|
|
ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος, 1943-1949 [Β]
Β τα χαρακτηριστικά της κυβέρνησης του Καΐρου και οι Άγγλοι
τα χαρακτηριστικά της κυβέρνησης του Καΐρου και οι Άγγλοι
Από τον Απρίλιο του 1941, η ελληνική κυβέρνηση του Καΐρου, διευθύνεται από τον Εμμανουήλ Τσουδερό, οικονομολόγο, πρώην διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, που διατηρεί από καιρό τις καλύτερες σχέσεις με τους Άγγλους. Από την εποχή της παλιότερης συμμετοχής του στο κόμμα του Βενιζέλου, διατηρεί μιαν επίφαση «φιλελεύθερου», που του κόστισε την «εκτόπιση» από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου, γιατί είχε εκδηλώσει την αντίθεση του στο «ανελεύθερο σύστημα» του Μεταξά. Τη στιγμή που ο βασιλιάς τού προτείνει να γίνει πρωθυπουργός, βρίσκεται ακόμα κάτω από την αστυνομική επιτήρηση της δικτατορίας. Οι καιροί φαίνεται να έχουν αλλάξει. Οι Άγγλοι βιάζονται να τοποθετήσουν στο πλευρό του ανωτάτου άρχοντος ένα πρόσωπο ευλύγιστο και πειθήνιο, που να μην έχει αναμειχθεί ούτε από μακριά με το καθεστώς του Μεταξά. Ο Τσουδερός είναι ό,τι χρειάζεται. Όσο περνά ο καιρός, οι υποψηφιότητες πληθαίνουν. Δεδομένου ότι το καλύτερο πιστοποιητικό είναι η καταγγελία του κομμουνιστικού κινδύνου, μεταξικοί, φιλελεύθεροι, ακόμα και παλιοί σοσιαλιστές, που κρατούν την ίδια σημαία, θα ξαναβρεθούν στο ίδιο στρατόπεδο και θα σημάνουν συναγερμό, προς μεγίστη ικανοποίηση των Βρετανών, που είναι αποφασισμένοι να διατηρήσουν, αν όχι τις αρχές, τουλάχιστον τα σύνορα της δυτικής επιρροής. Κατά τα τέλη του 1942, ο Γεώργιος Παπανδρέου, που βρίσκεται πάντα στην Αθήνα, μπαίνει στον χορό. Απευθύνεται στον Τσώρτσιλ σαν ο άνθρωπος «που είναι κατάλληλος να σώσει την Ελλάδα από τον κομμουνιστικό κίνδυνο». Θα περιμένει δύο χρόνια να ‘ρθει η ώρα του και με τη βοήθεια των τανκς του Σκόμπυ, θα θάψει ταυτόχρονα -εν μέρει παρά τη θέληση του- τη δημοκρατία που μόλις γεννιέται στην Ελλάδα. Η μεταξική ομάδα του Καΐρου περιορίζεται στα 1941 να φτιασιδώσει την εμφάνιση της. Πίσω από τον φιλελεύθερο Τσουδερό, εκείνοι που κρατούν τις θέσεις-κλειδιά είναι οι άνθρωποι της 4ης Αυγούστου. Ο Μαναδιάκης, ο εφευρέτης της ιεροεξεταστικής μεθόδου των «δηλώσεων», ο Σακελλαρίου, ο Δημητράτος, ο Νικολαΐδης κ.ά. μένουν στη θέση τους. Ο Τσουδερός σε μιαν εγκύκλιο της 17ης Μαΐου 1941, αναγγέλλει την πρόθεση του να μείνει πάνω από τον ανταγωνισμό των κομμάτων: «...Ακολουθείστε μία πολιτική σύμφωνον με τας υποδείξεις μου και συνεργασθείτε, λησμονούντες τας παλαιάς σας αντιθέσεις». Παρ' όλα αυτά, οι παλιές αντιθέσεις είναι βαθιές ανάμεσα στους μοναρχικούς και τους δημοκρατικούς. Την ίδια εποχή, ο Ι.Δ.Ε.Α., πασίγνωστη μεταξική οργάνωση των βρετανικών υπηρεσιών, μοιράζει στα μέλη της μιαν εγκύκλιο, όπου υποδείχνει ποια στάση θα έπρεπε να υιοθετήσουν για να τεθούν στην υπηρεσία των δυνάμεων του Άξονος, στην περίπτωση που η Αλεξάνδρεια θα έπεφτε στα χέρια του Ρόμελ. Οι Άγγλοι τα ξέρουν βέβαια όλα. Προτιμούν όμως να διατηρούν μια ομάδα πρόθυμη να πουληθεί στον πιο ισχυρό, δηλαδή στους ίδιους μετά τη νίκη, παρά να βρεθούν αντιμέτωποι με την απαίτηση για ανεξαρτησία που προβάλλει η Εθνική Αντίσταση.
Dominique Eudes, Οι καπετάνιοι, ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος, 1943-1949, Αθήνα 1975, Εξάντας, σ. 107-108
Ανάμεσα στα ελληνικά καράβια που είναι μπλοκαρισμένα στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας, ένα μικρό πλεούμενο, ο «Ήφαιστος», ανεβάζει λίγο την άγκυρα του. Στ' αμπάρια του υπάρχουν 39 τορπίλες. Είναι ό,τι χρειάζεται για να ανατινάξει όλο τον συμμαχικό στόλο που είναι αγκυροβολημένος στον όρμο. Μπροστά σ' αυτό τον κίνδυνο, η επιτροπή του «Αβέρωφ» συντάσσει ένα μήνυμα: «Θα κρατήσουμε ότι οι διεκδικήσεις μας δεν λαμβάνονται υπόψη, αλλά υποσχόμαστε να μην κάνουμε χρήση των όπλων μας». Στην ξηρά και στη θάλασσα, όλες οι ελληνικές μονάδες, περικυκλωμένες από βρετανικές δυνάμεις, αντιστέκονται στις προκλήσεις και τις στερήσεις. Ο κίνδυνος ενός συμβιβασμού δεν έχει ακόμα εκλείψει. Σε κάποια απόσταση από τον γεμάτο τορπίλες «Ήφαιστο», μια σοβαρή αντίσταση από μέρους του «Αβέρωφ» θα ήταν όχι μόνο αυτοκτονία, αλλά θα προξενούσε και ανυπολόγιστες ζημιές στον συμμαχικό στόλο. Μπροστά σ' αυτή την ευθύνη, η επιτροπή του «Αβέρωφ» αφοπλίζεται. Αλλά ο Τσώρτσιλ είναι αποφασισμένος να σπάσει το απόστημα. Στις 17, τηλεγραφεί στον διοικητή των ναυτικών δυνάμεων:
«Μην αφήνετε ουδεμίαν αυταπάτην εις τον αξιωματικόν του "Αβέρωφ"· εις την διαβεβαίωσίν του περί μη χρησιμοποιήσεως των όπλων εναντίον μας, ουδεμία παρομοία διαβεβαίωσις εκ μέρους μας δύναται να υπάρξη. Θα κτυπήσωμεν τους στασιαστάς κάθε φοράν που αυτό θα είναι αναγκαίον. Ουδείς αξιωματικός ή ναύτης του ελληνικού ναυτικού έχει το παραμικρόν δικαίωμα να υπεισέρχεται εις τον σχηματισμόν μιας νέας κυβερνήσεως, Καθήκον των είναι να υπακούουν εις τας διαταγάς τας προερχομένας από την ανεγνωρισμένην υπό των Μεγάλων Συμμάχων ελληνικήν κυβέρνησιν».
Ο στρατηγός Πέιτζετ, μπλεγμένος με την 1η Ταξιαρχία, δέχεται με τη σειρά του συγκεκριμένες οδηγίες: «Εις περίπτωσιν που θεωρήσετε αναγκαίον ν' ανοίξετε πυρ εναντίον του στρατοπέδου των στασιαστών, βεβαιωθείτε προηγουμένως εάν δεν θα ήτο δυνατόν να αρχίσετε με μερικές δοκιμστικάς βολάς κατά της εστραμμένης εναντίον υμών πυροβολαρχίας... Ήμεθα έτοιμοι δι' απεριόριστον χρήσιν δυνάμεως, αλλά θα αποφύγωμεν την σφαγήν, εάν τούτο είναι δυνατόν. Προβαίνομεν εις ανάληψιν της ευθύνης δια λογαριασμόν μας μάλλον, παρά δια λογαριασμόν της αδυνάτου και παραπαιούσης ελληνικής κυβερνήσεως».
Στις 23, τελευταία προειδοποίηση. Ο Τσώρτσιλ προσκαλεί τον Βενιζέλο να δαμάσει την εξέγερση, διαφορετικά οι βρετανικές δυνάμεις θ' ανοίξουν πυρ. Το ίδιο βράδυ, ο ναύαρχος Βούλγαρης, αρχηγός του ελληνικού στόλου, συγκροτεί μια ομάδα κομάντος 200 αντρών. Τους ντύνει στα σκούρα μπλε, τους βάζει να μουτζουρώσουν τα πρόσωπα τους και τους φορτώνει σ' ένα καΐκι που κινείται προς ένα αγγλικό πλοίο. Μια πρώτη ομάδα ανεβαίνει φανερά στο πλοίο. Είναι συνηθισμένο φαινόμενο τα συνεργεία των μηχανικών να δουλεύουν τη νύχτα. Οι υπόλοιποι κρύβονται στο καΐκι. Ξαφνικά, το αραιό νυχτερινό σκοτάδι σκίζεται από τα φώτα των προβολέων. Πάνω από το αγγλικό καράβι, οι άνθρωποι του Βούλγαρη ανοίγουν πυρ ενάντια στα καράβια που έχουν στασιάσει. Κάτω από την αντιαεροπορική κάλυψη, οι υπόλοιποι κομάντος επιτίθενται και καταλαμβάνουν σύντομα δύο μικρά σκάφη, τον «Αποστόλη» και τον «Σαχτούρη». Η διαταγή της επιτροπής αγώνα είναι ν' αποφευχθεί η αιματοχυσία. Ήδη υπάρχουν 12 νεκροί και 30 τραυματίες. Τώρα τα πλευρά του «Ηφαίστου», γεμάτα τορπίλες, διαγράφονται στο φως των προβολέων, πίσω ακριβώς από τη σιλουέτα του «Αβέρωφ». Αν το καταδρομικό αρχίσει τη μάχη, καταστρέφει τα αγκυροβολημένα στο λιμάνι πλοία. Τα φωτεινά σήματα Μορς υπογράφουν μέσα στη νύχτα το τέλος της εξέγερσης του ελληνικού Ναυτικού. Η επιτροπή αγώνα παραχωρεί τη διοίκηση του στόλου στο Βούλγαρη.
Dominique Eudes, Οι καπετάνιοι, ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος, 1943-1949, Αθήνα 1975, Εξάντας, σ. 170-172
Στις 15 του Απρίλη, δύο μέρες μετά την άφιξη του βασιλιά και την επόμενη της ονομασίας του Βενιζέλου, ο Γεώργιος Παπανδρέου έφτανε στο Κάιρο. «Το τέλος της στάσεως», γράφει ο Τσώρτσιλ, «έδιδε χαρακτήρα μεγαλυτέρας οξύτητος εις την συγκρότησιν ελληνικής κυβερνήσεως. Δεν υπήρχε η εντύπωσις ότι ο Βενιζέλος αντηποκρίνετο εις αυτήν την αποστολήν και ο Παπανδρέου, αρχηγός του Δημοκρατικού και Κοινωνικού Κόμματος, ο οποίος, τη φροντίδι μας, ήλθεν ειδικώς εξ Ελλάδος, τον αντικατέστησεν την 26ην Απριλίου». Ο Παπανδρέου έχει κάνει τρεις μήνες στις φυλακές Αβέρωφ στην αρχή του 1942, πράγμα που του δίνει, μεταξύ των συναδέλφων του στο Κάιρο, το φωτοστέφανο του αντιστασιακού. Οι φάκελοι της Γκεστάπο Αθηνών, περιγράφουν σύντομα την καριέρα του: «Γεώργιος Παπανδρέου, πενήντα ετών, δικηγόρος της Πελοποννήσου, βουλευτής από δεκαπενταετίας, δύο φορές υπουργός Παιδείας, δημοκράτης, εχθρός του κομμουνισμού και της μοναρχίας... Πρέπει να θεωρείται ο πολιτικός άνδρας του μέλλοντος». Ψηλός, αδύνατος, κολυμπώντας μέσα στα ρούχα του που δείχνουν πάντα πολύ φαρδιά γι' αυτόν, με γαμψή μύτη και μάτια χωμένα κάτω από ένα ψηλό μέτωπο, ο Παπανδρέου είχε απαντήσει ένα χρόνο νωρίτερα στον Τζίμα και στον Σαράφη, που τον προτρέπανε να πάει στο βουνό: «Πηγαίνετε κι έρχομαι». Τον Ιούλη του ίδιου χρόνου, έκρινε πιο σκόπιμο ν' απευθύνει στο Γ.Σ. της Μέσης Ανατολής μια αναφορά που οι Βρετανοί φύλαξαν προσεχτικά.
«Για πρώτη φορά στην Ιστορία, η ταυτότης των ελληνικών και βρετανικών συμφερόντων είναι απόλυτη... Σήμερα, μια νέα μορφή ανταγωνισμού διαγράφεται. Δύο παγκόσμια μέτωπα κυοφορούνται: ο πανσλαβικός κομμουνισμός και ο αγγλοσαξονικός φιλελευθερισμός... Η Ελλάς και η Τουρκία προόρισται να είναι σύμμαχοι των Βρετανών, ως φυσικοί αντίπαλοι της πανσλαβικής εξαπλώσεως εις τα Βαλκάνια και φυσικοί φρουροί των πυλών της Μεσογείου».
Προτείνει, τέλος, τη συγκρότηση στην Ελλάδα αντιστασιακών εθνικιστικών ομάδων ως αντιστάθμισμα της δύναμης του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. Για τους Βρετανούς, αυτός ο Έλληνας, παρά τις δημοκρατικές του απόψεις, μιλάει σαν χρησμός.
Dominique Eudes, Οι καπετάνιοι, ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος, 1943-1949, Αθήνα 1975, Εξάντας, σ. 173-154
|
|