ιστορικό δημοσιεύσεων

Καλώς ήρθατε! στον προσωπικό δικτυακό τόπο του Βασίλη Συμεωνίδη

αρχική

 

φιλολογικά

 
έκθεση α΄ λυκείου
 
έκθεση β΄ λυκείου
 
έκθεση γ΄ λυκείου
 

λογοτεχνία

 

αρχαία

 

ιστορία σχολική

 

ιστορία

 

φιλοσοφία
 
εκτός ύλης
 
συζητώντας
 
εργασίες συναδέρφων
 
ιδέες διδασκαλίας
 
επικοινωνία

.................................

Βασίλης Συμεωνίδης

δικτυακός τόπος

με εκπαιδευτικό και διδακτικό σκοπό

 

 

η αντιγραφή είναι ελεύθερη με την υπενθύμιση ότι η αναφορά στην πηγή τιμά αυτόν που την κάνει

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

 

 
 
 

τεχνική υποστήριξη

Σταυρούλα Φώλια

Ο συντοπίτης του Κ. Κοντού Ασημάκης Πανσέληνος (γεννήθηκε στη Μυτιλήνη το 1905) είναι ποιητής με άλλη κατεύθυνση. Ανήκει στην παράταξη των πρωτοποριακών, που είναι συνεπαρμένοι από το κοινωνικό πρόβλημα και τη σοσιαλιστική ιδεολογία. Το επάγγελμα του είναι δικηγόρος, αλλά τις «ώρες της σχόλης» του έγραφε ποιήματα, δοκίμια και κριτικές. "Αν δεν κάνω λάθος, πρωτοεμφανίστηκε στους «Πρωτοπόρους». Έχει στιχουργική ευχέρεια. Το ξεχωριστό στην ποίηση του είναι η ειρωνεία και κάποτε ο σαρκασμός. Ξεσηκώνω ένα από τα πρώτα του τραγούδια, που το επιγράφει «Αγία Οικογένεια»:

 

Μέσα στο σπίτι λάμπει αποσπερίτης

η μάνα μου, παλιά νοικοκυρά.

Είναι ο μπαμπάς φιλόνομος πολίτης

κι' έχει παρά με φούντα και ουρά.

 

Δε βγαίνει από το σπίτι πριν τις δέκα

κι' έχει υποθέσεις πάντα σοβαρές,

κι' όταν το φέρει ο λόγος για γυναίκα,

έχει και λίγο αρχές αριστερές.

(Μα σαν ακούει την λέξη «μπολσεβίκοι»

σηκώνονται του οι τρίχες από φρίκη).

 

Στην αρετή του πάντα είναι ρολόι

και για το σπίτι κάνει σαν τρελλός,

γιατί έτσι κάνουν οι άνθρωποι από σόι,

γιατί έτσι κάνει ο κόσμος ο καλός.

 

Μα κάποτε τον ζώνουν κι' οι διάβολοι

κι' η μάνα μου - να φύγη η γρουσουζιά,

παίρνει από του μπαμπά το πορτοφόλι

κι' ανάβει ένα κερί στην Παναγιά

«Συ πουσαι απ' τους άγιους όλους πρώτη

στον ίσιο δρόμο φέρ' τον Παναγιώτη!»

 

Την Κυριακή σα βγούμε στο σεργιάνι,

μπράτσο ο μπαμπάς τη μάνα μου κράτα·

δίνει δεκάρες κι' εύχονται οι ζητιάνοι

κι' ό κόσμος ο καλός μας χαιρετά!

 

Στο παραπάνω ποίημα του ο Πανσέληνος σατιρίζει τα «κατά συνθήκην» ψευδή της αστικής οικογένειας. Να και ένα άλλο αντιπολεμικό. Ο τίτλος του είναι «Χριστιανικό»:

 

Τα σπίτια μου, τα ζα μου, τα παιδιά μου

νάναι καλά, - κι' ο πόλεμος ας βράζει!

Αφού σου καίω καντήλι μ' έξοδα μου,

πως πίνω ξένο αίμα τι πειράζει;

Πλερώνω στην πατρίδα μου για νάχει

κανόνια και στρατό - πράματα δίκια,

και για όσους σακατεύονται στη μάχη

πλερώνω κι' αγοράζουν δεκανίκια!

Θεέ μου, εσύ πού παίρνεις δίχως κόπο

της χήρας της φτωχής τον όβολό,

δώσε να ζήσω ανέγνοια κάποιο τρόπο,

και πάστρεψε τον άγιο μας τον τόπο

από καθένα ανήσυχο μυαλό!

-Για το φτωχό, καθένας μας το ξέρει,

η σκέψη είν' επικίντυνο μαχαίρι!

 

Γιάννης Κορδάτος, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, τ. 2, Επικαιρότητα, Αθήνα, 1983, σελ. 671- 672

Ερασιτεχνική δημιουργία τον Οκτώβριο του 2004.  Τελευταία ενημέρωση:  Κυριακή, 08 Μαρτίου 2015.