|
|
κουβεντιάζοντας με τον Κάφκα, η λύρα των σύγχρονων συγγραφέων έχει για χορδές ατέλειωτα μέτρα φιλμ
Ο Φραντς Κάφκα έπαιρνε πάντοτε ένα πολύ έκπληκτο ύφος όταν του έλεγα πως είχα πάει στον κινηματογράφο. Μια μέρα αντέδρασα στο ύφος του· και τον ρώτησα: — Δε σας αρέσει ο κινηματογράφος; Αφού σκέφτηκε μια στιγμή, ο Κάφκα απάντησε: — Εδώ που τα λέμε, δεν το ‘χω σκεφτεί. Είναι στ’ αλήθεια ένα θαυμάσιο παιγνίδι. Αλλά δεν τον αντέχω, ίσως επειδή είμαι πολύ οπτικός τύπος. Είμαι ένα από κείνα τα άτομα που βάζουν πρώτα την όραση. Ο κινηματογράφος όμως εμποδίζει την όραση. Η ταχύτητα της κίνησης και η γρήγορη, διαδοχή των εικόνων σε καταδικάζουν με συνεχή τρόπο σε μια επιπόλαιη θέαση. Δεν αρπάζει το βλέμμα τις εικόνες, αλλά οι εικόνες αρπάζουν το βλέμμα. Πλημμυρίζουν τη συνείδηση. Ο κινηματογράφος υποχρεώνει το μάτι να φορέσει στολή, ενώ μέχρι τώρα ήτανε γυμνό. — Είναι μια τρομερή διαπίστωση, παρατήρησα. Το μάτι είναι το παράθυρο της ψυχής, λέει μια τσέχικη παροιμία. Ο Κάφκα συγκατάνευσε και πρόσθεσε. — Οι ταινίες είναι σιδερένια παντζούρια. Μερικές μέρες αργότερα ξανάφερα την κουβέντα αυτή: — Ο κινηματογράφος είναι μια τρομερή δύναμη. Είναι πολύ πιο ισχυρός απ’ τον τύπο. Οι πωλήτριες, οι καπελούδες και οι μοδίστρες έχουν όλες τα πρόσωπα της Μπάρμπαρα Μα Μαρ, της Μαίρης Πίκφορντ και της Περλ Γουάιτ. — Είναι φυσικό, απάντησε ο Κάφκα. Ο πόθος της ομορφιάς κάνει τις γυναίκες ηθοποιούς. Η πραγματική ζωή δεν είναι παρά καθρέφτισμα των ονείρων των συγγραφέων. Και η λύρα των σύγχρονων συγγραφέων έχει για χορδές ατέλειωτα μέτρα φιλμ.
Γκούσταβ Γιάνους, Κουβεντιάζοντας με τον Κάφκα, Κέδρος, 1984, σ. 173
|
|