Έτσι μας έδωσε ένα βιβλίο αναφοράς για την ελληνική ιστορία του 20ου και κυρίων των χρόνων μετά τον Β’ παγκόσμιο, αποκαλυπτικό των μηχανισμών της θρησκευτικής γραφειοκρατίας (μια καφκική συγκεκριμενοποίηση), της γραφειοκρατίας που μεταλλαγμένη παρουσιάζεται παντού ίδια. Ένα στεγνό ίδρυμα υπόταξης του ανθρώπου σε μεταφυσικές αξίες και απανθρωποποιημένες αρχές και ιδανικά. Στέγνωμα της ουσίας του ανθρώπου με ανούσιες αλλά ιεροποιημένες ασχολίες.
Πιο συγκεκριμένο ενδιαφέρον έχει σχετικά με τον εκκοσμικευμένο χαρακτήρα της Ζωής που παραπέμπει στα χαρακτηριστικά του προτεσταντισμού. Μια οργάνωση που κυριάρχησε και καθόρισε με αδιόρατα νήματα, αλλά και με εμφανή παρουσία, εκδόσεις, ομιλίες κλπ πολλές πτυχές του δημόσιου βίου της χώρας.
Επίσης σε πολλά σημεία ο συγγραφέας επεκτείνει το λόγο σε ζητήματα φιλοσοφίας, ψυχολογίας και καθημερινών ζητημάτων που ζητούν απαντήσεις. Ο λόγος του ξεφεύγει από τα δόγματα και γίνεται κριτικός.
Πολλές και ενδιαφέρουσες πληροφορίες για πρόσωπα, καταστάσεις και ιστορικές περιόδους. Πολλές και οι ενδιαφέρουσες κρίσεις. Στέκομαι σε κάποιες από πολλές που περιλαμβάνονται στις σελίδες του βιβλίου και νομίζω ότι μιλούν μόνες τους και ο σχολιασμός τους θα έμοιαζε φλυαρία.
και άλλες 16 στάσεις σε σελίδες του βιβλίου
σελ. 22-23, το κατηχητικό καθορίζει τις παρέες, αποτρέπει το συγγραφέα από τη συναναστροφή με τη Μαρίνα Καραγάτση, κόρη «βέβηλου» συγγραφέα,
σελ. 31, αναφέρεται στον καθορισμό των πολιτικών αντιλήψεων όσων πηγαίνουν στην «κίνηση» (περί ελασιτών που σφάζουν με κονσερβοκούτια),
σελ. 57-58, Θόδωρος Αγγελόπουλος, Αλέκος Φασιανός, Λευτέρης Παπαδόπουλος, φίλοι του συγγραφέα στο σχολείο, ο Θ. Α. και στο κατηχητικό,
σελ. 101, οι εκπρόσωποι της «κίνησης» σε επαφή με τον Παύλο και τη Φρειδερίκη αναλαμβάνουν το πνευματικό μέρος του αντικομμουνιστικού αγώνα,
σελ. 105, παλάτι, αμερικανική πρεσβεία και Ζωή είναι οι τρεις οργανισμοί απαλλαγμένοι ακόμα και από το χαρτόσημο,
σελ. 138-139, η μεταστροφή του συγγραφέα στη θεολογία, ο καθορισμός της ενδυμασίας,
σελ. 152, οι πνευματικοί και οι εξομολόγοι της Ζωής που εναλλάσσονταν ετήσια λειτουργούσαν ως πληροφοριοδότες για το ποιόν των μελών με διασταυρωμένες πληροφορίες,
σελ. 155-156, «άνθρωπος αγκιστρωμένος ψυχολογικά στον φανατισμό της «συνέπειας», θεληματικά στερημένος από κάθε αυθορμητισμό και γι’ αυτό ανίκανος για προσωπική σχέση ή φιλία με άλλον άνθρωπο»
σελ. 156, υπηρεσιακή γλώσσα, σιδερωμένη καθαρεύουσα,
σελ. 156, αξίζει να τους συμπονάει κανείς γιατί μόνο από φοβερή εσωτερική αναφάλεια γαντζώνεται ο άνθρωπος έτσι απεγνωσμένα στη σιγουριά μιας ολοκληρωτικής ιδεολογίας και μάχεται γι’ αυτήν,
σελ. 156-190, η ζωή στο οικοτροφείο, στεγνή, στείρα, αφόρητα μονότονη,
σελ. 191, δίψα μιας προσωπικής εγγύτητας, αποκλειστικής, δίψα τρυφερότητας, στοργής, ομορφιάς,
σελ. 249, «σε οργανωτική αποδοτικότητα, μαχητικό ενθουσιασμό και προπαγανδιστική τεχνική μόνο οι κομμουνιστές στην Ελλάδα μπορούσαν να συναγωνιστούν την κίνηση της ζωής. Αλλά κι αυτοί υστερούσαν συντριπτικά σε ... ... ...»,
σελ. 184, το βιβλίο του Σαμαράκη Σήμα Κινδύνου χαρακτηρίζεται αντιχριστιανικού περιεχομένου (επίσης ο Καζαντζάκης και το έργο του),
σελ. 335, «Μα η πιο αποκαλυπτική για μένα εμπειρία ήταν η τρομοκρατία της Δεξιάς, που συνεχιζόταν στην ύπαιθρο, τόσα χρόνια μετά τον Εμφύλιο. Το «καραμανλικό κράτος» ήταν μια παρωδία δημοκρατίας ... ... ... Σε κάθε καφενείο ή μικρομάγαζο η φωτογραφία του Καραμανλή ήταν προϋπόθεση νομιμοφροσύνης, κάτι σαν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος»,
σελ. 371, «Αλλά και από του ίδιους τους ηγέτες έμεινα με τη γεύση ανθρώπων τραγικά ανώριμων, με έναν εγωκεντρικό παιδισμό και τόση ανασφάλεια, που ήταν κυριολεκτικά να τους λυπάσαι. Το ευρύτερο ελληνικό κοινό γνώρισε αμεσότερα τον ανθρώπινο τύπο του ηγετικού κύκλου των Ακτίνων στο πρόσωπο του Ιερώνυμου Κοτσώνη ως αρχιεπισκόπου Αθηνών στα χρόνια της δικτατορίας των συνταγματαρχών...».
Βασίλης Συμεωνίδης