σκοπό κατέλαβε τη Συρία και την Αίγυπτο. Πήρε τον τίτλο του «χαλίφη». Ένας άλλος πάλι θέλησε να κατακτήσει την Ευρώπη και παράλληλα να καταλάβει και να κυβερνήσει όλον τον ισλαμικό κόσμο. Οι συνεχείς όμως επιθέσεις της Δύσης, η αναστολή της επαναστατικής ορμής του ισλαμικού κόσμου από τις συγκυρίες καθώς και η ανέχεια των ανθρώπων, που ανήκαν σε διαφορετικά έθνη αλλά βρίσκονταν κάτω από την κυριαρχία των Οθωμανών, τελικά οδήγησαν και την Οθωμανική Αυτοκρατορία, όπως και τα άλλα κράτη, στον ιστορικό θάνατο.

Κύριοι, η βάση της εξωτερικής πολιτικής βρίσκεται στο εσωτερικό. Η εξωτερική πολιτική θα πρέπει να προσαρμόζεται στην εσωτερική κατάσταση. Στη Δύση και την Ανατολή είναι γενικά αποδεκτό ότι η εσωτερική δομή ενός κράτους θα είναι σαθρή και δε θα έχει βάσεις, εάν μέσα στα σύνορα του υπάρχουν άτομα με διαφορετική παιδεία και ιδανικά. Η εξωτερική πολιτική του είναι φυσικό να μην είναι καλή και να μην έχει ερείσματα. Αυτά τα κράτη, εφόσον δεν έχουν ενιαία εθνική εσωτερική δομή, δε θα μπορούν να έχουν και εθνική εξωτερική πολιτική. Γι' αυτό και η πολιτική του οθωμανικού κράτους δεν ήταν εθνική αλλά προσωπική, άστατη και αμφιταλαντευόμενη.

Σημαντική είναι η πολιτική που ασκεί ένα δυνατό κράτος, όταν συγκεντρώνει διάφορα έθνη κάτω από μια κοινή ονομασία και τους παρέχει ίσα δικαιώματα και όμοιες συνθήκες ζωής. Όμως αυτό εξαπατά τους ανθρώπους.

Ένας ανέφικτος επίσης σκοπός είναι η συνένωση των Τούρκων όλου του κόσμου, χωρίς διακρίσεις συνόρων. Κι αυτό γιατί οι άνθρωποι αυτοί έζησαν επί αιώνες πολλά και θλιβερά αιματηρά γεγονότα.

Η Ιστορία δεν έχει να δώσει δείγματα για την επιτυχή εφαρμογή της πολιτικής του ισλαμισμού και του τουρανισμού, δηλαδή της συνένωσης όλων των Τούρκων. Να μην ξεχνάμε και το τέλος όλων εκείνων που επεδίωξαν να δημιουργήσουν κυρίαρχα κράτη, που θα συνένωναν όλα τα έθνη. Το τέλος τους είναι γνωστό από την Ιστορία. Η ιδέα του «επεκτατισμού» είναι έξω από το θέμα μας. Και η δημιουργία ενός κράτους με ανθρωπιστικά ιδανικά απαιτεί ορισμένες προϋποθέσεις για να μπορέσει να αφομοιώσει τα διαφορετικά εθνικά αισθήματα και τους δεσμούς και να τα συνδέσει σ' ένα ενιαίο σύνολο.

Η δική μας πολιτική, η οποία μπορεί να εφαρμοστεί και είναι φωτισμένη, είναι η «εθνική πολιτική». Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ελάττωμα από το να αγνοείς τις αλήθειες με τις οποίες σε φέρνει αντιμέτωπο η σημερινή πραγματικότητα. Αυτή είναι η ρήση της Ιστορίας• αυτό είναι το καταστάλαγμα της επιστήμης, της λογικής, του σωστού τρόπου σκέψης.

Για να μπορέσει το έθνος μας να ζήσει ευτυχισμένο και δυνατό, με μία στέρεη διοικητική οργάνωση και τάξη, θα πρέπει το κράτος να ακολουθήσει μια εθνική πολιτική, που θα στηρίζεται στην εσωτερική μας πολιτική και θα ταυτίζεται μ' αυτή. Όταν λέω εθνική πολιτική εννοώ: θα πρέπει μέσα στα εθνικά μας όρια να στηριζόμαστε στις δικές μας δυνάμεις και να προστατεύουμε την οντότητα μας. Επίσης, να εργαζόμαστε για την πρόοδο και την ευημερία του έθνους και της χώρας. Να μην οδηγούμε το έθνος σε κίνδυνο και να μην αγωνιζόμαστε για την πραγματοποίηση επιθυμιών που δεν είναι εφικτές. Τέλος, μέσα στα πλαίσια του πολιτισμένου κόσμου, να επιδιώκουμε την αμοιβαία φιλία και την ανθρωπιστική διάθεση».

 Κεμάλ Ατατούρκ, Ομιλίες (μτφρ Συμεών Σολταρίδης), Νέα Σύνορα-Λιβάνης, 1995, σελ. 133-137

[πάνω]

 

 

4. Η κατάσταση των μετώπων του πολέμου 

Κύριοι, ας δούμε για μια ακόμα φορά την κατάσταση που επικρατούσε στα μέτωπα, κατά την πρώτη περίοδο των εργασιών της βουλής. 

1. Το ελληνικό μέτωπο στη Σμύρνη:

Γνωρίζετε όλοι σας ότι, όταν είχαν αποβιβαστεί οι Έλληνες στη Σμύρνη, εκεί βρισκόταν ως διοικητής του Δέκατου Έβδομου Σώματος Στρατού ο Ναντίρ πασάς με το αρχηγείο του. Η δύναμη του ήταν δύο τάγματα από την Πεντηκοστή Έκτη Μεραρχία, υπό τη διοίκηση του αντισυνταγματάρχη Χουρέμ μπέη. Αυτή η δύναμη, ύστερα από διαταγή του σωματάρχη, παραδόθηκε στους Έλληνες, χωρίς καμιά αντίσταση και με ατιμωτικό τρόπο. Ένα τάγμα από αυτή τη μεραρχία (το 172ο) βρισκόταν στο Αϊβαλί. Διοικητής του ήταν ο αντισυνταγματάρχης Αλί μπέης (ο βουλευτής του Αφιόν Καραχισάρ).

Ο ελληνικός στρατός, προσπαθώντας να επεκτείνει τα εδάφη που είχε καταλάβει, έστειλε στρατό και στο Αϊβαλί. Στις 28 Μαΐου 1919, ο Αλί μπέης επιτέθηκε κατά των ελληνικών δυνάμεων. Μέχρι τότε οι Έλληνες δεν είχαν αντιμετωπίσει καμία αντίσταση. Αντίθετα, μάλιστα, σε ορισμένες πόλεις και κωμοπόλεις ο κόσμος είχε τρομοκρατηθεί και, σύμφωνα με τις διαταγές της κυβέρνησης της Κωνσταντινούπολης, είχε υποδεχτεί τα ελληνικά στρατεύματα με ειδικές επιτροπές των οποίων ηγούντο κάποιοι υπάλληλοι. Όταν όμως ο Αλί μπέης δημιούργησε το μέτωπο στο Αϊβαλί, άρχισαν ύστερα σιγά σιγά να δημιουργούνται εθνικά μέτωπα στο Σόμα, στο Άκχισαρ και στο Σάλιχλι. Ο συνταγματάρχης Κιαζίμ μπέης (ο πρόεδρος της Βουλής Κιαζΐμ πασάς), από τις 5 Ιουνίου 1919, ανέλαβε ως εκπρόσωπος μας τη διοίκηση της Εξηκοστής Πρώτης Μεραρχίας, που βρισκόταν στη Μυσία. Αργότερα, ανέλαβε τα καθήκοντα του διοικητή του βόρειου μετώπου, που είχε οργανωθεί από τις περιοχές Αϊβαλί, Σόμα, Άκχισαρ. Μετά όμως από την τοποθέτηση του Φουάτ πασά ως διοικητή του δυτικού μετώπου, δόθηκε στον Κιαζίμ μπέη το αξίωμα του διοικητή του Βόρειου Σώματος. Ύστερα από την είσοδο των Ελλήνων στη Σμύρνη, ορισμένοι στρατιώτες και κάποιοι πατριώτες από την περιοχή του Αϊδινίου τους εναντιώθηκαν, ενώ παράλληλα προσπαθούσαν να εμψυχώσουν το λαό και να δημιουργήσουν ένοπλες εθνικές οργανώσεις. Στο μεταξύ, ο Τζελάλ μπέης (βουλευτής Σμύρνης), αλλάζοντας όνομα και αμφίεση, έφυγε από τη Σμύρνη και πήγε στην περιοχή αυτή. Θα πρέπει δε να τονιστεί τόσο ο κόπος που κατέβαλε όσο και οι προσπάθειες του. Τη νύχτα της 15ης προς 16η Ιουνίου 1919 οι δυνάμεις που έστειλε ο Αλί μπέης από το Αϊβαλί έκαναν μια ξαφνική επίθεση και διέλυσαν τις ελληνικές δυνάμεις που βρίσκονταν στην Πέργαμο. Σ' αυτή την επίθεση τους βοήθησαν και οι δυνάμεις που στάλθηκαν από τη Μυσία και την Πάνορμο. Μετά από αυτό, οι Έλληνες υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν με τα διαλυμένα και  αποδεκατισμένα τάγματα τους. Παράλληλα ενημερώθηκε και η Νάζιλα και, ενώ οι εχθροί ήταν έτοιμοι να αποχωρήσουν και από το Αϊδίνιο, το πλήθος που είχε συγκεντρωθεί από τη γύρω περιοχή άρχισε να επιτίθεται εναντίον τους. Έγινε λοιπόν μια σκληρή σύγκρουση μεταξύ Ελλήνων και λαού. Στο τέλος, οι Έλληνες εκκένωσαν το Αϊδίνιο και έφυγαν.

Έτσι, κατά τα μέσα Ιουνίου του 1919 δημιουργήθηκε και το μέτωπο του Αϊδινίου. Διοικητής της Πεντηκοστης Έβδομης Μεραρχίας, που βρισκόταν στην περιοχή, ήταν ο συνταγματάρχης Μεχμέτ Σεφίκ μπέης και διοικητής πυροβολικού της μεραρχίας ο επίλαρχος Χακί μπέης. Επικεφαλής των Εθνικών Δυνάμεων ήταν ο επίλαρχος Χατζί Σουκρού μπέης, ο Γιορούκ Αλί Εφέ και ο Ντεμιρτζΐ Μεχμέτ Εφέ. Στο τέλος, ο Ντεμιρτζί Μεχμέτ Εφέ, ο οποίος απόκτησε μεγαλύτερη ισχύ, πέτυχε να γίνει διοικητής του μετώπου του Αϊδινίου. Έχω αναφέρει και προηγουμένως ότι ο συνταγματάρχης Ρεφέτ μπέης (Ρεφέτ πασάς), που τον έστειλα αργότερα εκεί, είχε αποδεχτεί τη διοίκηση του Ντεμιρτζΐ Μεχμέτ Εφέ.

Κύριοι, τα εθνικά μέτωπα, που σιγά σιγά οργανώνονταν στις διάφορες περιοχές της Σμύρνης και ενισχύονταν από αξιωματικούς και δυνάμεις του στρατού, πετύχαιναν άμεσα αποτελέσματα, έχοντας και τη βοήθεια του λαού αυτών των περιοχών. Γι' αυτό στα μετόπισθεν ιδρύονταν εθνικές οργανώσεις. Η μεταβίβαση του καθήκοντος της υπεράσπισης της πατρίδας από το λαό στην κυβέρνηση επιτεύχθηκε αργότερα, μετά τη δημιουργία κυβέρνησης, που προερχόταν από τη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση.

 

2. Το γαλλικό μέτωπο στο νότο:

α) Για να αντιμετωπιστούν οι γαλλικές δυνάμεις, που βρίσκονταν στην περιοχή των Αδάνων, συγκροτήθηκαν Εθνικές Δυνάμεις στις περιοχές Μερσίνης, Ταρσού, Ισλάχιγε, Σελεύκειας, οι οποίες άρχισαν να πολεμούν με μεγάλη γενναιότητα. Αξίζει να γίνει αναφορά στον ταγματάρχη Οσμάν μπέη, που πολεμούσε ηρωικά με το όνομα «Τουφάν μπέης» στην περιοχή ανατολικά των Αδάνων. Οι Εθνικές Δυνάμεις έφτασαν μέχρι τη Μυρσίνη, την Ταρσό και τις περιοχές της πόλης 'Αδανα και πέτυχαν αρκετές νίκες. Στο Πόζαντι περικύκλωσαν τους Γάλλους και τους υποχρέωσαν να υποχωρήσουν.

β) Στις πόλεις Μάρας, 'Αντεπ και Ούρφα έγιναν σοβαρές συγκρούσεις. Τελικά, ο εχθρός αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Θεωρώ υποχρέωση μου να τονίσω ότι οι νίκες αυτές οφείλονταν στους Κιλίτς Αλί και Αλί Σαΐπ μπέη. Στις περιοχές όπου βρίσκονταν οι Γάλλοι και στα μέτωπα, οι Εθνικές Δυνάμεις οργανώνονταν κάθε μέρα και καλύτερα. Οι Εθνικές Δυνάμεις είχαν αρχίσει να ενισχύονται και με δυνάμεις του στρατού. Οι εχθροί πιέζονταν από όλες τις πλευρές και με όλους τους δυνατούς τρόπους.

 

Κύριοι, γι' αυτό το λόγο οι Γάλλοι, από το Μάιο του 1920, άρχισαν να αναζητούν τρόπους για να έρθουν σε επαφή μαζί μας. Πρώτα έφτασε από την Κωνσταντινούπολη στην Άγκυρα ένας επίλαρχος και κάποιος άλλος. Αυτοί αρχικά πήγαν από την Κωνσταντινούπολη στη Βηρυττό. Ο παλιός βουλευτής Βαν Χαϊντάρ μπέης ασκούσε σ' αυτούς καθήκοντα συνοδού. Η συνάντηση αυτή και οι συνομιλίες που έγιναν δεν είχαν κάποιο θετικό αποτέλεσμα. Προς το τέλος Μαΐου, έφτασε στην Άγκυρα μια γαλλική αντιπροσωπία υπό τον κύριο Ντουκέ, στον οποίο είχε ανατεθεί αυτή η αποστολή από τον έκτακτο διοικητή Συρίας. Αυτή η περίοδος της ανακωχής μάς βοήθησε να πετύχουμε την έναρξη εκκένωσης της περιοχής των Αδάνων.

Κύριοι, αυτή η συμφωνία των είκοσι ημερών, που έκανα με τη γαλλική αντιπροσωπία, σχολιάστηκε αρνητικά από ορισμένα μέλη της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης. Όμως εγώ με αυτή τη συμφωνία ήθελα να πετύχω ορισμένα πράγματα, που είναι τα εξής:

Πρώτα, ήθελα να βάλω σε κάποια τάξη τις Εθνικές Δυνάμεις, που ενισχύονταν και από λίγους στρατιώτες οι οποίοι βρίσκονταν στο μέτωπο και στην περιοχή των Αδάνων. Έχοντας επίσης υπόψη μου και το γεγονός ότι οι Εθνικές Δυνάμεις θα μπορούσαν να διαλυθούν στην περίοδο αυτή της ανακωχής, παράλληλα με την εντολή της κατάπαυσης του πυρός έδωσα και διαταγές για να ληφθούν ορισμένα προληπτικά μέτρα. Εκτός όμως από αυτό, κύριοι, ήθελα να αποσπάσω και ένα σημαντικό πολιτικό όφελος. Η Μεγάλη Εθνοσυνέλευση και η κυβέρνηση της δεν είχαν αναγνωριστεί ακόμη από τα κράτη της συμμαχίας. Αντίθετα, συνέχιζαν να αλληλογραφούν με την κυβέρνηση του Φερίτ πασά στην Κωνσταντινούπολη για τα θέματα που αφορούσαν την τύχη της πατρίδας και του έθνους. Αυτό το γεγονός, ότι δηλαδή οι Γάλλοι παραγκωνίζοντας την κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης συζήτησαν και συμφώνησαν μαζί μας στην Άγκυρα, ήταν για κείνη την εποχή ένα σημαντικό πολιτικό γεγονός. Γι' αυτές τις συνομιλίες, που αφορούσαν την κατάπαυση του πυρός, ζήτησα να εκκενωθούν όλες οι περιοχές που βρίσκονταν μέσα στα εθνικά όριά μας και ήταν υπό γαλλική κατοχή. Οι Γάλλοι αντιπρόσωποι τόνισαν ότι, για να πάρουν οδηγίες σχετικά με αυτό το θέμα, θα έπρεπε να μεταβούν στο Παρίσι. Αυτές τις είκοσι μέρες τις θεωρήσαμε αρκετές για να αποκτήσουμε μεγαλύτερη ισχύ, ώστε να μπορέσουμε να υπογραφεί μια πιο δυναμική συμφωνία. Κύριοι, τα συμπεράσματα μου από αυτή τη συνομιλία και από τις επαφές που είχα ήταν ότι οι Γάλλοι θα εκκένωναν τα Άδανα και τα περίχωρα τους. Αυτή τη σκέψη μου τη διαβίβασα στη βουλή. Τελικά όμως οι Γάλλοι, στην προσπάθεια τους να εισβάλουν στην Ηράκλεια πριν από τη λήξη της συμφωνίας, θέλησαν να φανεί ότι η συμφωνία ίσχυε μόνο για τα Άδανα, και εμείς αυτό το θεωρήσαμε αρκετό για να ακυρώσουμε τη συμφωνία. Έτσι, η συμφωνία μας με τους Γάλλους καθυστέρησε για ένα διάστημα.

Κεμάλ Ατατούρκ, Ομιλίες (μτφρ Συμεών Σολταρίδης), Νέα Σύνορα-Λιβάνης, 1995, σελ. 143-147

[πάνω]

  

 

5. Δεν υπάρχει γραμμή άμυνας, υπάρχει χώρος άμυνας 

Δεν υπάρχει γραμμή άμυνας. Υπάρχει χώρος και περιοχή άμυνας. Και αυτή η περιοχή είναι όλη η χώρα. Εάν η κάθε περιοχή της χώρας δε δεχτεί το αίμα του στρατιώτη και δεν ποτιστεί μ' αυτό, δε θα εγκαταλειφθεί από τον εχθρό. Γι' αυτό, μπορεί η οποιαδήποτε μικρή ή μεγάλη μονάδα να εκδιωχθεΐ από τα οχυρά της· όμως στο πρώτο σημείο που θα βρει την ευκαιρία θα πρέπει να αναδιοργανωθεί και να δημιουργήσει ένα νέο μέτωπο για να αντισταθεί στον εχθρό. Οι κοντινές μονάδες, εάν δεν υποχρεωθούν να οπισθοχωρήσουν, δε θα το κάνουν. Είναι υποχρεωμένες να αντισταθούν μέχρι τέλους.

Οι στρατιώτες μας, βάσει αυτού του κανονισμού, έδειξαν σε κάθε βήμα τους και μεγαλύτερο πατριωτισμό και, αποδυναμώνοντας τις εχθρικές δυνάμεις, τις έφτασαν σ' ένα τέτοιο σημείο, που να μην μπορούν να ανασυγκροτηθούν για επίθεση.

Αμέσως μόλις καταλάβαμε σε ποια φάση ήταν η μάχη και ο πόλεμος, επιτεθήκαμε κατά του εχθρού σε πολλά διαφορετικά μέρη. Ιδιαίτερα, με τις δυνάμεις μας που βρίσκονταν στη δεξιά πτέρυγα, επιτεθήκαμε στην αριστερή πτέρυγα του εχθρού, που βρισκόταν ανατολικά του ποταμού Σαγγάριου. Ο ελληνικός στρατός νικήθηκε και υποχρεώθηκε να οπισθοχωρήσει. Στις 13 Σεπτεμβρίου 1921 δεν είχε μείνει κανένα ίχνος του εχθρού ανατολικά του ποταμού Σαγγάριου. Έτσι, η μεγάλη αιματηρή μάχη στο Σαγγάριο, που διήρκεσε χωρίς καμία διακοπή είκοσι δύο μέρες και είκοσι δύο νύχτες, δηλαδή από τις 23 Αυγούστου μέχρι τις 13 Σεπτεμβρίου, συμπεριλαμβανομένων και αυτών των ημερών, θεωρείται μια μεγάλη μάχη τόσο για την ιστορία του νέου τουρκικού κράτους όσο και για την παγκόσμια ιστορία.

Αξιότιμοι κύριοι, όταν ανέλαβα την ηγεσία του στρατού, νομίζω ότι εκτός από το γεγονός ότι την πεποίθηση μου για τη νίκη την είχα μεταδώσει και στη βουλή, αυτή μου την πίστη την είχα αποδείξει και με τα έργα μου, ούτως ώστε να μην υπάρχει καμία αμφιβολία ότι έχω επιτελέσει το πρώτο ηθικό και συναισθηματικό μου καθήκον. Επιπλέον, όμως, είχα και άλλα, σημαντικά καθήκοντα και υποχρεώσεις. Μια από αυτές ήταν η κατάσταση που θα έπρεπε να διαμορφώσω για το έθνος ενώ ακόμα διαρκούσαν οι μάχες και οι συγκρούσεις.

Κεμάλ Ατατούρκ, Ομιλίες (μτφρ Συμεών Σολταρίδης), Νέα Σύνορα-Λιβάνης, 1995, σελ. 197-198

[πάνω]

 

  

6. Το πρόβλημα του Πόντου 

Αξιότιμοι κύριοι, στην αρχή της ανακοίνωσης μου είχα αναφερθεί σε κάποιο ποντιακό πρόβλημα. Αυτό το πρόβλημα με τις επιπτώσεις του είχε γίνει γνωστό σε όλους. Επειδή όμως μας έχει ταλαιπωρήσει πολύ, θα αναφερθώ σε ορισμένα σημεία που έχουν ενδιαφέρον.

Από το 1840, δηλαδή εδώ και τρία τέταρτα του αιώνα, υπάρχει, από τη Ριζούντα προς τα στενά της Κωνσταντινούπολης, στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, στην Ανατολία, ένας αριθμός Ρωμιών που θέλει να αναστήσει τον αρχαίο Ελληνισμό. Κάποιος μοναχός με το όνομα Κλημάτιος, που προερχόταν από τους Ρωμιούς μετανάστες της Αμερικής, ίδρυσε την πρώτη εστία συγκέντρωσης των Ποντίων στην Ινέμπολου, στο λόφο «Μοναστήρι». Τα μέλη αυτής της οργάνωσης μετείχαν κατά καιρούς σε διάφορες ομάδες ληστών. Κατά τη διάρκεια του Παγκόσμιου Πολέμου, με τα όπλα που είχαν σταλεί από το εξωτερικό -πολεμοφόδια, βόμβες, πολυβόλα-, οι περιοχές της Σαμψούντας, Τσαρσάμπα, Μπάφρα και τα ρωμαϊκά χωριά της περιοχής 'Ερμπαα είχαν μεταβληθεί σε αποθήκες πυρομαχικών.

Μετά την ανακωχή του Μούδρου όλοι οι Ρωμιοί, όπου κι αν βρίσκονταν, πρόβαλαν τον εθνικό σκοπό του Ελληνισμού· μαζί με τους προπαγανδιστές της «Ένωσης της Εθνικής Εταιρείας», οι Ρωμιοί των παραπάνω περιοχών, οι οποίοι είχαν εκπαιδευτεί από τις αμερικανικές ενώσεις της πόλης Μέρζιφον, οπλίστηκαν, ενισχύθηκαν, εμψυχώθηκαν και θέλησαν να ιδρύσουν μια ανεξάρτητη ποντιακή κυβέρνηση. Μ' αυτό το σκοπό έκαναν γενική κινητοποίηση. Αποτραβήχτηκαν στα βουνά και άρχισαν να εργάζονται με τάξη και προγραμματισμό υπό την ηγεσία του Ρωμιού Μητροπολίτη Αμάσειας και Σαμψούντας Γερμανού. Από την άλλη πλευρά, ο διευθυντής του Εργοστασίου των Μονοπωλίων Τοκομανίδης, ως πρόεδρος των Ρωμιών της Σαμψούντας, προσπαθούσε να πετύχει να έρθουν σε επικοινωνία με τη Μέση Ανατολή. Ορισμένες ξένες κυβερνήσεις υποσχέθηκαν να βοηθήσουν στην ίδρυση ποντιακού κράτους κι έτσι συγκέντρωσαν τους Ρωμιούς της Ρωσίας και τους Αρμένιους στο Βατούμ, για να αυξήσουν τον αριθμό των Ρωμιών της περιοχής της Σαμψούντας. Αφού τους εφοδίασαν με όπλα και με τα πολεμοφόδια που είχαν πάρει από τα στρατεύματα του τουρκικού Καυκάσου, άρχισαν να τους αποβιβάζουν στις ακτές μας. Συγκέντρωσαν επίσης στο Σοχούμ μερικές χιλιάδες Ρωμιών, με το σκοπό να τους κάνουν τσετέδες και να τους αποβιβάσουν στις ακτές μας. Αρχηγός τους ήταν κάποιος Χαράλαμπος. Γινόταν μια προσπάθεια ώστε αυτοί που είχαν συγκεντρωθεί στο Βατούμ να προχωρούν και να ενώνονται με τους άλλους, που ήταν υπό την ηγεσία του Χαράλαμπου. Αυτούς λοιπόν τους προστάτευαν και τους όπλιζαν ορισμένες ξένες αντιπροσωπίες που βρίσκονταν στη Σαμψούντα. Αυτές τις ομάδες ληστών, που αποβιβάστηκαν στις ακτές μας, τις τροφοδοτούσαν και τις έντυναν οι ξένες κυβερνήσεις από το πρόγραμμα «τροφοδοσία προσφύγων». Επίσης, είχε γίνει αντιληπτό ότι ανάμεσα στους εκπροσώπους του Ερυθρού Σταυρού υπήρχαν αξιωματικοί που εργάζονταν για την ίδρυση οργανώσεων, τη στρατιωτική τους εκπαίδευση και τη δημιουργία των βάσεων της μελλοντικής ποντιακής κυβέρνησης.

Στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας Πόντος, που άρχισε να κυκλοφορεί στις 4 Μαΐου 1919 στην Κωνσταντινούπολη, γραφόταν: «Γνωστοποιείται ότι η εφημερίδα εκδίδεται με σκοπό την ίδρυση της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας στην επαρχία της Τραπεζούντας».

Στις 7 Απριλίου 1919, ημέρα απελευθέρωσης της Ελλάδας, έγιναν εκδηλώσεις παντού και ιδιαίτερα στη Σαμψούντα. Οι ασεβείς ενέργειες του Γερμανού οδήγησαν τους Ρωμιούς στο να παρουσιάσουν στο φως της δημοσιότητας τις σκέψεις και τις επιθυμίες τους. Οι Ρωμιοί στις περιοχές Μπάφρα και Τσαρσάμπα συγκεντρώνονταν συχνά στις εκκλησίες και ενίσχυαν τις οργανώσεις με όλα τα μέσα που διέθεταν. Στις 23 Οκτωβρίου 1919, η Κωνσταντινούπολη αναγνωρίστηκε ως το κέντρο της Ανατολικής Θράκης και του Πόντου. Ο Βενιζέλος είχε τονίσει ότι θα έπρεπε να αφεθεί για αργότερα το να γίνει κέντρο η Κωνσταντινούπολη, αφού προείχε η δημιουργία ποντιακής κυβέρνησης, και είχε δώσει τις σχετικές οδηγίες στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Από την άλλη, ο Αλέξανδρος Ζιβρακάκης, ο οποίος είχε αναλάβει να οργανώσει μια μυστική ελληνική οργάνωση στην Κωνσταντινούπολη, είχε στείλει με το ελληνικό αντιτορπιλικό «Άιφελ» μια επιτροπή αξιωματικών για να οργανώσει και τους χωροφύλακες του Πόντου. Παράλληλα μ' αυτά που γίνονταν στην Τουρκία, στις 18 Δεκεμβρίου 1919 ιδρύθηκε στο Βατούμ η «Ρωμαϊκή Κυβέρνηση του Πόντου». Στις 19 Ιουλίου 1920 έγινε εκεί μια γενική συνέλευση σχετικά με το πρόβλημα του Πόντου, στην οποία συμμετείχαν Ρωμιοί από τη Μαύρη Θάλασσα, τον Καύκασο, και τη Νότια Ρωσία. Αυτή η συνέλευση διαβίβασε ένα υπόμνημα στο Ρωμαϊκό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Κατά τα τέλη του 1920, οι Πόντιοι δραστηριοποιήθηκαν  περισσότερο  και  εμφανίστηκαν πλέον δημόσια. Τότε, μας υποχρέωσαν να λάβουμε σημαντικά προληπτικά μέτρα.

Οι οργανώσεις των Ποντίων, που είχαν ιδρυθεί στα βουνά, ήταν:

α) Ένοπλες και μάχιμες ομάδες, υπό την ηγεσία ορισμένων ατόμων.

β) Ο παραγωγικός ποντιακός πληθυσμός, που τις τροφοδοτούσε.

γ) Τα διοικητικά συμβούλια, που ήταν υπεύθυνα για τη μεταφορά τροφίμων από τις πόλεις και τα χωριά.

Οι περιοχές δράσης των τσετέδων είχαν χωριστεί. Η δύναμη των Ποντίων ληστών στην αρχή ήταν περίπου έξι έως εφτά χιλιάδες ενόπλων. Αργότερα έφτασαν στις είκοσι πέντε χιλιάδες, που είχαν χωριστεί σε μικρές ομάδες και δρούσαν σε διαφορετικά μέρη. Η μοναδική ασχολία αυτών των ποντιακών ομάδων ήταν να καίνε τα μουσουλμανικά χωριά, να κάνουν απίστευτα πράγματα εναντίον του μουσουλμανικού πληθυσμού και οι πράξεις τους θα μπορούσαν να συγκριθούν με το αιματοκύλισμα που μπορεί να προκαλέσει μια αγέλη άγριων ζώων.

Μόλις αποβιβαστήκαμε στην Ανατολή, ενημερώσαμε τον τουρκικό λαό. Πήραμε όλα τα προληπτικά μέτρα για κάθε πιθανό κίνδυνο.

Το Τρίτο Σώμα, που είχε το κέντρο του στη Σεβάστεια, προσπάθησε να καταδιώξει αυτές τις ομάδες των ληστών και να τις αφανίσει. Τη ρωμαϊκή ομάδα ληστών με την ονομασία «Κιόρογλου» και την ομάδα «Εφταλίδη», καθώς και τις υπόλοιπες, τις καταδίωκε και τις χτυπούσε το Δέκατο Πέμπτο Σώμα, που είχε το κέντρο του στο Ερζερούμ. Επιπλέον, ιδρύθηκαν και εξοπλίστηκαν εθνικές οργανώσεις στις περιοχές όπου δρούσαν οι Πόντιοι ληστές.

Κεμάλ Ατατούρκ, Ομιλίες (μτφρ Συμεών Σολταρίδης), Νέα Σύνορα-Λιβάνης, 1995, σελ. 200-203

[πάνω]

  

 

7. Η συνθήκη της Λοζάνης 

Οι εργασίες της διάσκεψης της Λοζάνης άρχισαν στις 21 Νοεμβρίου 1922. Την Τουρκία την εκπροσώπησε σ' αυτή τη διάσκεψη ο Ισμέτ πασάς, τον οποίο συνόδευαν οι Χασάν μπέης, βουλευτής Τραπεζούντας, και Ριζά Νουρ μπέης, βουλευτής Σινώπης.

Η αντιπροσωπία μας αναχώρησε από την Άγκυρα στις αρχές Νοεμβρίου 1922.

Κύριοι, η διάσκεψη έγινε σε δύο φάσεις, από οχτώ μήνες η καθεμιά, ενώ το αποτέλεσμα της είναι παγκόσμια γνωστό.

Για ένα διάστημα παρακολουθούσα τη διάσκεψη από την Άγκυρα. Οι συζητήσεις ήταν αρκετά έντονες. Δε φαινόταν να καταλήγουμε σε κάποιο ευνοϊκό αποτέλεσμα, που να αναγνωρίζει τα τουρκικά δίκαια. Εγώ το έβρισκα πολύ φυσικό, γιατί τα προβλήματα που συζητούσαν στη διάσκεψη δεν ήταν μόνο προβλήματα των τελευταίων τριών ή τεσσάρων ετών. Συζητούσαν προβλήματα εκατονταετηρίδων. Δεν ήταν, λοιπόν, τόσο εύκολο να δοθεί κάποια λύση με τόσο παλιά και τόσο περίπλοκα προβλήματα.

Κύριοι, γνωρίζετε ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν δέσμια ορισμένων δικαιωμάτων που είχε παραχωρήσει και τα οποία χαρακτηρίζονταν «παλιές συμφωνίες».

Οι χριστιανοί είχαν αρκετά προνόμια. Το οθωμανικό κράτος δεν είχε το δικαίωμα να δικάσει τους ξένους που ζούσαν στην οθωμανική επικράτεια. Δεν μπορούσε να εισπράξει φόρους από τους ξένους όπως από τους υπηκόους του. Δεν μπορούσε να πάρει κάποια μέτρα εναντίον των πληθυσμών αυτών, που, ενώ ζούσαν μέσα στην επικράτεια, έκαναν ενέργειες που αποδυνάμωναν τη χώρα.

Βασική, εξάλλου, αρχή του οθωμανικού κράτους ήταν να απαγορεύεται στο τουρκικό έθνος να αναζητά διεξόδους, για να μπορέσει να ζήσει ανθρώπινα. Στη χώρα δε γίνονταν δημόσια έργα, σιδηροδρομικές γραμμές ούτε ακόμα και σχολεία. Για να μπορούν οι πόλεις να ζουν μέσα στη χλιδή, απομυζούσαν όλες τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας και του έθνους, ενώ παράλληλα η κυβέρνηση του σουλτάνου είχε υποβαθμίσει το κύρος της χώρας παίρνοντας μεγάλα δάνεια και θέτοντας ως υποθήκη τα έσοδα του κράτους. Τόσα πολλά είχαν δανειστεί, που δεν μπορούσαν να πληρώσουν ούτε τους τόκους των δανείων. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία θεωρείτο ότι είχε ναυαγήσει.

Κεμάλ Ατατούρκ, Ομιλίες (μτφρ Συμεών Σολταρίδης), Νέα Σύνορα-Λιβάνης, 1995, σελ. 237-238

[πάνω]

   

 

8. Οι εννιά θεμελιώδεις αρχές, το πρόγραμμα του κόμματος μας 

Επωφελήθηκα από τις απόψεις που μου είχαν υποβάλει γραπτά, καθώς και από το διάλογο που είχα κάνει με το λαό. Τελικά, στις 8 Απριλίου 1923, συνόψισα τις θέσεις μου σε εννιά βασικές αρχές. Αυτό το πρόγραμμα, το οποίο τύπωσα και μοιράστηκε κατά τη διάρκεια των εκλογών της δεύτερης περιόδου της βουλής, έγινε η βασική αρχή για την ίδρυση του κόμματος μας.

Το πρόγραμμα περιλάμβανε όλες τις μέχρι τότε σημαντικές ενέργειες, καθώς και τα αποτελέσματα τους. Βέβαια, υπήρχαν και αρκετά σοβαρά θέματα που δεν είχαν συμπεριληφθεί. Παραδείγματος χάρη, η ανακήρυξη της Δημοκρατίας, η κατάργηση της χαλιφείας, η κατάργηση του υπουργείου Θρησκευμάτων, το κλείσιμο των ιεροσπουδαστηρίων και των τεκέδων, η χρησιμοποίηση του καπέλου κ.λπ.

Θεώρησα σκόπιμο να μη συμπεριλάβουμε στο πρόγραμμα μας τα παραπάνω, για να μην μπορέσουν οι συντηρητικοί και οι άβουλοι να παραπλανήσουν το λαό. Και αυτό, γιατί πίστευα ότι θα ερχόταν κάποια στιγμή που αυτά τα προβλήματα θα έβρισκαν τη λύση τους και ότι τελικά ο λαός θα ανακουφιζόταν.

Υπήρξαν αρκετοί που χαρακτήρισαν το πρόγραμμα μας ελλιπές για πολιτικό κόμμα. Είπαν ότι «το κόμμα του Λαού δεν έχει πρόγραμμα»! Πραγματικά, ήταν διαφορετικό απ' όλα όσα γνώριζαν ή έβλεπαν οι αντίθετοι του. Κάλυπτε όμως όλες τις αρχές και ήταν εφαρμόσιμο. Θα μπορούσαμε και εμείς να γράψουμε ένα βιβλίο ακατανόητο, που να συμπεριλαμβάνει ανεφάρμοστες ιδέες ως βασικές και θεμελιώδεις αρχές. Δεν το κάναμε. Εργαστήκαμε με τη σκέψη μας στην υλική και ηθική πρόοδο του έθνους. Επίσης, αναφερθήκαμε σε σημεία όπως «η εξουσία και η κυριαρχία ανήκει στο έθνος. Εκτός από τη Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση κανένας άλλος φορέας δεν μπορεί να επηρεάσει τη μοίρα του. Οι νόμοι, η κάθε είδους οργάνωση και διοίκηση, η εκπαίδευση θα καθορίζονται από την αρχή της εθνικής κυριαρχίας. Επίσης, η κατάργηση του θεσμού του σουλτάνου είναι μια αμετακίνητη αρχή μας». Τα σημεία αυτά πρέπει να είναι γνωστά. Δε θα πρέπει, επίσης, να πιστεύει κανείς ότι εγκαταλείφτηκαν η μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης και των νόμων, η αλλαγή της φορολογίας στα προϊόντα της γης, η αύξηση του κεφαλαίου στις εθνικές τράπεζες, η ολοκλήρωση του σιδηροδρομικού δικτύου, η ενοποίηση της εκπαίδευσης, η μείωση της στρατιωτικής θητείας, η εργασία για δημόσια έργα. Ακόμη, γνωστοποιήσαμε την άποψη μας γύρω από την ειρήνη, που ήταν: «Η έννοια της ειρήνης προϋποθέτει την πλήρη ανεξαρτησία μας στην οικονομία, στη διοίκηση και στα οικονομικά έργα». Δηλώσαμε επίσης ότι το αξίωμα του χαλίφη μπορεί να γίνει ένας θεσμός κοινός για όλους τους μουσουλμάνους.

Αυτές οι αρχές μάς βοήθησαν στην ίδρυση του «Λαϊκού Κόμματος» και στην έναρξη των εργασιών του. Εξάλλου, όπως είναι γνωστό, στην ονομασία του κόμματος προστέθηκε αργότερα και η λέξη «Δημοκρατία», έτσι ώστε ονομάστηκε «Δημοκρατικό Λαϊκό Κόμμα».

Κεμάλ Ατατούρκ, Ομιλίες (μτφρ Συμεών Σολταρίδης), Νέα Σύνορα-Λιβάνης, 1995, σελ. 241-243

 [πάνω]

 

  

9. Η δεύτερη φάση της διάσκεψης της Λοζάνης και η αφύπνιση του έθνους κατά τη διάρκεια των δεύτερων εκλογών 

Κύριοι, η διάσκεψη της Λοζάνης άρχισε ξανά τις εργασίες της στις 23 Απριλίου 1923. Το διάστημα που η αντιπροσωπία μας στη Λοζάνη κατέβαλε προσπάθειες για την επίτευξη της ειρήνης, εγώ ασχολιόμουν με τις εκλογές.

Συμμετείχαμε στις νέες εκλογές και ενημερώναμε για τις αρχές μας. Τα άτομα που είχαν αποδεχτεί τις θέσεις μας και ήθελαν να θέσουν υποψηφιότητα για το βουλευτικό αξίωμα, γνωστοποιούσαν πρώτα την απόφαση τους σε μένα. Εγώ θα καθόριζα τις υποψηφιότητες και σε μια δεδομένη στιγμή, εξ ονόματος του κόμματος μας, θα ανακοίνωνα τα ονόματα τους.

Θεώρησα σκόπιμο να ακολουθήσω αυτή την τακτική, γιατί γνώριζα ότι υπήρχαν πολλοί που ήθελαν για συμφεροντολογικούς λόγους να εξαπατήσουν το λαό και να εκλεγούν βουλευτές. Στο μεταξύ, οι ομιλίες μου σε όλα τα μέρη της χώρας είχαν μεγάλη ανταπόκριση. Όλο το έθνος είχε αποδεχτεί τις αρχές μας. Φαινόταν καθαρά ότι αυτοί που αντιδρούσαν στις αρχές και στο πρόσωπο μου δε θα εκλέγονταν ούτε βουλευτές.

 

Η συνθήκη της Λοζάνης

Η δεύτερη εκλογική περίοδος της Μεγάλης Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης συνέπεσε με μια ευτυχισμένη στιγμή της Ιστορίας της νέας Τουρκίας. Είναι αλήθεια, λοιπόν, ότι ο απελευθερωτικός πόλεμος μας, που διήρκεσε τέσσερα χρόνια, είχε λήξει με μια ειρήνη που ήταν αντάξια του κύρους και της τιμής του έθνους μας.

Η συνθήκη που υπογράφηκε στη Λοζάνη, στις 24 Ιουλίου του 1923, έγινε αποδεκτή και επικυρώθηκε από τη βουλή στις 24 Αυγούστου 1923.

 Κεμάλ Ατατούρκ, Ομιλίες (μτφρ Συμεών Σολταρίδης), Νέα Σύνορα-Λιβάνης, 1995, σελ. 252-253

  

  

[πάνω]

10. Επιτροπή για τα Στενά

Στις Σέβρες: Η Επιτροπή αυτή, που θα ήταν ανεξάρτητη και θα διέθετε δικό της προϋπολογισμό και αστυνομικό σώμα, θα επέβλεπε τη διέλευση των πλοίων από τα Στενά, τους φόρους, τους πλοηγούς κ.λπ. Επίσης, θα είχε αρμοδιότητα σε θέματα υγείας και διάσωσης. Η επιτροπή θα είχε το δικαίωμα να καταφεύγει στις συμμαχικές δυνάμεις για βοήθεια όταν θα θεωρούσε ότι κινδυνεύει η ελεύθερη διακίνηση στα Στενά.

Στην επιτροπή οι εκπρόσωποι των Αμερικανών, των Άγγλων, των Γάλλων, των Ιταλών, των Ιαπώνων και των Ρώσων θα διέθεταν από δύο ψήφους.

Όποτε ήθελε η Αμερική, αλλά και η Ρωσία, όταν θα συμμετείχαν στην Κοινωνία των Εθνών, θα μπορούσαν να συμμετέχουν και στην επιτροπή.

Τα μέλη της επιτροπής θα επωφελούνταν από τις πολιτικές παροχές. Πρόεδρος της επιτροπής θα ήταν, για μια διετία και με τη σειρά, κάθε μέλος που η χώρα του είχε το δικαίωμα δύο ψήφων.

Πρόταση Μαρτίου 1921: Και τα μέλη της Τουρκίας θα είχαν επίσης το δικαίωμα των δύο ψήφων και της ανάληψης της προεδρίας.

Πρόταση Μαρτίου 1922: Και πάλι ο Τούρκος εκπρόσωπος θα μπορούσε να προεδρεύει στην επιτροπή. Όλες οι χώρες που είχαν κάποια σχέση, θα είχαν μέλη που θα μετείχαν στην επιτροπή για τα Στενά.

Στη Λοζάνη: Μας δόθηκε η προεδρία της επιτροπής. Η αρμοδιότητα της ήταν να εφαρμόσει τα άρθρα της συνθήκης για τα Στενά, που αφορούσαν στη διέλευση των πλοίων. Η επιτροπή θα υπέβαλε κάθε χρόνο μια έκθεση στην Κοινωνία των Εθνών.

Με τη συνθήκη της Λοζάνης διαλύθηκε και η Ανώτατη Επιτροπή Υγείας, που έδρευε στην Κωνσταντινούπολη, ενώ η αρμοδιότητα για τα θέματα της υγείας παραχωρήθηκε στην τουρκική κυβέρνηση.

Αξιότιμοι κύριοι, είμαι της γνώμης ότι δεν υπάρχει σύγκριση μεταξύ των όρων της συνθήκης της Λοζάνης και των όρων των άλλων προτάσεων. Η συνθήκη αυτή δηλώνει την οριστική απομάκρυνση του μεγάλου θανάτου, που ετοίμαζαν επί χρόνια για το τουρκικό έθνος και που πίστευαν ότι θα ολοκληρωθεί με τη συνθήκη των Σεβρών. Είναι μια πολιτική νίκη που όμοια της δεν υπάρχει στην τουρκική ιστορία!

Κεμάλ Ατατούρκ, Ομιλίες (μτφρ Συμεών Σολταρίδης), Νέα Σύνορα-Λιβάνης, 1995, σελ. 269-270

[πάνω]

Ερασιτεχνική δημιουργία τον Οκτώβριο του 2004.  Τελευταία ενημέρωση:  Κυριακή, 08 Μαρτίου 2015.