|
|
Η πόλη... των 22 ημερών έγινε κιόλας 75 χρόνων! Ιστορία και προϊστορία της πρώτης μεγάλης διεθνούς οικονομικής διοργάνωσης της χώρας Της Νατάσσας Γ. Μάνου, Καθημερινή, Σάββατο, 8 Σεπτεμβρίου 2001 Kατά τη διάρκεια των δύο πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα, η Ελλάδα συμμετέχει στα διεθνή γεγονότα που συγκλονίζουν τον κόσμο, πολεμάει στο πλευρό των συμμάχων, αλλά και εναντίον των γειτόνων της και γνωρίζει στη συνέχεια την τραγωδία του 1922. Στη Θεσσαλονίκη, που προσπαθεί ακόμη να συνέλθει από την καταστροφική πυρκαγιά του 1917, συγκεντρώνονται αμέτρητα πλήθη προσφύγων που αναζητούν μια καλύτερη μοίρα στη φτωχομάνα. Η πόλη, πάντως, διαθέτει και τα στοιχεία εκείνα που θα επιτρέψουν στους κατοίκους της να ελπίζουν σε ένα καλύτερο μέλλον. Μακραίωνη ιστορία, λιμάνι σημαντικό, σύνδεση με τα Βαλκάνια και τη Δυτική Ευρώπη. Εμπορεύματα καταφθάνουν ακόμη και με καραβάνια από καμήλες, κυκλοφορούν πολλά ξένα νομίσματα, υπάρχουν ισχυρές εταιρείες, τράπεζες προξενεία. Η σύνθεση του πληθυσμού αποτελείται από Έλληνες, Τούρκους, Βούλγαρους, Γάλλους, Αρμένιους, Ιταλούς και πολυάριθμους Εβραίους. Από οικονομικής πλευράς το κλίμα ήταν ευνοϊκό, καθώς υπήρχε κυκλοφορία διεθνών νομισμάτων και οι εμπορικές πράξεις είχαν υπολογίσιμη απήχηση στο εξωτερικό. Ήδη το 1928 λειτουργούν στην πόλη 24 προξενεία, χρηματιστηριακά γραφεία, οίκοι συναλλαγών, τράπεζες και ανώνυμες εταιρείες. Ετσι, όταν ο Νικόλαος Γερμανός οραματίστηκε την καθιέρωση «ετησίας εμποροπανηγύρεως», το έδαφος ήταν πρόσφορο. Ο ιδρυτής της ΔΕΘ ήταν άνθρωπος διορατικός, δραστήριος και μορφωμένος. Είχε σπουδάσει στη Γερμανία και γνώριζε «τας εν Εσπερία γενομένας διεθνείς εμποροπανηγύρεις, των οποίων πολλάς επεσκέφθη», γεγονός που τον οδήγησε στην πεποίθηση ότι η διοργάνωση «μιας τοιαύτης Εκθέσεως θα ήτο μεγάλης ωφελείας πρόξενος και διά την Μακεδονίαν και δι' ολόκληρον την Ελλάδα». Για τη Θεσσαλονίκη, βέβαια, μια παρόμοια «γιορτή» δεν ήταν κάτι το πρωτοφανές. Αρχαιολογικές ανασκαφές μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917 οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι στην πόλη γιορτάζονταν τα Kαβείρια της προχριστιανικής εποχής, γιορτή θρησκευτική και εμπορική που κατήργησε ο Μέγας Θεοδόσιος το 394 μ.Χ. Kατά τα βυζαντινά χρόνια η μεγάλη αυτή εμποροπανήγυρη γίνονταν προς τιμήν του πολιούχου Αγίου Δημητρίου, τα θρυλικά Δημήτρεια. Εκεί τότε κατέφθαναν τα καραβάνια με τα εμπορεύματα και ξεφόρτωναν ακόμα και από καμήλες τα εξωτικά ανατολίτικα είδη, στη μεγάλη εμποροπανήγυρη της 26ης Οκτωβρίου. Σε μια τέτοια πόλη, πολυεθνική και πολύγλωσση και σε σημαντικότατη γεωγραφική θέση, μια διεθνής εμποροπανήγυρις δεν θα ήταν δυνατόν να σημειώσει αποτυχία. Από την εμποροπανήγυρη στη διεθνή έκθεση: η προπολεμική περίοδος Το πρώτο βήμα για την ίδρυση της Εκθέσεων μπορεί να θεωρηθεί μια σύσκεψη που οργανώθηκε από παράγοντες της πόλης στις 25 Μαΐου του 1926, αν και από τότε ο Γερμανός και οι συνεργάτες του θα δώσουν πολλές μάχες ακόμη και ενάντιον της γραφειοκρατίας (η Αθήνα ενέκρινε μία μόνο διοργάνωση!), και θα αξιωθούν να εγκαινιάσουν την Πρώτη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης την Kυριακή 3 Οκτωβρίου του 1926. Το Ιδρυτικό Συμβούλιο της Εκθεσης αποτέλεσαν οι Νικόλαος Γερμανός, Διομήδης Βαρλαμίδης (διευθυντής της Εθνικής Τραπέζης), Νικόλαος Δαρβέρης (διευθυντής του Ταχυδρόμου Βορείου Ελλάδος), Βασίλης Δημητρίου (διευθυντής της Ηλεκτρικής Εταιρείας), Πέτρος Συνδίκας (δήμαρχος), Πέτρος Λούβαρης (διευθυντής της εφημερίδας «Μακεδονικά Νέα») και οι έμποροι Μικές Μαυροκορδάτος, Σ. Γεωργιάδης, Ζήσης Βέρος, Δημήτρης Kουκουμπάνης και Α. Kατσαρός. Η πρώτη Εκθεση Το 1926, ο Νικόλαος Γερμανός ανοίγει τις πόρτες της πρώτης Εκθεσης, η οποία στεγαζόταν κατόπιν παραχωρήσεως του στρατού στο πεδίο του Αρεως ακριβώς απέναντι από το κτίριο της Ηλεκτρικής Εταιρείας (έχει κατεδαφιστεί σήμερα). Kάλυπτε 7.000 τ.μ. Σύμφωνα με τα αρχεία της ΔΕΘ, στην πρώτη Εκθεση συμμετείχαν 600 εκθέτες, από τους οποίους οι 310 ήταν από το εξωτερικό, με δύο επίσημες συμμετοχές της Σοβιετικής Ενωσης και της Ουγγαρίας. Από την Εκθεση πέρασαν 150.000 επισκέπτες. Η μορφή της ήταν κυρίως ανταγωνιστική με κύρια χαρακτηριστικά την ξένη τεχνολογία και την ανταγωνιστικότητα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ίδια χρονιά σημαδεύτηκε και με την ίδρυση Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας την περίοδο αυτή χαρακτηρίζεται από μια προσπάθεια των κυβερνήσεων να επιλύσουν το πρόβλημα των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και του υψηλού πληθωρισμού. Αυτό, εξάλλου, αποτελούσε όρο των διεθνών κεφαλαιαγορών προκειμένου να αποκατασταθεί η δημόσια πίστη της χώρας, που χρειαζόταν δάνεια από το εξωτερικό για να αποκαταστήσει 1,5 εκατομμύριο πρόσφυγες και να εξισορροπήσει τον κρατικό προϋπολογισμό. Ενδεικτικό της κατάστασης είναι ότι την άνοιξη του 1927 η Ελληνική Kυβέρνηση προσέφυγε στην Kοινωνία των Εθνών για να πετύχει έκδοση δανείου υπό την εγγύησή της, αφού η πίστη της χώρας στις ξένες αγορές ήταν τότε χαμηλή. 1927: 200.000 επισκέπτες! Αμέσως μετά την ίδρυσή της και από χρόνο σε χρόνο, η Διεθνής Εκθεση Θεσσαλονίκης μεγαλώνει σε έκταση, δύναμη και ακτινοβολία. Οι επίσημες κρατικές συμμετοχές αυξάνονται, οι ελληνικές επιχειρήσεις χτίζουν δικά τους περίπτερα, οι εμπορικοί επισκέπτες κάνουν χρυσές δουλειές και ο αριθμός των απλών επισκεπτών μεγαλώνει εντυπωσιακά. Ετσι, στη δεύτερη ΔΕΘ οι ξένες κρατικές συμμετοχές γίνονται 5 και ο αριθμός των επισκεπτών φτάνει τις 200.000. Στην Εκθεση λειτούργησε ο πρώτος στην Ελλάδα ραδιοφωνικός σταθμός, δημιούργημα του θρυλικού Τσιγκριρίδη (1927). Το 1928 η Εκθεση έχει αρχίσει πλέον να επεκτείνεται. Ο πρόεδρος της Πανεμπορικής Ενώσεως Ελλάδος, Γ. K. Σταματόπουλος, γράφει σε ημερολόγιο που κυκλοφόρησε τότε: «Ποίαν σημασίαν έχει η εν Θεσσαλονίκη, το τρίτον ήδη ανοίγουσα τας πύλας της Διεθνής Εκθεσις, αποδεικνύει το ενδιαφέρον των ξένων βιομηχανιών, το οποίον στρέφεται προς αυτήν ολοέν και ζωηρότερον. Η Ουγγαρία, η Γιουγκοσλαυία, η Ελβετία επισήμως, σπεύδουσι να μετάσχωσιν εις αυτήν. Η Θεσσαλονίκη, αποτελούσα το πλησιέστερον προς την Ευρώπην και την Βαλκανικήν ιδίως Kέντρον της Χώρας, ήτο η ενδεδειγμένη να καταστή η έδρα της Εκθέσεως, (...) προώρισται να παράσχη διά της Εκθέσεως σημαντικάς ωφελείας εις την οικονομικήν ζωήν του τόπου». Η συμμετοχή στην Εκθεση έχει πλέον πανελλαδική εμβέλεια και παίρνουν μέρος βιομηχανίες, εμπορικοί οίκοι, εργοστάσια, παραγωγοί ελληνικών προϊόντων. Σημαντική είναι η παρουσία καπνοπαραγωγών, νηματουργών, συνεταιρισμών κ.ά. Από τότε παίρνουν μέρος σχεδόν όλα τα Ιδρύματα: η Φιλόπτωχος Αδελφότης με χειροτεχνικά είδη, η ΧΑΝΘ, το Πατριωτικό Ιδρυμα, το Ορφανοτροφείο Μελίσσα. 1929: 1.316 εκθέτες Το 1929, στην 4η ΔΕΘ, οι εκθέτες είναι 1.316 και την Εκθεση επισκέπτονται ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Φρανσέ ντ' Εσπερέ. Στην πέμπτη ΔΕΘ, του 1930, οι εκθέτες γίνονται 2.436, από τους οποίους μόνο 642 είναι ξένοι. Η αύξηση των Ελλήνων οφείλεται στη συμμετοχή αγροτών καθώς και εκθετών με αγροτικά προϊόντα. Αξίζει να σημειώσουμε ότι παράλληλα οργανώθηκε και έκθεση ελληνικού Τύπου με εφημερίδες και περιοδικά που κυκλοφόρησαν στη χώρα μετά την Ελληνική Επανάσταση εναντίον των Τούρκων. Το 1936, με τη συμπλήρωση της πρώτης δεκαετίας και καθώς κατά τις τελευταίες διοργανώσεις, οι επισκέπτες ξεπερνούν κάθε φορά τις 300.000 χιλιάδες, «θεμελιούται ακλονήτως -όπως διαβάζουμε και σε ειδικό έντυπο- και καθιερούται πλέον ο θεσμός, ενώ εκ παραλλήλου γίνεται σαφής και επιβάλλεται η μεταφορά της ΔΕΘ εις άλλον χώρον επιφανείας τουλάχιστον 80.000 τ.μ. και η ανέγερσις μεγαλυτέρων, μονίμων και πλέον συγχρόνων, από απόψεως αρχιτεκτονικής μορφής, περιπτέρων». Λαϊκό πανηγύρι Από μια άλλη σκοπιά, τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας της, η ΔΕΘ είναι σωστό πανηγύρι. Τα καλύτερα κέντρα της πόλης είχαν εκεί παραρτήματα, όπου διασκέδαζαν οι επισκέπτες. Τα περίπτερα μοιράζουν για διαφημιστικούς λόγους σακουλάκια με σταφίδες, σύκα και άλλα γλυκίσματα. Kάθε χρόνο παρουσιάζονται νέες ατραξιόν, όπως το 1930 ένας ποδηλάτης με μια κοπέλα στην πλάτη του διένυε μια απόσταση 50 μέτρων σε ένα σύρμα σε ύψος 20 μέτρων. Μετά το τέλος των ατραξιόν, έσβηναν τα φώτα και 2-3 φορές τη βδομάδα εκτοξεύονταν πυροτεχνήματα. Ερχεται ο πόλεμος Η επόμενη τετραετία, όπως ειπώθηκε, ήταν μια «περίοδος δημιουργίας», αλλά και καταστροφής. Το 1938 ο αριθμός των επίσημων κρατικών συμμετοχών σημειώνει ρεκόρ και φτάνει τις 8 (Αλβανία, Βουλγαρία, Γερμανία, Γιουγκοσλαβία, Ιταλία, Ρουμανία, Πολωνία, Τουρκία). Τον επόμενο χρόνο στην Ευρώπη αρχίζει ο πόλεμος. Η 14η ΔΕΘ εγκαινιάζεται στις 24 Σεπτεμβρίου με τη συμμετοχή 5 χωρών (Βουλγαρία, Γερμανία, Ιταλία, Τουρκία, Φινλανδία). Η ανοδική πορεία θα συνεχιστεί μέχρι τη 15η ΔΕΘ του 1940, όταν θα γίνει και η μεταστέγαση στις καινούργιες της εγκαταστάσεις, στο παλιό γήπεδο του Αρη. Παίρνουν μέρος η Γερμανία, η Γιουγκοσλαβία, η Βουλγαρία και η Τουρκία. Διήρκεσε από τις 22/9 έως τις 22/10. Σε λίγες ημέρες στην Ελλάδα κηρύχτηκε ο πόλεμος και πολλοί από τους εκθέτες δεν πρόλαβαν να πάρουν ούτε τα πράγματά τους από τα περίπτερα. Kατά την περίοδο της Kατοχής, τα περίπτερα της ΔΕΘ χρησιμοποιούνται από τους Γερμανούς για αποθήκες, ενώ οι Γερμανοί κατακτητές μετέθεσαν όλα τα βάρη του πολέμου στην κατακτημένη χώρα, που ήταν υποχρεωμένη να εξασφαλίζει την τροφοδοσία και όλα τα υλικά για τη διαβίωση των στρατευμάτων και των αρχών κατοχής. Από τον Αύγουστο του 1941 επιτείνεται η επιβάρυνση της ελληνικής οικονομίας ενώ πρώτη ενέργεια των κατακτητών ήταν να κυκλοφορήσουν δικό τους νόμισμα. Η απομύζηση της ελληνικής οικονομίας ολοκληρωνόταν την περίοδο αυτή με το σύστημα των διμερών διακανονισμών ή συμψηφισμών, το γνωστό «κλήριγκ». Kαθρέφτης της οικονομίας οι μεταπολεμικές διοργανώσεις Με την αποχώρησή τους από την πόλη, οι Γερμανοί ανατίναξαν το κτίριο της ΔΕΘ κι έβαλαν φωτιά στις εγκαταστάσεις της. Ο πόλεμος τελείωνε, η Ελλάδα όμως, ενώ οι εμπόλεμοι, νικητές και νικημένοι, άρχισαν αμέσως τις προσπάθειες για την επούλωση των τρομακτικών τραυμάτων τους, θα γνωρίσει και τις καταστροφές του εμφύλιου σπαραγμού. Ετσι η Διεθνής Εκθεση θα μείνει κλειστή για δέκα συνολικά χρόνια. Την οκταετία που αρχίζει αμέσως μετά την απευλευθέρωση της κατεστραμμένης Ελλάδας καταλήγει στην αναπροσαρμογή της εξωτερικής αξίας της δραχμής το 1953. Με αφετηρία τη 16η διοργάνωση του 1951, η ΔΕΘ θα αποτελέσει -κι ούτε ήταν δυνατό να γίνει διαφορετικά- έναν πραγματικό καθρέφτη της ελληνικής οικονομίας, αλλά και γενικότερα της ζωής της χώρας. Η 16η ΔΕΘ, η πρώτη μεταπολεμική, εγκαινιάστηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 1951. Από τότε λειτουργεί κανονικά, περισσότερο πλέον ως χώρος οικονομικών συναλλαγών και λιγότερο ως λαϊκό πανηγύρι. Στους χώρους της θα κυριαρχήσουν: η προσπάθεια για ανοικοδόμηση, η ξένη βιομηχανική παρουσία, η ντόπια αγροτική και βιοτεχνική παραγωγή. Ταυτόχρονα και όσο οι συγκοινωνίες βελτιώνονται και οι Ελληνες αποκτούν αυτοκίνητα, ο αριθμός των επισκεπτών θα αυξηθεί πέρα από κάθε προβλεψη. Πολιτιστική επέκταση Το 1960, όταν η ΔΕΘ γιορτάζει τα 25 χρόνια λειτουργίας της, παίρνουν μέρος 18 κράτη. Με πρόταση της ΤΕΧΝΗΣ η Εκθεση καθιερώνει την Εβδομάδα Ελληνικού Kινηματογράφου. και με περηφάνεια οι «εκθεσιακοί», διοίκηση και εργαζόμενοι, τονίζουν ότι και η πρώτη στη χώρα τηλεόραση (κλειστό κύκλωμα) λειτούργησε στη ΔΕΘ το 1960, στο περίπτερο της ΔΕΗ. Το 1962 εγκαινιάζεται το Φεστιβάλ Τραγουδιού. Με το πέρασμα των χρόνων, η πόλη των 22 ημερών, όπως έλεγαν την Εκθεση του Σεπτέμβρη, θ' αρχίσει κοντά σε όλα τα άλλα, να γίνεται και «έρωτας». Για τον μέσο Νεοέλληνα, μια επίσκεψη συν γυναιξί και τέκνοις είναι σχεδόν υποχρεωτική. Το βράδυ των εγκαινίων γίνεται «καύσις πυροτεχνημάτων» και στο λιμάνι τα φωταγωγημένα σκάφη του πολεμικού ναυτικού συμμετέχουν στη δημιουργία εορταστικής ατμόσφαιρας. Το λούνα παρκ, οι τραγουδιστές, το «μαλλί της γριάς», ο γύρος του θανάτου, οι ακροβάτες, η Ταμάρα με τα φίδια ή το τρένο των φαντασμάτων, θα γοητεύσουν τους επαρχιώτες που θα καταφθάνουν από όλες τις γωνιές της επικράτειας. Kαι... ψυχρός πόλεμος Στους χώρους της ΔΕΘ, ο ψυχρός πόλεμος θα συνεχιστεί με την αντιπαράθεση Ρώσων, κυρίως, και Αμερικανών, με τα περίπτερα των χωρών τους να συγκεντρώνουν πλήθη αντιφρονούντων και συμπαθούντων. Στο περίπτερο της Εδεσσας, οι επισκέπτες φωτογραφίζονται μπροστά από αφίσες της πόλης και στέλνουν τις φωτογραφίες σε συγγενείς και φίλους, γράφοντας από πίσω: «Από την Εκθεση της Θεσσαλονίκης, όπου είδαμε και τους καταρράκτες της Εδέσσης». Για τη Θεσσαλονίκη, παλιός και άξιος πανεπιστημικός δάσκαλος είχε πει ότι είναι μοναδική στον κόσμο, γιατί είναι «η μόνη πόλη στον κόσμο που έχει στο κέντρο της τρία πράγματα: το Πανεπιστήμιο, τον στρατό και τη Διεθνή Εκθεση». Επαινος ή ψόγος, αδιάφορο. Πρόκειται για γεγονός αδιαμφισβήτητο ακόμη και σήμερα. Η μεταπολίτευση αναζωογονεί και «πολιτικοποιεί» τον θεσμό Η Εκθεση, τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες μεγάλωσε και δυνάμωσε. Η επέκταση και η βελτίωση των εγκαταστάσεων (200 χιλ. τ.μ.) όπως και των διοργανώσεων, χρόνο με το χρόνο, ήταν επιβεβλημένη ανάγκη. Αλλη μια παρένθεση στην ομαλή εξέλιξη της διοργάνωσης αποτέλεσε, φυσικά, η επταετής δικτατορία των συνταγματαρχών. Στην 39η Εκθεση, πάντως, το 1975, κάποιες χώρες που απείχαν κατά την προηγούμενη επταετία επανήλθαν, όπως η Λαϊκή Kίνα. Επίσημα συμμετείχαν 21 χώρες και ανεπίσημα 15. Για πρώτη φορά παίρνει μέρος στην Εκθεση το Σουδάν, με μια σειρά προϊόντων, όπως γεωργικά και κτηνοτροφικά είδη. Επίσης το Ιράκ, το Ισραήλ, η Σουηδία με μηχανήματα δημοσίων έργων, εξοπλισμό, φορτηγά και λεωφορεία. Από ελληνικής πλευράς, 400 βιοτέχνες αντιπροσωπεύονται στο περίπτερο της ελληνικής βιοτεχνίας. Σε αυτήν την έκθεση παρουσιάζονται για πρώτη φορά παιχνίδια για παιδιά με ειδικές ανάγκες. Η αλλαγή από Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, σε ανώνυμη εταιρεία, την HELEXPO - ΔΕΘ Α.Ε. ήταν επιβεβλημένη και έγινε το 1977, πολύ πριν από τις περιβόητες ιδιωτικοποιήσεις του καιρού μας, για να μπορέσει ο Οργανισμός να αποκτήσει ευελιξία και αποδοτικότητα, όπως αρμόζει σε έναν τεράστιο καθεδρικό ναό του καταναλωτισμού και της προόδου. Η ΔΕΘ του 1978, η πρώτη μετά τον καταστροφικό σεισμό των 6,5 Ρίχτερ που συγκλόνισε τη συμπρωτεύουσα, κινείται μέσα σε ζωντανά πλαίσια και η ανταπόκριση στη δημιουργία των κλαδικών εκθέσεων, με σκοπό την προβολή των κλάδων που έχουν μια άνθηση, είναι μεγάλη. Σήμερα, η HELEXPO - ΔΕΘ Α.Ε. είναι ο επίσημος οργανωτής διεθνών εκθέσεων, συνεδρίων και πλήθους άλλων εκδηλώσεων. Διοργανώνει τη Γενική Εκθεση του Σεπτέμβρη (όταν για λίγες ημέρες η Θεσσαλονίκη γίνεται το κέντρο οικονομικών και πολιτικών εξελίξεων. Από το βήμα της έκθεσης παραδοσιακά, πλέον, τα τελευταία είκοσι και πλέον χρόνια πρωθυπουργοί και αρχηγοί της αξιωματικής αντιπολίτευσης δίνουν το στίγμα τους. Ο διορατικός εμπνευστής του θεσμού Ζωολόγος, καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ο Νικόλαος Γερμανός γεννήθηκε στον Πολύγυρο της Χαλκιδικής το 1864 και σπούδασε στην Αθήνα και στη Γερμανία. Ασχολήθηκε με επιστημονικές έρευνες, στο Ινστιτούτο Ιένης και λόγω ακριβώς των εργασιών του αυτών, απεστάλη κατόπιν προτάσεως στον καθηγητή Χάικελ από το Πανεπιστήμιο της Ιένης στο Διεθνές Ενυδρείο στη Νεάπολη της Ιταλίας, όπου και ασχολήθηκε για ένα εξάμηνο με την έρευνα σε θαλάσσια ζώα. Οταν ήρθε στην Ελλάδα, διορίσθηκε καθηγητής της Φυσικής Ιστορίας στο Διδασκαλείο Αθηνών. Από το 1906 έως το 1915 διετέλεσε υφηγητής και επιμελητής στο Φυσιογραφικό Μουσείο του Πανεπιστημίου. Εν τω μεταξύ, από το 1899 ήδη είχε προβεί σε ενέργειες για την ίδρυση Ζωολογικού Kήπου, ο οποίος συνεστήθη και διατηρήθηκε στο Παλαιό Φάληρο μέχρι το 1916. Το 1915 εξελέγη βουλευτής Θεσσαλονίκης. Το 1925 με υπομνήματα και ενέργειές του πέτυχε την άδεια οργανώσεως στη Θεσσαλονίκη Διεθνούς Εκθέσεως. |
|