|
|
Τα Μαρασλειακά (τα μαρασλειακά και το φύλο της ιστορίας)
Με τα Μαρασλειακά, θα τεθεί και το ζήτημα της ασυμβατότητας των γυναικών με τη διδασκαλία της Ιστορίας. Η σχέση αυτή ήταν έτσι κι αλλιώς δύσκολη, καθώς οι γυναίκες ήταν εγγεγραμμένες στη φύση, και η ιστορία στον πολιτισμό και τη λογική. Οι δύο χώροι -από τη μια η φύση και από την άλλη ο πολιτισμός- συνιστούσαν δύο διακριτά και αντιθετικά μεταξύ τους πεδία, με τις αναπόφευκτες συνδηλώσεις για τις έμφυλες κατανομές. Το φύλο του επαγγέλματος της ιστορίας ήταν αρσενικό, πράγμα που αφορούσε τόσο την επιστήμη της ιστορίας όσο και, στο πλαίσιο της εποχής, τη διδασκαλία της. Ειδικά το μάθημα της Ιστορίας θεωρείται «εξόχως φρονηματιστικό» και απαιτεί «άνδρα υπό ζωηράς φιλοπατρίας κατεχόμενον». «Μόνο το ανδρικό πνεύμα είναι ικανόν να δονήση και να συγκίνηση την ψυχήν των μαθητών», να τους κάνει να αισθανθούν και να κατανοήσουν τους μεγάλους σοφούς του κόσμου, τα σπουδαία ρεύματα, ώστε να γίνουν άξιοι κυβερνήτες. Η πρώτη μνεία περί ασυμβατότητας του γυναικείου φύλου με τη διδασκαλία της Ιστορίας γίνεται στην αρχή της μαρασλειακής διαμάχης. Η Ρόζα Ιμβριώτη, συγγραφέας δύο ιστορικών μελετών που είχαν ήδη εκδοθεί στη σειρά της Φεμινιστικής Βιβλιοθήκης με επιμέλεια του Συνδέσμου για τα Δικαιώματα της Γυναίκας -η πρώτη το 1922 με θέμα την Αθηναία στον 5ο και 4ο αιώνα π.Χ., η δεύτερη το 1923 με θέμα τη γυναίκα στο Βυζάντιο- γίνεται η πρώτη «τυχούσα γυνή» στην οποία αναθέτουν να διδάξει Ιστορία.
Και φαντασθήτε, η πρώτη τυχούσα γυνή επιφορτίζεται να διδάξη προς διδασκάλους ιστορίαν!»
Το φύλο της Ιμβριώτη, ως ασύμβατο με το επάγγελμα της, επανέρχεται στη διάρκεια των Μαρασλειακών με διάφορους τρόπους. Ο πρώτος είναι η αμφισβήτηση της επιστημονικής κατάρτισης της Ρόζας Ιμβριώτη, που δίδασκε Ιστορία στο Μαράσλειο Διδασκαλείο:
«Δυνάμει ποίων επακριβώς τίτλων η πρώτη τυχούσα γυνή ανέλαβε να διδάσκη εις το Διδασκαλείον την ιστορίαν;»
αναρωτιέται το Εμπρός. Ο δεύτερος τρόπος είναι η αναφορά στο πρόσωπο της μέσω του μικρού της μόνο ονόματος. Η Ιμβριώτη αποκαλείται συχνά «η Ρόζα» ή «η κ. Ρόζα», ενώ όλοι οι άλλοι εμπλεκόμενοι στα Μαρασλειακά έχουν επώνυμο. Ο τρίτος τρόπος συνίσταται σε διάφορες λογοθετικές πρακτικές που υπενθυμίζουν διαρκώς το φύλο της Ιμβριώτη και τις εικόνες που σχετίζονται με την υποτίμηση του. Σε άψογη καθαρεύουσα, «η πρώην συνεργάτις της Αρχιμαλλιαρωσύνης εν τω Μαρασλείω», η καθηγήτρια «κ. Ιμβριώτου» «πιάνεται από τα μαλλιά της, κατά την κοινήν έκφρασιν». Παρουσιάζεται επίσης ως υποχείριο του Δελμούζου και του Γληνού. Τέλος, επισείεται η απειλή: η επιλογή της Ιμβριώτη ως καθηγήτριας Ιστορίας είναι αντεθνική, καθώς εκείνη, ως γυναίκα, δεν μπορεί παρά να ταπεινώσει τους ήρωες, να μειώσει τις θυσίες τους υπέρ της πατρίδας:
«Η κ. Ιμβριώτου, καθηγήτρια. Αυτή προσελήφθη, διά να διδάξη ιστορίαν, μάθημα εξόχως φρονηματιστικόν και απαιτούν άνδρα υπό ζωηράς φιλοπατρίας κατεχόμενον. Δεν υπήρχον άραγε καθηγηταί και δη εξ αυτών έφεδροι αξιωματικοί έργω ασκήσαντες την φιλοπατρίαν και διά του αίματος των γράψαντες την ιστορίαν, διά να διδάξουν την ιστορίαν εις το Μαράσλειον; Υπάρχουν βέβαια πολλοί τοιούτοι, αλλ' αυτοί διά το έργον των μεταρρυθμιστών είναι ακατάλληλοι, ως οπισθοδρομικοί. [...] Ο κ. Δελμούζος αντιθέτως εκάλεσε γυναίκα, διά να διδάξη την ιστορίαν εις το Μαράσλειον. »Αυτή φυσικώτατον ήτο να διδάξη την ιστορίαν όχι διά να ανύψωση τους μεγάλους της ιστορίας άνδρας και τας υπέρ πατρίδος θυσίας των προς παραδειγματισμός αλλά διά να ταπείνωση αυτούς και να παραστήση κατά τα διδάγματα του ιστορικού υλισμού, ότι αι θυσίαι εκείναι είχον ταπεινά κερδοσκοπικά ελατήρια».
Ο δημόσιος αυτός λόγος περί ασυμβατότητας της γυναίκας με τη διδασκαλία της Ιστορίας είχε απήχηση και στους δημοτικιστικούς κύκλους. Ο Γληνός εμφανίζεται να συμμερίζεται την άποψη του Μάρκου Τσιριμώκου ότι αποτελούσε απερισκεψία η ανάθεση του μαθήματος της ιστορίας σε μια γυναίκα.
Μαρία Ρεπούση, Τα Μαρασλειακά (1925-1927), Αθήνα 2012, Πόλις, σ. 83-85
|
|